Το Ειρηνοδικείο Ξάνθης, επί υποθέσεως που χειρίστηκε επιτυχώς το γραφείο μας, με την υπ’ αριθ. 155/2024 Απόφασή του, απέρριψε την προσφυγή του αντιδίκου ΕΦΚΑ κατά της απαλλαγής του εντολέα μας, σύμφωνα με τις διατάξεις του Πτωχευτικού Νόμου (Ν. 4738/2020).
Ειδικότερα, το Δικαστήριο, αποδεχόμενο τους ισχυρισμούς μας, έκρινε, μεταξύ άλλων, ότι :
“Μόνο η καθυστερημένη υποβολής αίτησης πτώχευσης δεν αρκεί για να θεωρηθεί ότι η καθυστέρηση αυτή ήταν υπαίτια. Περαιτέρω στην υπό κρίση περίπτωση το προσφεύγον δεν αναφέρει κάποιο επιπλέον στοιχείο, που να θεμελιώνει τυχόν υπαιτιότητα του πτωχού ή ότι η καθυστέρηση στην κατάθεση της αίτησης πτώχευσης έγινε προς όφελος του πτωχού και προς ζημία των πιστωτών, συνεπώς και αυτός ο ισχυρισμός θα πρέπει να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμος […..] Κατ’ ακολουθίαν όλων των προαναφερόμενων, πρέπει η υπό κρίση προσφυγή να απορριφθεί στο σύνολο της ως ουσιαστικά αβάσιμη και να καταδικαστεί ο προσφεύγων στα δικαστικά έξοδα του καθ’ ού λόγω της ήττας του.
Ακολουθεί η υπ’ αριθ. 155/2024 Απόφαση Ειρηνοδικείου Ξάνθης
ΑΡΙΘΜΟΣ 155/2024
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΞΑΝΘΗΣ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ: Εκουσίας δικαιοδοσίας
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από την Ειρηνοδίκη Ξάνθης Αικατερίνη Καζόλη, παρουσία και της Γραμματέα…
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του την 15η Απριλίου 2024 για να δικάσει την παρακάτω υπόθεση:
Προσφεύγων: Του Ν.Π.Δ.Δ. µε την επωνυμία «Ηλεκτρονικός Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης (6- Ε.Φ.Κ.Α.)», ……… το οποίο παραστάθηκε διά της πληρεξουσίας δικηγόρου του ………, που κατέθεσε στην έδρα έγγραφο σημείωμα προτάσεων.
Καθ’ ου: …………., ως φυσικό πρόσωπο µε πτωχευτική ικανότητα, για οφειλές προερχόμενες από προσωπική ασφάλιση ως µη μισθωτός και ως µέλος της …………. ο οποίος παραστάθηκε διά του πληρεξουσίου του δικηγόρου Καλοκύρη Θωμά (ΔΣ Θεσσαλονίκης 11982), που κατέθεσε στην έδρα έγγραφο σημείωμα προτάσεων.
Το προσφεύγον Ν.Π.Δ.Δ. ζητεί να γίνει δεκτή η από 30-10-2023 προσφυγή του, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, µε αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου …../2023, η συζήτηση της οποίας προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας.
Κατά την εκφώνηση της υποθέσεως µε τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και κατά τη συζήτηση της, η πληρεξούσια δικηγόρος του προσφεύγοντος Ν.Π.Δ.Δ. ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα µε τη διάταξη του άρθρου 192 παρ. 1 του Ν. 4738/2020 «Με την επιφύλαξη της παρ. 2, ο οφειλέτης – φυσικό πρόσωπο απαλλάσσεται πλήρως από κάθε οφειλή προς τους πτωχευτικούς πιστωτές, ανεξαρτήτως του αν έχουν αναγγελθεί ή όχι, τριάντα έξι (36) μήνες από την ημερομηνία κήρυξης της πτώχευσης ή την καταχώρηση της παρ. 4 του άρθρου 77, εκτός εάν εντός της παραπάνω προθεσμίας υποβληθεί προσφυγή οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον κατά της απαλλαγής του. Η απαλλαγή έχει ως συνέπεια και την παύση των στερήσεων δικαιωμάτων τις οποίες συνεπάγεται η πτώχευση», ενώ στις παραγράφους 1, 2 και 3 του άρθρου 193 του ίδιου ως άνω νόμου προβλέπεται η δυνατότητα προσφυγής κατά της αυτοδίκαιης απαλλαγής του οφειλέτη και ειδικότερα στην παρ. 1, όπως αυτή αντικαταστάθηκε από το άρθρο 35 παρ. 21 του Ν. 4818/2021, προβλέπεται ότι «1. Η προσφυγή κατά της απαλλαγής ασκείται παραδεκτά στο πτωχευτικό δικαστήριο εφόσον, ο προσφεύγων επικαλείται ότι η αδυναμία εκπλήρωσης την οποία διαπιστώνει η απόφαση που κηρύσσει την πτώχευση, οφείλεται σε δόλιες ενέργειες του οφειλέτη ή ότι, ο οφειλέτης δεν επέδειξε καλή πίστη είτε κατά την κήρυξη της πτώχευσης είτε και κατά τη διάρκεια της, δεν έχει υπάρξει συνεργάσιμος µε τα όργανα της πτώχευσης, έχει δολίως αποκρύψει εισοδήματα ή περιουσιακά στοιχεία κατά τη διάρκεια της πτωχευτικής διαδικασίας ή ότι είτε εκκρεμεί ποινική δίωξη κατά του οφειλέτη για κάποια από τις πράξεις του Ενάτου Μέρους του Δεύτερου Βιβλίου ή για κάποια από τις κακουργηματικές πράξεις της κλοπής, απάτης, υπεξαίρεσης ή πλαστογραφίας, ή για το αδίκημα της καταδολίευσης δανειστών ή ότι έχει καταδικαστεί για κάποια από αυτές τις πράξεις, στην παρ. 2 ορίζεται ότι «Σε περίπτωση προσφυγής, το πτωχευτικό δικαστήριο, ύστερα από σχετική έκθεση του εισηγητή, στην οποία καταχωρούνται και οι τυχόν παρατηρήσεις του οφειλέτη και των πιστωτών, και αφού ακούσει τον σύνδικο, αποφασίζει περί της απαλλαγής. Εάν το πτωχευτικό δικαστήριο κρίνει ότι δεν ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις απαλλαγής, δύναται µε αιτιολογημένη απόφαση του, να θέσει προθεσμία στον οφειλέτη για την ικανοποίηση τους, να περιορίσει την απαλλαγή ως προς ορισμένα µόνο χρέη ή να ορίσει εξαιρετικά μεγαλύτερη προθεσμία απαλλαγής, παρέχοντας σε κάθε περίπτωση δέουσα αιτιολόγηση τυχόν παρεκκλίσεων από την προβλεπόμενη προθεσμία γενικής απαλλαγής της παρ. 1 του άρθρου 192» και στην παρ. 3 προβλέπεται ότι «Αν η προσφυγή επικαλείται ποινική δίωξη ή καταδίκη για κάποια από τις πράξεις της παρ. 1, το πτωχευτικό δικαστήριο μπορεί να αναβάλει την απόφαση του µέχρι την αμετάκλητη περάτωση της ποινικής διαδικασίας». Ακολούθως, στη διάταξη του άρθρου 194 του Ν. 4738/2020 ορίζεται ότι «1. Ο οφειλέτης δεν απαλλάσσεται από οφειλές που δημιουργήθηκαν μετά την υποβολή της αίτησης πτώχευσης (σε περίπτωση χρεών προς το Δημόσιο κρίσιμος χρόνος είναι ο χρόνος στον οποίο ανάγεται η υποχρέωση και όχι ο χρόνος δημιουργίας του νόμιμου τίτλου) και οφειλές από δόλο ή βαρεία αμέλεια, που προκάλεσε θάνατο ἡ σωματική βλάβη προσώπου, οφειλές από τα αδικήματα του Ν. 4557/2018 και οφειλές διατροφής» και «2. Σε περίπτωση που μετά την απαλλαγή οφειλέτη αποδειχθεί ότι παρέλειψε δολίως ή από βαριά αμέλεια την αποκάλυψη της οικονομικής και περιουσιακής του κατάστασης κατά την διάρκεια της πτωχευτικής διαδικασίας ή δεν τήρησε τις υποχρεώσεις του σύμφωνα µε το σχέδιο πληρωμών της παρ. 2 του άρθρου 92, το πτωχευτικό δικαστήριο εντός τριετίας από την επέλευση της απαλλαγής, μπορεί μετά από αίτημα πιστωτή να ανακαλέσει την απαλλαγή εν όλω ἡ εν μέρει ἡ να θέσει προϋποθέσεις της απαλλαγής, όπως την εξόφληση των οφειλόμενων από το σχέδιο πληρωμών», Περαιτέρω, στη διάταξη του άρθρου 195 του Ν. 4738/2020 προβλέπεται η απαλλαγή των εκπροσώπων των νομικών προσώπων, ήτοι κυρίως εταιρειών, από οφειλές για τις οποίες έχουν εκ του νόμου αλληλέγγυα ευθύνη και συγκεκριμένα στην παρ. 1, όπως αυτή τροποποιήθηκε από το άρθρο 35 παρ. 23 του Ν. 4818/2021, ορίζεται ότι «1. Φυσικό πρόσωπο που εκ του νόμου έχει αλληλέγγυα ευθύνη λόγω της εκπροσωπευτικής ή διοικητικής του σχέσης µε οφειλέτη νομικό πρόσωπο, απαλλάσσεται από κάθε ευθύνη για οφειλές του οφειλέτη, που προέκυψαν εντός της ύποπτης περιόδου ή και εντός των τριάντα έξι (36) μηνών που προηγήθηκαν της ύποπτης περιόδου, με την πάροδο τριάντα έξι (36) μηνών από την υποβολή της αίτησης πτώχευσης, ή είκοσι τεσσάρων (24) μηνών από την κήρυξη της πτώχευσης ή την καταχώρηση της παρ. 4 του άρθρου 77, όποιο από τα δυο προηγηθεί χρονικά, εκτός εάν εντός της παραπάνω προθεσμίας υποβληθεί προσφυγή οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον κατά της απαλλαγής του. Ως ύποπτη περίοδος νοείται η οριζόμενη στο άρθρο 116 ή η τεκμαιρόμενη ύποπτη περίοδος του δεύτερου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 81 σε περίπτωση καταχώρησης της παρ. 4 του άρθρου 77, κατά περίπτωση», ενώ στην παρ. 2 προβλέπεται ότι «2. Σε περίπτωση προσφυγής, το πτωχευτικό δικαστήριο, εκτιμώντας τα αίτια και τις συνθήκες της πτώχευσης, ύστερα από σχετική έκθεση του εισηγητή, στην οποία καταχωρούνται και οι τυχόν παρατηρήσεις του οφειλέτη και των πιστωτών, και αφού ακούσει τον σύνδικο, αποφαίνεται υπέρ της απαλλαγής, εάν το φυσικό πρόσωπο επιδεικνύει καλή πίστη τόσο κατά την κήρυξη της πτώχευσης όσο και κατά τη διάρκεια της, είναι συνεργάσιμος με τα όργανα της πτώχευσης, δεν ευθύνεται για πράξη ή παράλειψη του άρθρου 127 και η πτώχευση δεν οφείλεται σε δόλιες ενέργειές του. Δεν απαλλάσσονται πλήρως αυτοί που καταδικάστηκαν για κάποια από τις πράξεις του Ενάτου Μέρους του Δεύτερου Βιβλίου του παρόντος ή για κάποια από τις κακουργηματικές πράξεις της κλοπής, απάτης, υπεξαίρεσης ή πλαστογραφίας του Ποινικού Κώδικα. Αν υπάρχει εκκρεμής ποινική δίωξη ή αστική αγωγή για κάποια από αυτές τις πράξεις ή παραλείψεις, το πτωχευτικό δικαστήριο μπορεί να αναβάλει την απόφασή του μέχρι την αμετάκλητη περάτωση της διαδικασίας. Η απόφαση ανακαλείται, αν επέλθει μεταβολή πραγμάτων που να δικαιολογεί την ανάκληση εντός τριετίας από την επέλευση της απαλλαγής». Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 263 του Ν. 4738/2020, όπως αυτό τροποποιήθηκε από το άρθρο 38 παρ. 4 του Ν. 4818/2021 «Τα άρθρα 195 και 196 εφαρμόζονται και για την απαλλαγή των εκπροσώπων νομικού προσώπου για οφειλές νομικού προσώπου, του οποίου η αίτηση πτώχευσης ή η κήρυξη σε πτώχευση προηγήθηκε της θέσης του παρόντος νόμου σε ισχύ ή του οποίου η αίτηση απορρίφθηκε, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 3 του Ν. 3588/2007. Σε περίπτωση που η προθεσμία, που αφορά την απαλλαγή των εκπροσώπων της παρ. 1 του άρθρου 195 λήξει οποτεδήποτε πριν τις 31.12.2021, τότε η απαλλαγή επέρχεται την 1η.1.2022, ενώ τυχόν προσφυγή μπορεί να ασκηθεί μέχρι τις 31.12.2021». Η εν θέματι προσφυγή σημαίνει την αίτηση ή αγωγή αμφισβήτησης του νόμιμου υπέρ του οφειλέτη, πτωχού, αλλά υπολανθάνοντος – εμμέσως, συναγόμενου – τεκμηρίου ότι ο οφειλέτης, πτωχός, έχοντας περιέλθει σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμών, χωρίς δόλο και χωρίς να βαρύνεται με δίωξη ή καταδίκη για διάπραξη οικονομικών εγκλημάτων, επέδειξε, κατά την ακολουθούσα διαδικασία, καλή πίστη και διάθεση συνεργασίας, εμφανίζοντας και όλα τα περιουσιακά του στοιχεία. Με την προσφυγή του, επομένως, ο προσφεύγων, που έχει έννομο, προς τούτο, συμφέρον (πιστωτής ἡ ο σύνδικος ἡ και ο Εισαγγελέας), οφείλει να ισχυριστεί και να αποδείξει τα αντίθετα των ανωτέρω, ανατρέποντας το τεκμήριο και ζητώντας από το επιλαμβανόμενο της υπόθεσης πτωχευτικό δικαστήριο, ενώπιον του οποίου ασκεί την προσφυγή του να αναγνωρίσει, την εκ του λόγου αυτού αδυναμία επέλευσης της απαλλαγής, την οποία προβλέπει ο νόμος ως αυτοδίκαιη συνέπια της παρόδου απλώς της ορισμένης προθεσμίας. Επί της προσφυγής αυτής το Πτωχευτικό Δικαστήριο, εκτιμώντας τα αίτια και τις συνθήκες της πτώχευσης, ύστερα από σχετική έκθεση του εισηγητή, στην οποία πρέπει να έχουν καταχωρηθεί και οι τυχόν παρατηρήσεις του οφειλέτη και των πιστωτών, και αφού ακούσει το σύνδικο, αποφαίνεται υπέρ της απαλλαγής, εάν το φυσικό πρόσωπο (εκπρόσωπος): α) έχει επιδείξει καλή πίστη, τόσο κατά την κήρυξη της πτώχευσης, όσο και κατά τη διάρκεια της, β) ήταν και είναι συνεργάσιμος µε τα όργανα της πτώχευσης, γ) δεν βαρύνεται µε πράξεις ἡ παραλείψεις πρόκλησης ή παρέλκυσης της πτώχευσης (αρ. 127 ΠτΚ) και δ) η πτώχευση δεν οφείλεται σε δόλιες ενέργειες του. Όσον αφορά δε στην προβλεπόμενη στη διάταξη του άρθρου 195 του Ν. 4738/2020 απαλλαγή των εκπροσώπων του νομικού προσώπου από την αλληλέγγυα προς το νομικό πρόσωπο ευθύνη τους, για οφειλές αυτού έναντι τρίτων, που δημιούργησαν οι ίδιοι µε τη δράση τους, εντός της ύποπτης περιόδου ή και των 36 προηγηθέντων μηνών, η απαλλαγή αυτή αφορά στα φυσικά πρόσωπα που είναι διαχειριστές, ήτοι εκπρόσωποι ή µέλη του διοικητικού οργάνου νομικού προσώπου ή το µμονομελές διοικητικό όργανο. Τα πρόσωπα αυτά φέρουν αλληλέγγυα προς το νομικό πρόσωπο ευθύνη έναντι του δημοσίου, για την πληρωμή οφειλόμενων, φόρου εισοδήματος, τόκων και προστίμων, και για την απόδοση των παρακρατούµενων και µη φόρων, Φ.Π.Α. και όλων των επιρριπτόµενων φόρων, ανεξάρτητα από το χρόνο βεβαίωσης τους, καθώς και για οφειλές του εκπροσωπούμενου από αυτά νομικού προσώπου προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης (βλ. Ψυχομάνη Σ., Πτωχευτικό Δίκαιο, 9η έκδοση, 2021, σ. 572 επ.).
Στην προκειμένη περίπτωση, µε την υπό κρίση προσφυγή του, το προσφεύγον Ν.Π.Δ.Δ. εκθέτει ότι δυνάμει της υπ’ αρίθμ. ……. απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου, δικάζοντος κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, κηρύχθηκε σε κατάσταση πτώχευσης ο ……. Ότι µε την υπ’ αρίθµ. ………. διάταξη της Εισηγήτριας Πτώχευσης του Ειρηνοδικείου Ξάνθης , διατάχθηκε η καταχώριση της διάταξης και του ονόματος του αιτούντος την πτώχευση στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας. Ότι ο καθ’ ού δημιούργησε οφειλές ως µη μισθωτός , συνολικού ύψους 83.341,66 ευρώ. Ότι ο καθ’ ού υπήρξε µέλος της οικογενειακής επιχείρησης ………….., της οποίας η συνολική οφειλή ανέρχεται στο ποσό των 715.081,74 ευρώ. Ότι η ως άνω εταιρεία, µε την υπ’ αρίθµ. …….. κηρύχθηκε σε πτώχευση. Ότι ο καθ’ ού δεν προέβη σε καμία ρύθμιση των οφειλών του και ότι δεν υπέβαλλε έγκαιρα αίτηση πτώχευσης. Με βάση το ιστορικό αυτό, το προσφεύγον Ν.Π.Δ.Δ., επικαλούμενο έννομο συμφέρον ως πιστωτής του καθ’ ού, ζητεί να αποφανθεί το παρόν Δικαστήριο να µην απαλλαγεί ο καθ᾽ ου από το σύνολο των πτωχευτικών χρεών και να καταδικαστεί στην δικαστική δαπάνη του προσφεύγοντος.
Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση προσφυγή, αρμοδίως, καθ’ ύλην και κατά τόπο, εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Περαιτέρω, η υπό κρίση προσφυγή ασκήθηκε εμπρόθεσμα, δεδομένου ότι κατατέθηκε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου στις , ενώ επιπλέον είναι ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 192 έως 196 και 263 του Ν. 4738/2020, όπως αυτές τροποποιήθηκαν με τις διατάξεις του Ν. 4818/2021 και ισχύουν. Συνεπώς, η υπό κρίση προσφυγή καθ’ ο μέρος κρίθηκε παραδεκτή και νόμιμη, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει της υπ’ αριθμ. ……. απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου, δικάζοντος κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, κηρύχθηκε σε κατάσταση πτώχευσης ο ……. . Περαιτέρω, µε την υπ’ αριθμ. …… διάταξη της Εισηγήτριας Πτώχευσης του Ειρηνοδικείου Ξάνθης, διατάχθηκε η καταχώριση της διάταξης και του ονόματος του αιτούντος την πτώχευση στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας, Επιπλέον ο καθ’ ού δημιούργησε οφειλές ως µη μισθωτός, συνολικού ύψους 83.341,66 ευρώ. Παράλληλα, ο καθ’ ού υπήρξε µέλος της οικογενειακής επιχείρησης …….. της οποίας η συνολική οφειλή ανέρχεται στο ποσό των 715.081,74 ευρώ. Περαιτέρω, από κανένα προσκομιζόμενο μετ’ επικλήσεως από το προσφεύγον Ν.Π.Δ.Δ. αποδεικτικό μέσο δεν αποδεικνύεται ότι ο καθ’ ου η προσφυγή, επέδειξε κακή πίστη τόσο κατά την κήρυξη της πτώχευσης όσο και κατά τη διάρκεια της, ή ότι δεν υπήρξε συνεργάσιμος µε τα όργανα της πτώχευσης ἡ ότι τυχόν βαρύνεται µε πράξεις ή παραλείψεις πρόκλησης ή παρέλκυσης της πτώχευσης (αρ. 127 ΠτΚ) ή ότι η πτώχευση οφείλεται σε δόλιες ενέργειες του, ήτοι ουδόλως αποδεικνύεται ότι συντρέχουν εν προκειμένω οι αναφερόμενες στη διάταξη του άρθρου 195 παρ. 2 του Ν. 4738/2020 προϋποθέσεις, προκειμένου το παρόν Δικαστήριο να αποφανθεί υπέρ της µη αυτοδίκαιης απαλλαγής του παραπάνω φυσικού προσώπου, σύμφωνα µε τα διαλαμβανόμενα στη νομική σκέψη στην αρχή της παρούσας. Όσον αφορά δε στον προβαλλόμενο από το προσφεύγον Ν.Π.Δ.Δ. ισχυρισμό ότι δεν πρέπει να λάβει χώρα η αυτοδίκαιη απαλλαγή του καθ’ ου η προσφυγή, καθώς αυτός δεν κατέβαλε ασφαλιστικές εισφορές οι οποίες παραμένουν ανεξόφλητες, αυτός (ο ισχυρισμός) τυγχάνει απορριπτέος ως ουσιαστικά αβάσιμος δεδομένου ότι από Κανένα προσκομιζόμενο µετ’ επικλήσεως αποδεικτικό μέσο δεν αποδεικνύεται ότι ασκήθηκε ποινική δίωξη σε βάρος του καθ’ ου ή ότι εχώρησε ποινική καταδίκη του για µη καταβολή ασφαλιστικών εισφορών. Επιπροσθέτως, ουδόλως αποδείχθηκε ότι ο καθ’ ου η προσφυγή έχει καταδικαστεί για κάποιο από τα αδικήματα της χρεοκοπίας ή της ευνοϊκής μεταχείρισης πιστωτή (αρ. 197 και 198 του Ν. 4798/2020) ἡ για κάποια από τις κακουργηματικές πράξεις της κλοπής, απάτης, υπεξαίρεσης ή πλαστογραφίας του Ποινικού Κώδικα, ούτε ότι υπάρχει εκκρεμής ποινική δίωξη για κάποια από τις προαναφερόμενες αξιόποινες πράξεις. Επιπλέον, µόνο η καθυστερημένη υποβολής αίτησης πτώχευσης δεν αρκεί για να θεωρηθεί ότι η καθυστέρηση αυτή ήταν υπαίτια. Περαιτέρω στην υπό κρίση περίπτωση το προσφεύγον δεν αναφέρει κάποιο επιπλέον στοιχείο, που να θεμελιώνει τυχόν υπαιτιότητα του πτωχού ή ότι η καθυστέρηση στην κατάθεση της αίτησης πτώχευσης έγινε προς όφελος του πτωχού και προς ζημία των πιστωτών, συνεπώς και αυτός ο ισχυρισμός θα πρέπει να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμος. Τέλος, ο προβαλλόμενος από το προσφεύγον Ν.Π.Δ.Δ. ισχυρισμός περί µη συνδρομής στο πρόσωπο του καθ’ ου η προσφυγή των προϋποθέσεων για την αυτοδίκαιη απαλλαγή του, κατ’ άρθρο 195 παρ. 2 του Ν. 4738/2020, λόγω της συμμετοχής του στην ανώνυμη εταιρεία ……………, η οποία τελεί σε κατάσταση πτώχευσης, τυγχάνει ομοίως απορριπτέος, δεδομένου ότι μόνη η συμμετοχή του καθ’ ου στην παραπάνω εταιρεία ουδόλως μπορεί να συνδεθεί µε την πτώχευση της ανωτέρω, ούτε αποτελεί δόλια ενέργεια του καθ’ ου. Κατ’ ακολουθίαν όλων των προαναφερόμενων, πρέπει η υπό κρίση προσφυγή να απορριφθεί στο σύνολο της ως ουσιαστικά αβάσιμη και να καταδικαστεί ο προσφεύγων στα δικαστικά έξοδα του καθ’ ού λόγω της ήττας του.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΟΝΤΑΣ παρουσία των διαδίκων
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την προσφυγή.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον προσφεύγοντα στα δικαστικά έξοδα του καθ’ ού το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των 168 ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στη Ξάνθη στις 19 Αυγούστου 2024.
Θωμάς Στεφ. Καλοκύρης
Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω