Der Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης, επί υποθέσεως που χειρίστηκε επιτυχώς το γραφείο μας, με την υπ’ αριθ. 8677/2025 Απόφασή του, ακύρωσε Διαταγή Πληρωμής και Επιταγής προς πληρωμή από δανειακή σύμβαση και καταδίκασε την καθ’ ης στα δικαστικά έξοδα.
Ειδικότερα το Δικαστήριο, κάνοντας δεκτό το σχετικό λόγο ανακοπής μας, έκρινε, μεταξύ άλλων, ότι: “[…]όταν η απαίτηση συντίθεται από περισσότερα κονδύλια, όπως κεφάλαιο, τόκους συμβατικούς, τόκους υπερημερίας, έξοδα, εισφορά Ν. 128/1975 κλπ, ο περιορισμός τον ποσού, για το οποίο ζητείται η έκδοση διαταγής πληρωμής, επιχειρείται παραδεκτά, μόνον εφόσον διευκρινίζεται από τον αιτούντα σε ποια επιμέρους κονδύλια αφορά ή όταν η απαίτηση περιορίζεται αναλόγως κατά ποσοστό του συνόλου της και επέρχεται, κατά τον τρόπο αυτό, αντίστοιχη μείωση όλων των κονδυλίων, διότι διαφορετικά δεν μπορεί να συγκεκριμενοποιηθεί η απαίτηση, για την οποία έχει ζητηθεί η έκδοση εκτελεστού τίτλου (βλ. ΟλΑΠ 30/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 652/2023, ΑΠ 31/2021, ΑΠ 965/2021)”.
Als nächstes kommt die Nr. 8677/2025 Απόφαση του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης
Αριθμός απόφασης: 8677/2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΟΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
BESONDERES VERFAHREN FÜR EIGENTUMSSTREITIGKEITEN
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από το Δικαστή Νικόλαο Μάνο, Πρωτοδίκη ειδικής επετηρίδας, που ορίσθηκε από τον Πρόεδρο τον Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης τον Πρωτοδικείου και τη Γραμματέα ..
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό τον στις 18 Μαρτίου 2025, για να δικάσει τη με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 13389/11184/2022 ανακοπή με αντικείμενο την ακύρωση διαταγής και της επιταγής προς πληρωμή μεταξύ των: ΤΗΣ ΑΝΑΚΟΠΤΟΥΣΑΣ: ………………. η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της Θωμά Καλοκύρη (ΑΜ 11982), ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.
ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: ……………
Η ανακόπτουσα ζητά να γίνει δεκτή η από 4.7.2022 ανακοπή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία τον παρόντος Δικαστηρίού ……, δικάσιμος της οποίας ορίσθηκε αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας. Κατά τη σημερινή δημόσια συζήτηση της υπόθεσης, παραστάθηκε η ανακόπτουσα, όπως σημειώνεται παραπάνω κατ ο πληρεξούσιος δικηγόρος της ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και στις προτάσεις που κατέθεσε στο ακροατήριο.
Studieren Sie die Literatur
GEMÄSS DEM GESETZ BERÜCKSICHTIGT
[…] Σύμφωνα με το άρθρο 623 ΚΠολΔ, μπορεί, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 624 έως 634 ταν Κώδικα, να ζητηθεί η έκδοση διαταγής πληρωμής για χρηματικές απαιτήσεις ή απαιτήσεις παροχής χρεογράφων, εφόσον η απαίτηση και το οφειλόμενο ποσό αποδεικνύονται με δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο. Η απαίτηση, που μπορεί να αποδεικνύεται κατ από συνδυασμό περισσότερων τέτοιων εγγράφων, πρέπει, κατά το άρθρο 624 παρ. Ι τον ίδιον Κώδικα, να μην εξαρτάται από αίρεση, προθεσμία, όρο ή αντιπαροχή και να είναι ορισμένο το οφειλόμενα ποσό χρημάτων ή χρεογράφων (ΑΠ 1349 /2013). Κατά την παρ. 2 τον άρθρον 626 ΚΠολΔ, το δικόγραφο της αιτήσεως για έκδοση διαταγής πληρωμής πρέπει να περιέχει, μεταξύ άλλων, την απαίτηση και το ακριβές ποσό των χρημάτων ή των χρεογράφων, κατά δε την παρ. 3 τον ίδιον άρθρον, στην αίτηση πρέπει να επισυνάπτονται και όλα τα έγγραφα, από τα οποία προκύπτει η απαίτηση και το ποσό της. Από τις διατάξεις αυτές, παν δεν περιλαμβάνούν παραπομπή στο άρθρο 216 παρ. 1 περ. α ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με εκείνη του άρθρον 623 τον ίδιου κώδικα, προκύπτει ότι στο δικόγραφο της αιτήσεως για την έκδοση διαταγής πληρωμής, για τον προσδιορισμό της χρηματικής απαιτήσεως, για την οποία ζητείται η έκδοσή της, δεν απαιτείται να παρατίθεται το σύνολο των γενεσιουργών της απαιτήσεως περιστατικών, αλλά αρκεί η παράθεση πραγματικών περιστατικών που εξατομικεύούν την απαίτηση από πλευράς αντικειμένου, είδους και τρόπον γενέσεώς της και που δικαιολογούν συμπέρασμα αντίστοιχης συγκεκριμένης οφειλής εκείνου, κατά τον οποίου απευθύνεται η αίτηση, έναντι τον αιτούντος και, περαιτέρω, απαιτείται να επισυνάπτονται στην αίτηση τα έγγραφα εκείνα, από τα οποία προκύπτει η απαίτηση και το ποσό της, (ΑΠ 1369/2022, ΑΠ 1268/2022, ΑΠ 1071/2017). Επειδή η διαταγή πληρωμής δεν είναι δικαστική απόφαση, δεν έχει ανάγκη από πλήρεις αιτιολογίες, αλλά αρκεί να αναφέρει την αιτία της πληρωμής, δηλαδή το είδος της δικαιοπραξίας, από την οποία γεννήθηκε η απαίτηση, έστω και συνοπτικά, εφόσον δεν δημιουργείται καμία αμφιβολία ως προς την αιτία της πληρωμής και δεν είναι αναγκαίο να περιγράφονται τα πραγματικά περιστατικά που συνιστούν την αιτία αυτή, αρκεί η απαίτηση να εξατομικεύεται και να μη δημιουργείται αμφιβολία για την ταυτότητά της. Απαιτείται ακόμη να αναφέρεται το καταβλητέο ποσό χρημάτων, προκειμένού η απαίτηση να είναι εκκαθαρισμένη κατά την έννοια τον άρθρον 916 ΚΠολΔ και να μπορεί έτσι η διαταγή πληρωμής να λειτουργήσει πράγματι ως εκτελεστός τίτλος, είναι δε εκκαθαρισμένη η απαίτηση τον τίτλου, εάν μπορεί να καθορισθεί κατά ποσό με απλό αριθμητικό υπολογισμό ή σύμφωνα με τα περιλαμβανόμενα στον τίτλο στοιχεία, όπως όταν υπάρχει καταδίκη σε τόκούς ορισμένού κεφαλαίου ή των οποίων η έναρξη και το ποσοστό ορίζεται από τον τίτλο ή από το νόμο (ΑΠ 368/2019, ΑΠ 1349/2013, ΑΠ 330/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η ενσωμάτωση στην επιδικασθείσα με τη διαταγή πληρωμής απαίτηση κονδυλίων που δεν στηρίζονται στον νόμο, δεν Θίγει την απόδειξη της απαιτήσεως με έγγραφα, ούτε αυτή καθίσταται ανεκκαβάριστη, αλλά συνεπάγεται ακυρότητα τον αντιστοίχου ποσού της προσβαλλομένης διαταγής πληρωμής (ΑΠ 1133/2022). Περαιτέρω, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 216 παρ. 1, 217, 632 παρ. 1 και 633 παρ. 1 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι κατά της εκδοθείσας διαταγής πληρωμής ο οφειλέτης μπορεί να ασκήσει ανακοπή, η οποία υπόκειται και στη ρύθμιση των άρθρων 583 επ. του ίδιου Κώδικα, προβάλλοντας λόγους που αφορούν είτε στο κύρος της διαταγής πληρωμής για έλλειψη διαδικαστικής προϋποθέσεως, δηλαδή την τυπική ακυρότητα της διαταγής πληρωμής, με την έννοια ότι δεν τηρήθηκαν αι όροι και οι διατυπώσεις που απαιτούνται για την έκδοσή της, κατά τα άρθρα 623 επ. ΚΠολΔ, είτε στην ουσιαστική ακυρότητα αυτής, με την έννοια ότι ο οφειλέτης αμφισβητεί την ύπαρξη της οφειλής τον, προβάλλοντας ανατρεπτικές ή διακωλυτικές ενστάσεις για τη γένεση της απαιτήσεως τον καθ’ ον η ανακοπή. Η ανακοπή του άρθρον 632 ΚΠολΔ ασκείται όπως και η αγωγή και πρέπει στο δικόγραφό της να περιέχονται, κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, όλοι οι λόγοι κατά του κύρους της διαταγής πληρωμής, (ΑΠ 1443/2017, ΑΠ 245/2016, ΑΠ 1652/2014). Στη δίκη επί της ανακοπής η υπόθεση εξετάζεται μόνο στο μέτρο των υποβαλλόμενων λόγων ανακοπής και των τυχόν πρόσθετων λόγων αυτής, με το περιεχόμενο των οποίων, σε συνδυασμό και με το αίτημα αυτής, οριοθετείται το αντικείμενο της δίκης. Αν ο λόγος της ανακοπής είναι τυπικός, όπως συμβαίνει με αυτόν της μη έγγραφης αποδείξεως της απαιτήσεως, για την οποία εκδόθηκε η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής και τον ποσού αυτής, τότε αντικείμενο της δίκης
της ανακοπής δεν καθίσταται και το ζήτημα της υπάρξεως ή μη της απαιτήσεως, για την οποία εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής, αφού, με μόνη τη διαπίστωση της βασιμότητας τον τυπικού αυτού λόγον της ανακοπής, γίνεται δεκτό το αίτημα αυτής και ακυρώνεται άνευ ετέρου η διαταγή πληρωμής, (ΑΠ 1432/2022). Όταν ο ανακόπτων αμφισβητεί την ύπαρξη της οφειλής τον, προβάλλοντας ενστάσεις κατά της απαιτήσεως, είτε καταχρηστικές (εφόσον τα σχετικά δικαιοκωλντικά ή δικαιοφθόρα γεγονότα δεν προκύπτούν από τα υποβαλλόμενα στον δικαστή στοιχεία), είτε γνήσιες, οι λόγοι αυτοί δεν αφορούν στην απαιτούμενη, κατά την παράγραφο 1 τον άρθρον 624 ΚΠολΔ, βεβαιότητα της αξιώσεως και συνεπώς δεν αναιρείται η δυνατότητα εκδόσεως διαταγής πληρωμής, αφού την έκδοση αυτής δεν εμποδίζει οποιαδήποτε ένσταση που μπορεί να επικαλεσθεί ο οφειλέτης. Για το ορισμένο λόγον της ανακοπής, παν δεν έχει αρνητικό απλώς χαρακτήρα, αλλά χαρακτήρα ενστάσεως, δεν αρκεί η γενική αμφισβήτηση της ορθότητας τον λογαριασμού και του ύψούς της απαιτήσεως, αλλά θα πρέπει να προσδιορίζονται συγκεκριμένα κατ’ ιδίαν κονδύλια τον λογαριασμού, δεδομένου ότι, κατά την αληθή έννοια της διατάξεως τον άρθρον 633 παρ. 1 ΚΠολΔ, εάν ο λόγος της ανακοπής είναι βάσιμος κατά ένα μέρος ή εάν με αυτόν βάλλεται βασίμως μερικότερο κονδύλιο της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής, αυτή δεν είναι άκυρη στο σύνολό της, αφού δεν συντρέχει νόμιμος λόγος για την ολική ακύρωσή της, αλλά μόνον κατά το μέρος, κατά το οποίο ευδοκιμεί η ανακοπή κατ κατά το οποίο πρέπει να μειωθεί η οφειλή τον ανακόπτοντος, {ΑΠ 368/2019, ΑΠ 1349]. Εξάλλου, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 106 και 626 παρ 1 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι ο αιτών την έκδοση διαταγής πληρωμής μπορεί να περιορίσει το ποσό, για το οποίο ζητεί την έκδοση, σε μέρος μόνο της απαιτήσεώς του ή των τόκων, έστω και εάν τα προσκομιζόμενα έγγραφα αποδεικνύουν το σύνολο της απαιτήσεως, ο περιορισμός δε τον αιτήματος σε μέρος του κεφαλαίου ή της παρεπόμενης απαιτήσεώς των τόκων αποτελεί άσκηση δικονομικής ευχέρειας τον δανειστή και δεν απαιτείται να αιτιολογείται, (βλ ΑΠ 206/2023, ΑΠ 1512/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 112/2023, ΕφΠειρ 256/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ωστόσο, με τον ανωτέρω περιορισμό δεν πρέπει να προκαλείται αοριστία ως προς το υπόλοιπο τμήμα της απαιτήσεώς, για το οποίο ζητείται η έκδοση εκτελεστού τίτλού. Ειδικότερα, όταν η απαίτηση συντίθεται από περισσότερα κονδύλια, όπως κεφάλαιο, τόκους συμβατικούς, τόκους υπερημερίας, έξοδα, εισφορά Ν. 128/1975 κλπ, ο περιορισμός τον ποσού, για το οποίο ζητείται η έκδοση διαταγής πληρωμής, επιχειρείται παραδεκτά, μόνον εφόσον διευκρινίζεται από τον αιτούντα σε ποια επιμέρους κονδύλια αφορά ή όταν η απαίτηση περιορίζεται αναλόγως κατά ποσοστό τον συνόλού της κατ επέρχεται, κατά τον τρόπο αυτό, αντίστοιχη μείωση όλων των κονδυλίων, διότι διαφορετικά δεν μπορεί να συγκεκριμενοποιηθεί η απαίτηση, για την οποία έχει ζητηθεί η έκδοση εκτελεστού τίτλου (βλ. ΟλΑΠ 30/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 652/2023, ΑΠ 31/2021, ΑΠ 965/2021). Η ανωτέρω διευκρίνιση ως προς τον περιορισμό τον ποσού είναι αναγκαία, διότι ο καθ’ ου η διαταγή πληρωμής, αμυνόμενος κατά του κύρους της, με άσκηση ανακοπής του άρθρου 632 ΚΠολΔ, φέρει, όπως προεκτέθηκε, το δικονομικό βάρος να μην αμφισβητήσει γενικώς την απαίτηση ως προς το ύψος της, αλλά να προσδιορίσει συγκεκριμένα τα κατ’ ιδίαν κονδύλια που προσβάλλει, εφόσον η ευδοκίμηση κάποιον λόγον ανακοπής θα επιφέρει ακυρότητα της διαταγής πληρωμής κατά το αντίστοιχο μέρος, κατά το οποίο θα μειωθεί η οφειλή. Η προσβολή όμως με λόγο ανακοπής συγκεκριμένων κονδυλίων της απαιτήσεώς, που απαρτίζεται από κεφάλαιο, τόκούς, έξοδα κλπ., δεν είναι δυνατή εάν δεν προκύπτει σαφώς, από το περιεχόμενο της διαταγής πληρωμής, ποια είναι τα επιμέρους ειδικότερα κονδύλια που απαρτίζούν την απαίτηση, μετά τον περιορισμό της από τον δανειστή. Επιπρόσθετα, εάν δεν υπάρχει εξειδίκευση ως προς τα κονδύλια πού απαρτίζουν την απαίτηση, όπως περιορίστηκε, δεν μπορεί να κριθεί από το Δικαστήριο εάν οι προ βαλλόμενοι λόγοι ανακοπής είναι λυσιτελείς, (δηλαδή προσβάλλούν κονδύλια που περιλαμβάνονται στην απαίτηση), ώστε να κριθεί περαιτέρω εάν οι λόγοι αυτοί είναι νόμιμοι και βάσιμοι κατ’ ουσίαν. Εξάλλου, σε περίπτωση ευδοκιμήσεως κατ’ ουσίαν κάποιου λόγον ανακοπής, που πλήττει συγκεκριμένο κονδύλιο της συνολικής οφειλής ως προς τη νομιμότητα ή το ύψος τον, (π.χ. τόκοι ή έξοδα), δεν μπορεί το Δικαστήριο να ακυρώσει αντίστοιχα τη διαταγή πληρωμής, διότι δεν μπορεί να προβεί σε αφαίρεση ολοκλήρου τον κονδυλίού από την απαίτηση, όπως αυτή περιορίστηκε, εφόσον δεν είναι σαφές εάν περιλαμβάνεται σε αυτήν (κατ σε ποια έκταση) το πληττόμενο κονδύλιο, ούτε μπορεί να προβεί αυθαιρέτως σε αναλογική μείωση κατά κλάσμα ή εκατοστιαίο ποσοστό τον ποσού της επιδικασθείσας απαιτήσεως, εάν ο αϊτών δεν έχει διευκρινίσει ότι περιορίζει τη συνολική απαίτησή τον σε συγκεκριμένο ποσοστό του συνόλου της (βλ. ΕφΟες 123/2024 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜΠρΟες 11798 /2024 ΤΝΠ ΔΣΑ). Στην προκειμένη περίπτωση, η ανακόπτονσα με τον τρίτο και πέμπτο λόγο της ανακοπής ισχυρίζεται, κατ’ ορθή εκτίμηση των σχετικών λόγων ότι: α) η απαίτηση είναι αβέβαιη και μη εκκαθαρισμένη ως εμπεριέχονσα χρεώσεις παράνομες και χωρίς επαρκή αιτιολογία δεδομένου ότι το συνολικό ποσό που ανέφερε η καθ’ ης στην αίτησή της ανερχόταν σε 29.178,60 ευρώ το οποίο η ίδια περιόρισε στο ποσό των 20.173,68 ευρώ χωρίς περαιτέρω προσδιορισμό τον ποσού αυτού, γεγονός που έχει ως συνέπεια την ακυρότητα της διαταγής πληρωμής και β) δεν προσδιορίζεται το ποσό των τόκων καθώς και το συνολικά οφειλόμενο ποσό για κεφάλαιο τόκους και έξοδα για τους ίδιους λόγους, δηλαδή ότι η ίδια η καθ’ ης προέβη στην αναφορά οφειλόμενού ποσού ύψους 29.178,60 ευρώ το οποίο η ίδια περιόρισε στο ποσό των 20.173,68 εύρώ χωρίς περαιτέρω προσδιορισμό επακριβώς των τόκων και συνεπώς η προσβαλλόμενη από 8.6.2022 επιταγή προς πληρωμή είναι άκυρη. Τούτο διότι δεν προσδιορίζει με ακρίβεια το οφειλόμενο ποσό των τόκων καθώς και το συνολικά οφειλόμενο ποσό για κεφάλαιο, τόκούς κατ έξοδα με συνέπεια να μην προκύπτει με σαφήνεια το ύψος της απαίτησης. Οι λόγοι αυτοί της ανακοπής είναι ορισμένοι και νόμιμοι, κατά τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη και ειδικότερα γιατί με τον περιορισμό δεν πρέπει να προκαλείται αοριστία ως προς το υπόλοιπο τμήμα της απαιτήσεώς, για το οποίο ζητείται η έκδοση εκτελεστού τίτλου. Ειδικότερα, όταν η απαίτηση συντίθεται από περισσότερα κονδύλια, όπως κεφάλαιο, τόκους συμβατικούς, τόκους υπερημερίας, έξοδα, εισφορά Ν. 128/1975 κλπ, ο περιορισμός τον ποσού, για το οποίο ζητείται η έκδοση διαταγής πληρωμής, επιχειρείται παραδεκτά, μόνον εφόσον διευκρινίζεται από τον αιτούντα σε ποια επιμέρους κονδύλια αφορά ή όταν η απαίτηση περιορίζεται αναλόγως κατά ποσοστό τον συνόλου της και επέρχεται, κατά τον τρόπο αυτό, αντίστοιχη μείωση όλων των κονδυλίων, διότι διαφορετικά δεν μπορεί να συγκεκριμενοποιηθεί η απαίτηση, για την οποία έχει ζητηθεί η έκδοση εκτελεστού τίτλού (βλ. ΟλΑΠ 3Q/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 652/2023, ΑΠ 31Ι2021, ΑΠ 965/2021, ΕφΟες 123/2024 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜΠρΟες 11798 /2024 ΤΝΠ ΔΣΑ). Θα πρέπει επομένως οι προβαλλόμενοι λόγοι να εξετασθούν περαιτέρω ως προς την ουσιαστική τους βασιμότητα. Επί των ανωτέρω δύο λόγω ανακοπής, που στρέφονται κατά της διαταγής πληρωμής και της επιταγής προς εκτέλεση, δεν υπάρχει ένσταση, η οποία να εξετάζεται αυτεπαγγέλτως, ενώ ως προς τα αναφερόμενα στην ανακοπή γεγονότα επιτρέπεται ομολογία. Επομένως λόγω της ερημοδικίας της καθ’ ης θεωρούνται ομολογημένοι οι πραγματικοί ισχυρισμοί της ανακόπτουσας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 271 παρ. 3 ΚΠολΔ. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει η υπό κρίση ανακοπή να γίνει δεκτή, κατά παραδοχή των προβαλλόμενων τρίτον και πέμπτου λόγων αυτής, ενώ παρέλκει η έρευνα των λοιπών λόγων, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής και να επιβληθεί εις βάρος της καθ’ ης, λόγω της ήττας και της ερημοδικίας της η δικαστική δαπάνη της ανακόπτονσας σύμφωνα με τα οριζόμενα στο διατακτικό (176, 184, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ). Τέλος πρέπει να οριστεί το νόμιμο παράβολο για την περίπτωση, που η καθ’ ης ασκήσει ανακοπή ερημοδικίας κατά της παρούσας απόφασης (άρθρα 501, 502 παρ. 1 και 505 παρ. 2 ΚΠολΔ, όπως η τελευταία τροποποιήθηκε με τις διατάξεις τον ν. 5134/2024, με έναρξη ισχύος από 16.9.2024), μάνα όσο αφορά την ανακοπή του άρθρου 632 ΚΠολΔ, καθώς ως προς την ανακοπή του άρθρον 933 ΚΠολΔ, δεν επιτρέπεται το ένδικο μέσο της ανακοπής ερημοδικίας (άρθρ. 937 παρ. 1 περίπτωση β τον ΚΠολΔ).
AUS DIESEN GRÜNDEN
ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της καθ’ ης. ΟΡΙΖΕΙ το παράβολο για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) εύρώ.
Gibt dem Einspruch statt.
ABGESAGT την υπ’ αριθ. ………….. Διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης καθώς και την από ….. επιταγή προς πληρωμή που έχει τεθεί κάτω από το ακριβές αντίγραφο τον πρώτον εκτελεστού απογράφού της παραπάνω διαταγής πληρωμής.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την καθ’ ης στη δικαστική δαπάνη τηςανακόπτονσας, το ύψος της οποίας καθορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600,00) εύρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, ΑΠΟΦΑΣΙΣΘΗΚΕ και ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΗΚΕ στη Θεσσαλονίκη, αφού παραδόθηκε καθαρογραμμένη σε πρωτότυπη και ηλεκτρονική μορφή, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό τον, στις 2.5.2025, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και τον πληρεξουσίου δικηγόρου της ανακόπτονσας και θεωρήθηκε αυθημερόν.
Kalokyris Thomas
Anwalt am Obersten Gerichtshof