“Η υποχρέωση επιστροφής των αχρεωστήτως καταβληθέντων παροχών αίρεται στην περίπτωση που από την έκδοση πράξης για καταβολή των παροχών σε συμμόρφωση προς δικαστική απόφαση μέχρι την έκδοση νεότερης πράξης για αναζήτηση αυτών ύστερα από έκδοση δικαστικής απόφασης, με την οποία ανατρέπεται αμετακλήτως η υποχρέωση του ασφαλιστικού οργανισμού να καταβάλει τις παροχές αυτές, έχει παρέλθει πολύ μακρός χρόνος που υπερβαίνει, ενόψει και των συγκεκριμένων συνθηκών κάθε υπόθεσης, τον εύλογο, εφόσον επί πλέον η υποχρέωση του ασφαλισμένου να επιστρέψει, και μάλιστα εντόκως, τις παροχές αυτές θα κλόνιζε σοβαρά την οικονομική του κατάσταση” έκρινε το Τριμελές Διοικητικό Εφετείο Θεσσαλονίκης με την υπ’ αριθ. Α1993/2020 Απόφαση του, επί υποθέσεως που χειρίστηκε επιτυχώς το γραφείο μας, με επίκληση της αρχής της χρηστής διοίκησης – γενικής αρχής που ισχύει στο δίκαιο της κοινωνικής ασφάλισης.
Ειδικότερα, το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη ότι η επιστροφή των αχρεωστήτως καταβληθεισών συνταξιοδοτικών παροχών παραγγέλθηκε με την 11947/31-5-2011 απόφαση του Διευθυντή του Περιφερειακού Υποκαταστήματος ΙΚΑ-ΕΤΑΜ σε συμμόρφωση με δικαστική απόφαση, καθώς και ότι μεταξύ της χορήγησης των παροχών (το έτος 2001, με αναδρομή στο έτος 1996) και της αναζήτησής τους (το έτος 2011) εντόκως προς 5%, μεσολάβησε χρονικό διάστημα δέκα περίπου ετών (και δεκαπέντε περίπου ετών από το έτος στο οποίο ανέτρεξε η καταβολή της σύνταξης), έκρινε ότι το χρονικό αυτό διάστημα υπερβαίνει, ενόψει και της όλης διαδικαστικής πορείας της υπόθεσης, το εύλογο. Περαιτέρω, αφού έλαβε υπόψιν του ότι από τα προσκομισθέντα στοιχεία προκύπτει ότι η μεταβιβασθείσα στην προσφεύγουσα σύνταξη λόγω θανάτου του συζύγου της είναι το μοναδικό της εισόδημα, που καλύπτει τις βασικές ανάγκες επιβίωσής της, δεν έχει δε άλλη περιουσία, πλην της επικαρπίας μίας ισόγειας κατοικίας, όπου και κατοικεί, μίας μεζονέτας και ενός αγρού, που περιήλθαν σε αυτήν με διαθήκη από τον πατέρα της, των οποίων η ψιλή κυριότητα έχει μεταβιβασθεί από το έτος 2005 στον υιό της, έκρινε ότι, ενόψει και του ότι του ιδιαίτερα υψηλού ποσού των συντάξεων, το οποίο είχε διαμορφωθεί έως 30-9-2011 σε 130.506,62 ευρώ για κεφάλαιο και 51.658,61 ευρώ για τόκους, η επιστροφή των ποσών των συντάξεων που αχρεωστήτως είχε λάβει από το ΙΚΑ ο σύζυγός της και μάλιστα εντόκως θα κλονίσει σοβαρά την οικονομική της κατάσταση.
Ακολουθεί το κείμενο της υπ’ αριθ. Α1993/2020 Απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης
Αριθμός απόφασης: Α1993/2020
ΤΟ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΤΜΗΜΑ Ζ΄
ΤΡΙΜΕΛΕΣ
(Διαδικασία διοικητικών διαφορών ουσίας )
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του Δικαστηρίου στις 16 Δεκεμβρίου 2019, με δικαστές τους: Βασιλική Δάγκα, Προεδρεύουσα, λόγω κωλύματος του Προέδρου και κωλυομένων των λοιπών Προέδρων και των αρχαιότερων Εφετών, Αναστάσιο Χασιακό, και Ιωάννα Γρηγοροπούλου – Εισηγήτρια, Εφέτες Δ.Δ., και γραμματέα τη δικαστική υπάλληλο Χαριτωμένη Καλογεροπούλου,
γ ι α να δικάσει την από 25-2-2019 έφεση (με αριθμ. καταχ. ΕΦ …/2019),
τ ο υ ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης» (Ε.Φ.Κ.Α.), ως καθολικού διαδόχου του ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων – Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών» (Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ.), που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, για το οποίο παραστάθηκε η πληρεξούσια δικηγόρος ……….,
κ α τ ά τ η ς ……… χήρας ……….., η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου Θωμά Καλοκύρη,
και κατά της 7237/2018 οριστικής απόφασης του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης.
Κατά την εκδίκαση της υπόθεσης οι διάδικοι ζήτησαν όσα αναφέρονται στα πρακτικά. Μετά τη συνεδρίαση το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη και αφού,
Μελέτησε τη δικογραφία και Σκέφθηκε σύμφωνα με το Νόμο
1. Επειδή, με την κρινόμενη έφεση, για την οποία δεν απαιτείται η καταβολή παραβόλου (άρθρ. 28 παρ. 4 του ν. 2579/1998 -31 Α΄, που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 285 παρ. 2 περ. ζ΄ του Κωδ.Δι.Δικ.- ν. 2717/1999-97 Α΄), ζητείται παραδεκτώς η εξαφάνιση της 7237/2018 οριστικής απόφασης του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης. Με την εκκαλουμένη έγινε δεκτή η από 6-9-2011 προσφυγή κατά το μέρος που ασκήθηκε από την ήδη εφεσίβλητη, στρεφόμενη κατά της τεκμαιρόμενης σιωπηρής απόρριψης της ένστασης που άσκησε κατά της 11947/31-5-2011 απόφασης του Διευθυντή του Περιφερειακού Υποκαταστήματος ΙΚΑ ΕΤΑΜ Θεσσαλονίκης, καθ’ ο μέρος με αυτήν παραγγέλθηκε η επιστροφή, έντοκα προς 5%, των αχρεωστήτως, από 1-5-1996, επιπλέον καταβληθέντων ποσών συντάξεων στον αποβιώσαντα σύζυγό της …… Το ποσό αυτό ανερχόταν έως 30-9-2011 σε 130.506,82 ευρώ για κεφάλαιο και 51.618,81 για τόκους, και συνολικά σε ποσό ύψους 182.165,23 ευρώ.
2. Επειδή, στο άρθρο 40 παρ. 4 του Α.Ν. 1846/1951 ορίζεται ότι: «Πάσα παροχή εις χρήμα αχρεωστήτως καταβληθείσα υπό του Ι.Κ.Α. ως και η αξία των εις είδος τοιούτων, τα της αποτιμήσεως των οποίων θέλει προσδιορίσει Κανονισμός, επιστρέφονται εντόκως προς 5% αναζητούνται δε κατά τας διατάξεις περί αναγκαστικής εισπράξεως των καθυστερουμένων εισφορών του Ιδρύματος. …». Κατά την ως άνω διάταξη προβλέπεται η επιστροφή στο Ι.Κ.Α.(-Ε.Τ.Α.Μ.), εντόκως, κάθε παροχής σε χρήμα που καταβλήθηκε αχρεωστήτως από το Ίδρυμα σε ασφαλισμένο ή συνταξιούχο του. Εξ άλλου, αντίκειται στην αρχή της χρηστής διοίκησης – γενική αρχή που ισχύει στο δίκαιο της κοινωνικής ασφάλισης και εφαρμόζεται παράλληλα προς την ως άνω διάταξη του άρθρου 40 παρ. 4 του Α.Ν. 1846/1951 – η αναζήτηση από τον ασφαλιστικό οργανισμό περιοδικών ασφαλιστικών παροχών μετά την πάροδο ευλόγου χρόνου από την είσπραξή τους, αν οι παροχές αυτές έχουν μεν καταβληθεί αχρεωστήτως από τον ασφαλιστικό οργανισμό, ο ασφαλισμένος όμως τις έχει εισπράξει καλοπίστως. Η αναζήτηση των πιο πάνω παροχών επιτρέπεται μόνον εφόσον κριθεί ότι αυτός που έχει εισπράξει τα αναζητούμενα ποσά τελούσε κατά την είσπραξή τους σε δόλο έναντι του οργανισμού, η κρίση δε για τη συνδρομή του δόλου πρέπει να αιτιολογείται ειδικώς. Αντιθέτως, κατά την έννοια της ίδιας διάταξης, επιβάλλεται η αναζήτηση από το Ι.Κ.Α.(-Ε.Τ.Α.Μ.) των ποσών αυτών αν το διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ της είσπραξης και της αναζήτησης είναι μικρό, εκτός αν αυτός που έχει εισπράξει, παρανόμως πλην καλοπίστως, τις χρηματικές ασφαλιστικές παροχές επικαλεστεί και αποδείξει ότι η επιστροφή τους στο Ι.Κ.Α.(-Ε.Τ.Α.Μ.) θα είχε ως συνέπεια τον σοβαρό κλονισμό της οικονομικής του κατάστασης. Όταν, όμως, η αναζήτηση των περιοδικών ασφαλιστικών παροχών έχει έρεισμα δικαστική απόφαση, με την οποία ανατρέπεται, ύστερα από άσκηση ενδίκου μέσου, προηγούμενη δικαστική απόφαση, σε συμμόρφωση προς την οποία είχαν καταβληθεί οι πιο πάνω παροχές, η ως άνω γενική αρχή της κοινωνικής ασφάλισης δεν έχει εφαρμογή, αλλά ισχύει ο κανόνας που θέτει η διάταξη του άρθρου 40 παρ. 4 του Α.Ν. 1846/1951, κατά τον οποίο κάθε παροχή που καταβλήθηκε αχρεωστήτως από το Ι.Κ.Α. επιστρέφεται σ’ αυτό εντόκως (ΣτΕ 1138/2017, 3053, 3333/2014, 3415/ 2013, 1760, 3332/2012, 1618/2011, 742/2010, 166, 167/2009, 3312/2008, 1619, 1620/2006 7μελ.). Παρά ταύτα, ο κανόνας που θέτει η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται στην όλως εξαιρετική περίπτωση που από την έκδοση πράξης για καταβολή των παροχών σε συμμόρφωση προς δικαστική απόφαση μέχρι την έκδοση νεότερης πράξης για αναζήτηση αυτών ύστερα από έκδοση δικαστικής απόφασης, με την οποία ανατρέπεται αμετακλήτως η υποχρέωση του ασφαλιστικού οργανισμού να καταβάλει τις παροχές αυτές, έχει παρέλθει πολύ μακρός χρόνος που υπερβαίνει, ενόψει και των συγκεκριμένων συνθηκών κάθε υπόθεσης, τον εύλογο, εφόσον επί πλέον η υποχρέωση του ασφαλισμένου να επιστρέψει, και μάλιστα εντόκως, τις παροχές αυτές θα κλόνιζε σοβαρά την οικονομική του κατάσταση (ΣτΕ 1138/2017, 3053, 3333/2014, 3415/2013, 6/2011).
3. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από την επανεκτίμηση των στοιχείων της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Ο ….. ασφαλίσθηκε στο τέως Ταμείο Ασφάλισης Τυπογράφων και Μισθωτών Γραφικών Τεχνών (ΤΑΤ και ΜΓΤ) από τον Οκτώβριο του 1972 έως 26-8-1992 και από 27-8-1992 (ημερομηνία κατά την οποία συγχωνεύθηκε ο κλάδος κύριας σύνταξης του ανωτέρω Ταμείου στο ΙΚΑ) έως 18-4-1996 στο ΙΚΑ, στο οποίο επίσης είχε ασφαλισθεί από τον Σεπτέμβριο του 1958 έως τον Σεπτέμβριο του 1972. Έχοντας συγκεντρώσει συνολικά 9.252 ημέρες ασφάλισης, υπέβαλε στο ΙΚΑ την με αριθ. πρωτ. 147936/22-4-1996 αίτηση για απονομή κύριας σύνταξης γήρατος, επιλέγοντας να συνταξιοδοτηθεί με βάση τις διατάξεις του ήδη συγχωνευθέντος Ταμείου (ΤΑΤ και ΜΓΤ). Με την 23124/19-12-1996 απόφαση της Διευθύντριας του Περιφερειακού Υποκαταστήματος ΙΚΑ Θεσσαλονίκης του απονεμήθηκε κύρια σύνταξη λόγω γήρατος από 1-5-1996, ποσού 103.233 δρχ., κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του άρθρου 2 του ν. 1276/1982, καθόσον, καθορίσθηκε βάσει των ανωτέρω διατάξεων ο συντάξιμος μισθός του σε 114.738 δρχ., το δε ποσοστό ασφάλισής του σε 75,52 %. Η προσφυγή που άσκησε ο …… κατά της 65/Συν. 9/22-1-1998 απόφασης της Β΄ Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής του ανωτέρω Υποκαταστήματος του ΙΚΑ, με την οποία απορρίφθηκε ένστασή του κατά της προαναφερθείσας απόφασης της Διευθύντριας έγινε δεκτή με την 2797/2000 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης. Με την απόφαση αυτή κρίθηκε ότι μη νομίμως προσδιορίσθηκε ο συντάξιμος μισθός του με βάση τους περιορισμούς της διάταξης του άρθρου 2 παρ. 2 εδαφ. δεύτερο του ν. 1276/1982, η οποία αντίκειται στην αρχή της ισότητας και επομένως δεν ήταν εφαρμοστέα, και συνακόλουθα ότι ο υπολογισμός της σύνταξης έπρεπε να γίνει, από 11-5-1996, με βάση το συνολικό ποσό του μέσου όρου των αποδοχών του κατά την τελευταία τριετία της ασφάλισής του, για τις οποίες είχαν καταβληθεί οι αντίστοιχες εισφορές, δηλαδή με βάση το ποσό των 348.250 δρχ. που αποτελεί και το συντάξιμο μισθό του. Σε συμμόρφωση προς την απόφαση αυτή η Διευθύντρια του ΙΚΑ εξέδωσε την 1545/24-1-2001 απόφαση με την οποία ανακάλεσε την προηγούμενη 23124/19-12-1996 ομοία και απένειμε σύνταξη γήρατος στον ……… από 1-5-1996 ποσού 273.234 δρχ., με την επιφύλαξη επιστροφής, εντόκως, ως αχρωστήτως καταβληθέντων των επιπλέον ποσών συντάξεων, σε περίπτωση που γινόταν δεκτή η από 23-11-2000 έφεση που είχε ασκήσει το ΙΚΑ κατά της ως άνω δικαστικής απόφασης. Η εν λόγω έφεση του ΙΚΑ απορρίφθηκε με την 57/2004 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης. Ειδικότερα, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο έκρινε ότι, εφόσον η προσδιοριζόμενη κατά τις διατάξεις του άρθρου 2 του Ν. 1276/1982 σύνταξη καταβάλλεται αποκλειστικά από κρατήσεις επί των αποδοχών των ασφαλισμένων του ανωτέρω Ταμείου και όχι από κοινωνικούς πόρους, έχει αμιγώς ανταποδοτικό χαρακτήρα και, επομένως, η διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 2 του Ν. 1276/1982 είναι ανίσχυρη, καθόσον εισάγει συνταγματικώς (άρθρα 4 και 22 παρ. 4 του Συντάγματος) ανεπίτρεπτη παρέκκλιση από τον κανόνα ότι το ύψος της σύνταξης είναι ανάλογο προς τις καταβληθείσες από τον ασφαλισμένο εισφορές. Η από 1-11-2004 αίτηση αναίρεσης που άσκησε το ΙΚΑ κατά της απόφασης αυτής έγινε δεκτή, με την 341/2008 απόφαση του Σ.Τ.Ε.. Με την απόφαση αυτή κρίθηκε ότι δεν αποτελεί συνταγματικώς κατοχυρωμένο κανόνα η ύπαρξη πλήρους ανταποδοτικότητας μεταξύ ασφαλιστικών εισφορών και ασφαλιστικών παροχών, παραπέμφθηκε δε η υπόθεση στο Διοικητικό Εφετείο για νέα κρίση. Το Διοικητικό Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την 133/24-1-2011 απόφαση, έκρινε ότι ορθώς ο συντάξιμος μισθός του …… υπολογίσθηκε κατ’ εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 2 [παρ. 2 εδ. δεύτερο] του Ν. 1276/1982, η οποία δεν αντίκειται στην αρχή της ισότητας, καθόσον ο κοινός νομοθέτης δεν κωλύεται να μεταβάλει το σύστημα συνταξιοδότησης κατηγοριών ασφαλισμένων, ιδίως δε το ύψος των ασφαλιστικών παροχών ακόμη και με μείωση για τον εφεξής χρόνο, διάταξη η οποία δεν είναι ανίσχυρη, όπως εσφαλμένα είχε κριθεί από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο. Κατόπιν αυτού, έκανε δεκτή την έφεση του ΙΚΑ κατά της 2797/2000 απόφασης του Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, την οποία εξαφάνισε και, κρίνοντας επί της προσφυγής του ….. κατά της 65/Συν.9/22.1.1998 απόφασης της Β΄ ΤΔΕ Περιφερειακού Υποκαταστήματος ΙΚΑ Θεσσαλονίκης, την απέρριψε. Σε συμμόρφωση προς την απόφαση αυτή ο Διευθυντής του ως άνω Περιφερειακού Υποκαταστήματος, με την 11947/31-5-2011 απόφασή του, μεταξύ άλλων, ανακάλεσε την 1545/21-1-2001 απόφαση, που είχε εκδοθεί σε συμμόρφωση προς την 2797/2000 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης περί απονομής σύνταξης στον …. ποσού 273.234 δρχ., επαναφέροντας σε ισχύ την 23124/19-12-1996 απόφαση, με την οποία του είχε απονεμηθεί σύνταξη ποσού 103.233 δρχ. και παρήγγειλε την επιστροφή των αχρεωστήτως από 1-5-1996 επιπλέον καταβληθέντων ποσών συντάξεων, εντόκως προς 5%. Κατά του μέρους της 11947/31-5-2011 απόφασης του Διευθυντή του ως άνω Περιφερειακού Υποκαταστήματος, με το οποίο παραγγέλθηκε η επιστροφή, εντόκως, των αχρεωστήτως, από 1-5-1996, επιπλέον καταβληθέντων ποσών συντάξεων, η ήδη εφεσίβλητη και οι ……. ….., χήρα και τέκνα του ……, ο οποίος απεβίωσε στις 11-5-2011, άσκησαν την από 6-9-2011 ένσταση στην Τ.Δ.Ε., και, εν συνεχεία, κατά της τεκμαιρόμενης σιωπηρής απόρριψής της, την ένδικη προσφυγή. Με την προσφυγή ισχυρίσθηκαν ότι αντίκειται στις αρχές της χρηστής διοίκησης η αναζήτηση των αχρεωστήτως, από 1-5-1996, επιπλέον καταβληθέντων ποσών συντάξεων του συζύγου και πατέρα τους, με την 11947/31-5-2011 απόφαση του Διευθυντή του ως άνω Περιφερειακού Υποκαταστήματος ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, ήτοι μετά από 15 χρόνια, καθόσον αυτός εισέπραττε τα εν λόγω ποσά καλόπιστα. Επιπλέον, η ήδη εφεσίβλητη ισχυρίσθηκε ότι η επιστροφή των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών, τα οποία ανέρχονται εν συνόλω σε 179.990 ευρώ, θα έχει απρόβλεπτες οικονομικές συνέπειες για τη διαβίωσή της. Προς απόδειξη των ισχυρισμών της προσκόμισε στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, μεταξύ άλλων : α) τις 12921 και 12922/7-6-2011 αποφάσεις του Διευθυντή του ίδιου ως άνω Περιφερειακού Υποκαταστήματος, με τις οποίες απονεμήθηκε στην εφεσίβλητη κύρια και επικουρική σύνταξη λόγω θανάτου του συζύγου της από 1-6-2011, ύψους 438,16 ευρώ και 239,66 ευρώ, αντίστοιχα, β) την …./9-9-2005 πράξη της συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης Αικατερίνης Εξαδακτύλου, με την οποία η εφεσίβλητη αποδέχθηκε την εκ διαθήκης επαχθείσα σε αυτήν κληρονομία του πατέρα της, αποτελούμενη 1) από έναν αγρό στη θέση «….» της κτηματικής περιοχής του Δημοτικού Διαμερίσματος ….υ, έκτασης 9,5 στρεμμάτων, και 2) από 300 τετραγωνικά οικοπεδικής έκτασης που βρίσκεται στην ίδια ως άνω κτηματική περιοχή, στο οποίο αυτή δήλωσε ότι έχτισε ισόγεια κατοικία 93,85 τ.μ. και μία μεζονέτα 78,80 τ.μ. και προέβη στη σύσταση κάθετης και οριζόντιας ιδιοκτησίας στην ανωτέρω έκταση των 300 τ.μ. γ) την ../9-9-2005 πράξη της συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης Αικατερίνης Εξαδακτύλου, με την οποία η εφεσίβλητη μεταβίβασε με γονική παροχή στην κόρη της …… την πλήρη κυριότητα του ποσοστού 1/2 εξ αδιαιρέτου του ως άνω αγροτεμαχίου, αξίας 4.318,04 ευρώ, δ) την 25862/9-9-2005 πράξη της ίδιας ως άνω συμβολαιογράφου περί γονικής παροχής της εφεσίβλητης προς τον υιό της ….. της πλήρους κυριότητας του 1/2 εξ αδιαιρέτου του αγροτεμάχιου που κληρονόμησε από τον πατέρα της και της ψιλής κυριότητας της ισόγειας κατοικίας και της μεζονέτας επί της προαναφερόμενης οικοπεδικής έκτασης 300 τ.μ., παρακρατώντας την επικαρπία για τον εαυτό της, ε) δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος του αποβιώσαντος οικονομικών ετών 2009 και 2010, από τις οποίες προκύπτει ότι ο σύζυγός της δήλωνε ετήσιο καθαρό εισόδημα από κύριες συντάξεις ύψους 17.441,59 ευρώ και 17.197,91 ευρώ, αντίστοιχα, και από επικουρικές συντάξεις ύψους 4.793,06 ευρώ και 4.725,95 ευρώ, αντίστοιχα, και δεν είχε άλλο εισόδημα, στ) την από 2-9-2011 βεβαίωση της Μεταγραφοφύλακα Θεσσαλονίκης ότι μέχρι την 29-8-2011 ο …… δεν είχε στο εν λόγω Υποθηκοφυλακείο μερίδα στο όνομά του, ζ) δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος οικονομικών ετών 2012, 2013, 2014 και φορολογικών ετών 2014, 2015 και 2016, από τις οποίες προκύπτει ότι η εφεσίβλητη δήλωσε μόνο εισοδήματα από κύριες συντάξεις (3.563,42 ευρώ για το 2012, 5.839,56 ευρώ για το 2013, 5.0417,56 ευρώ για το οικονομικό και φορολογικό έτος 2014, 4.994,99 για το 2015 και 5.073,89 ευρώ για το 2016) και επικουρικές συντάξεις (1.959,36 ευρώ για το 2012, 2.808,74 ευρώ για το 2013, 2.931,27 ευρώ για το οικονομικό έτος 2013 και 2.339,56 για το φορολογικό έτος 2014, 2.206,94 ευρώ για το 2015 και 2.172,78 ευρώ για το 2016) συντάξεις, καθώς και από ΕΚΑΣ κατά το οικονομικό έτος 2014 και τα φορολογικά έτη 2014, 2015 και 2016, ύψους 2.760,00 ευρώ, 800,00 ευρώ, 2.320,00 ευρώ και 1.150 ευρώ, αντίστοιχα, η) βεβαίωση δηλωθείσας περιουσιακής κατάστασης την 20η-11-2017, από την οποία προκύπτει ότι έχει την ψιλή κυριότητα μίας οικίας 93,85 τ.μ. στην οδό ……, μίας μεζονέτας 78,80 τ.μ. στην ίδια οδό, και 4,54 ποσοστού συνιδιοκτησίας ενός οικοπέδου 1.113 τ.μ. στην ως άνω οδό, θ) μηνιαία εκκαθαριστικά σημειώματα συντάξεων Ιανουαρίου έως Ιουνίου 2015, από τα οποία προκύπτει ότι το συνολικό ποσό της σύνταξης (κύριας και επικουρικής) που ελάμβανε από το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ ανερχόταν σε 560,23 ευρώ. Με την εκκαλουμένη απόφαση κατ’ αρχάς κρίθηκε ότι οι ……, ενόψει του ότι προέβησαν σε απόλυτη αποποίηση της κληρονομίας του θανόντος πατέρα τους ……, δεν είχαν κατά τον χρόνο άσκησης της ένστασης άμεσο και προσωπικό έννομο συμφέρον, και η προσφυγή απορρίφθηκε κατά το μέρος που ασκήθηκε από αυτούς. Περαιτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη ότι η επιστροφή των αχρεωστήτως καταβληθεισών στον …… συνταξιοδοτικών παροχών παραγγέλθηκε με την 11947/31-5-2011 απόφαση του Διευθυντή του Περιφερειακού Υποκαταστήματος ΙΚΑ-ΕΤΑΜ σε συμμόρφωση με δικαστική απόφαση, καθώς και ότι μεταξύ της χορήγησης των παροχών (το έτος 2001, με αναδρομή στο έτος 1996) και της αναζήτησής τους (το έτος 2011) εντόκως προς 5%, μεσολάβησε χρονικό διάστημα δέκα περίπου ετών (και δεκαπέντε περίπου ετών από το έτος στο οποίο ανέτρεξε η καταβολή της σύνταξης), έκρινε ότι το χρονικό αυτό διάστημα υπερβαίνει, ενόψει και της όλης διαδικαστικής πορείας της υπόθεσης, το εύλογο. Περαιτέρω, αφού έλαβε υπόψιν του ότι από τα προσκομισθέντα στοιχεία προκύπτει ότι η μεταβιβασθείσα στην εφεσίβλητη σύνταξη λόγω θανάτου του συζύγου της είναι το μοναδικό της εισόδημα, που καλύπτει τις βασικές ανάγκες επιβίωσής της, δεν έχει δε άλλη περιουσία, πλην της επικαρπίας μίας ισόγειας κατοικίας, όπου και κατοικεί, μίας μεζονέτας και ενός αγρού, που περιήλθαν σε αυτήν με διαθήκη από τον πατέρα της, των οποίων η ψιλή κυριότητα έχει μεταβιβασθεί από το έτος 2005 στον υιό της, έκρινε ότι, ενόψει και του ότι του ιδιαίτερα υψηλού ποσού των συντάξεων, το οποίο είχε διαμορφωθεί έως 30-9-2011 σε 130.506,62 ευρώ για κεφάλαιο και 51.658,61 ευρώ για τόκους, η επιστροφή των ποσών των συντάξεων που αχρεωστήτως είχε λάβει από το ΙΚΑ ο σύζυγός της και μάλιστα εντόκως θα κλονίσει σοβαρά την οικονομική της κατάσταση. Κατόπιν αυτών έκανε δεκτή την προσφυγή κατά το μέρος της αυτό και ακύρωσε την σιωπηρή απόρριψη της ένστασης από την Τ.Δ.Ε.
4. Επειδή, την κρίση αυτή της εκκαλουμένης αμφισβητεί το εκκαλούν με την κρινόμενη έφεση. Προς τούτο προβάλλει ότι στοιχειοθετείται αδιαμφισβήτητα ο δόλος τόσο του αποβιώσαντος όσο και της εφεσίβλητης, καθόσον για χρονικό διάστημα 15 ετών, ήτοι από το έτος 1996 έως το έτος 2011, το ύψος της καταβλητέας σύνταξης του αποβιώσαντος βρίσκονταν υπό δικαστική αμφισβήτηση. Τέλος, προβάλλει ότι από την έκδοση της 341/2008 απόφασης του Σ.τ.Ε. μέχρι την έκδοση της 11947/31-5-2011 απόφασης του Διευθυντή του ΙΚΑ με την οποία σε συμμόρφωση με την 133/2011 απόφαση του Δ. Εφετ. Θεσ/νίκης επαναφέρθηκε σε ισχύ η 23124/19-12-1996 απόφαση του Διευθυντή του ΙΚΑ, μεσολάβησε χρονικό διάστημα περίπου τριών ετών, το οποίο είναι εύλογο.
5. Επειδή, σύμφωνα με τις προεκτεθείσες διατάξεις και την ερμηνεία τους, ενόψει του ότι μεταξύ της 1545/24-1-2001 απόφασης της Διευθύντριας του ΙΚΑ, η οποία εκδόθηκε σε συμμόρφωση προς την 2797/2000 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, και της εκδοθείσας σε συμμόρφωση προς την 133/2011 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης 11947/31-5-2011 απόφασης του Διευθυντή του ΙΚΑ, με την οποία ανακλήθηκε η ως άνω 1545/24-1-2001 απόφαση της Διευθύντριας του ΙΚΑ, επαναφέρθηκε σε ισχύ η 23124/1996 ομοία, και διατάχθηκε η επιστροφή των αχρεωστήτως από 1-5-1996 καταβληθέντων ποσών συντάξεων, εντόκως προς 5%, μεσολάβησε χρονικό διάστημα πλέον των δέκα ετών, το οποίο υπερβαίνει, ενόψει και της όλης διαδικαστικής πορείας της υπόθεσης, το εύλογο (πρβλ. Σ.τ.Ε. 3415/2013). Επιπλέον, στην προκειμένη περίπτωση ενόψει του ύψους του καταλογισθέντος ποσού, το οποίο ανήλθε έως 30-9-2011 σε 130.506,62 ευρώ για κεφάλαιο και 51.658,61 ευρώ για τόκους, και του ότι, όπως προκύπτει από τα προσκομισθέντα από την εφεσίβλητη στοιχεία, το μοναδικό εισόδημα που καλύπτει τις βασικές ανάγκες επιβίωσής της είναι η σύνταξη γήρατος που της μεταβιβάσθηκε λόγω θανάτου του συζύγου της, ποσού 438,16 ευρώ και 239,66 ευρώ για κύρια και επικουρική σύνταξη, αντίστοιχα, ενώ, δεν έχει άλλη περιουσία, πλην της επικαρπίας μίας ισόγειας κατοικίας 93,85 τ.μ., όπου και κατοικεί, καθώς και της επικαρπίας οικίας 78,80 τ.μ., επί ποσοστού εξ αδιαιρέτου οικοπέδου, η υποχρέωση της εφεσίβλητης να επιστρέψει, και μάλιστα εντόκως, τις παροχές αυτές θα κλόνιζε σοβαρά την οικονομική της κατάσταση. Επομένως, εν προκειμένω, κατ’ εξαίρεση, ενόψει των συγκεκριμένων συνθηκών, δεν εφαρμόζεται ο κανόνας που θέτει η διάταξη του άρθρου 40 παρ. 4 του Α.Ν. 1846/1951, κατά τον οποίο κάθε παροχή που καταβλήθηκε αχρεωστήτως από το Ι.Κ.Α. επιστρέφεται σ’ αυτό εντόκως, όπως ορθά κρίθηκε με την εκκαλουμένη απόφαση, και τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την έφεση είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.
6. Επειδή, κατ’ ακολουθίαν, η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί. Τέλος, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων, να απαλλαγεί ο εκκαλών Φορέας των δικαστικών εξόδων (άρθρο 275 παρ. 1 του Κ.Δ.Δ.).
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Απορρίπτει την έφεση.
Απαλλάσσει τον εκκαλούντα Φορέα των δικαστικών εξόδων.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στις 22-6-2020 στη Θεσσαλονίκη, με τη σύνθεση που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας, υπογράφεται όμως από τον αρχαιότερο δικαστή της σύνθεσης Αναστάσιο Χασιακό, Εφέτη Δ.Δ., λόγω συνταξιοδότησης της Προεδρεύουσας Βασιλικής Δάγκα, Εφέτη Δ.Δ.
Θωμάς Καλοκύρης
Δικηγόρος Παρ’ Εφέταις
Υπ. Διδάκτωρ Νομικής ΑΠΘ