+30 2310 250060
·
[email protected]
·
周一至周五 09:00-21:00
预约

Ακύρωση Διαταγής Πληρωμής ύψους 300.000,00 ευρώ – Η υπ’ αριθ. 35/2019 Απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αλεξανδρούπολης

Ακολουθεί η από 2 Ιουλίου 2019 και υπ’ αριθ. 35/2019 Απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αλεξανδρούπολης, επί ακόμη μιας υποθέσεως που χειρίστηκε επιτυχώς το γραφείο μας, η οποία δεχόμενη κατά πλειοψηφία την Ανακοπή ακύρωσε εξ΄ολοκλήρου τη Διαταγή Πληρωμής που είχε εκδώσει η Τράπεζα Πειραιώς για το ποσό των 300.000,00 ευρώ.

Συγκεκριμένα, δέχτηκε ότι καταναλωτής είναι και ο έμπορος που λαμβάνει πίστωση από τράπεζα για να καλύψει τις χρηματικές ανάγκες του ως τελικός αποδέκτης υπηρεσιών για να τις καταναλώσει και όχι να τις προσφέρει περαιτέρω με αντάλλαγμα και όταν συνάπτει συναλλαγές που είναι βοηθητικές για τη συγκεκριμένη εμπορική του δραστηριότητα. Συνεπώς, υπάγεται στο Ν. 2251/1994 “περί προστασίας των καταναλωτών” αναφορικά με τις “καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές”.

Εν συνεχεία, έκρινε ότι είναι καταχρηστικός ο όρος της σύμβασης δυνάμει του οποίου το επιτόκιο μιας ημέρας προσδιορίζεται με βάση έτος 360 ημερών, καθότι οι ανακόπτοντες επιβαρύνθηκαν με κατά 1,3889% περισσότερους τόκους, οι οποίοι κατά τη λειτουργία της σύμβασης ανατοκίζονταν από την πρώτη ημέρα καθυστέρησής τους, τα ποσά δε που προέκυπταν από τον ως άνω παράνομο ανατοκισμό ενσωματώνονταν στο κεφάλαιο ανά εξάμηνο, σύμφωνα με το σχετικό όρο της σύμβασης και επανατοκίζονταν ως μέρος του κεφαλαίου, με αποτέλεσμα να καθίσταται η απαίτηση ανεκκαθάριστη στο σύνολο της κατά τη διάταξη του άρθρου 624 ΚΠολΔ.

Κατά συνέπεια, ακύρωσε τη Διαταγή Πληρωμής στο σύνολο της, η οποία είχε εκδοθεί για οφειλή ύψους 300.000,00 ευρώ πλέον τόκων και εξόδων.

Ακολουθεί το κείμενο της Απόφασης (επεξεργασμένη μόνο ως προς τη διαγραφή των ονομάτων των διαδίκων)

ΑΠΟΦΑΣΗ: 35/2019

ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗΣ
ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους δικαστές Σοφία Πλατάκη, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Δημήτριο Θεοδωρακόπουλο, Πρωτόδικη και Δημήτριο Χριστόπουλο, Πρωτόδικη – Εισηγητή, καθώς και από τη γραμματέα Μαρία Νιτσάκη.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια, στο ακροατήριό του, στις 12 Ιουνίου 2019, για να δικάσει την ανακοπή του άρθρου 632 ΚΠολΔ, μεταξύ:

ΤΩΝ ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΩΝ: 1) Ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «………..» που εδρεύει στην Αλεξανδρούπολη ….. και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ……….., 2) ……….. του ….., κατοίκου Αλεξανδρούπολης (…..), με ΑΦΜ ….., 3) …….του ….., κατοίκου Αλεξανδρούπολης, με ΑΦΜ ……. και 4) …….., κατοίκου Αλεξανδρούπολης (……..), με ΑΦΜ….., οι οποίοι παραστάθηκαν διά του πληρεξουσίου τους δικηγόρου 托马斯·卡洛基里斯 του Δ.Σ. Θεσσαλονίκης.

ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: Ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Α.Ε.» που εδρεύει στην Αθήνα (οδός Αμερικής αριθ. 4) και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ 094014298, η οποία παραστάθηκε διά του πληρεξουσίου της δικηγόρου ………..

ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, αφού ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους, ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις που κατέθεσαν.

研究文献
依法考虑

Με την υπό κρίση ανακοπή, οι ανακόπτοντες ζητούν, για τους λόγους που ειδικότερα αναφέρουν σ’ αυτή, την ακύρωση της υπ’ αριθ. 140/1205/Δ.Π./140/21-11-2018 διαταγής πληρωμής της δικαστή του παρόντος Δικαστηρίου, με την οποία υποχρεώθηκαν να καταβάλουν στην καθ’ ης, έκαστος αλληλεγγύως και εις ολόκληρον, το ποσό των 300.000,00€, πλέον τόκων και εξόδων. Η ανακοπή αρμοδίως καθ’ ύλην και κατά τόπο φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου κατά την προκειμένη ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρο 632 παρ. 1 και 2 ΚΠολΔ), έχει δε ασκηθεί νομίμως και εμπροθέσμους, αφού ακριβές αντίγραφο της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής επιδόθηκε στην πρώτη ανακόπτουσα στις 30-11-2018 (όπως αποδεικνύεται από τη σχετική επισημείωση του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αλεξανδρούπολης …. επί του επιδοθέντος αντιγράφου της διαταγής πληρωμής), ενώ ακριβές αντίγραφο της κρινόμενης ανακοπής επιδόθηκε νομίμως στον πληρεξούσιο δικηγόρο της καθ’ ης στις 21-12-2018 (όπως αποδεικνύεται από την υπ’ αριθ. 11138Γ721 -12-2018 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αλεξανδρούπολης ….). Επομένως, πρέπει, να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της.

Όταν με την ανακοπή αμφισβητείται η ύπαρξη ή το ύψος της απαίτησης, ο λόγος αυτός συνιστά άρνηση, αφού ο καθ’ ου η ανακοπή, ο οποίος επέχει θέση ενάγοντος, έχει το υποκειμενικό βάρος, κατά το γενικό δικονομικό κανόνα του άρθρου 338 παρ. 1 ΚΠολΔ, για την απόδειξη με δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο, της ύπαρξης και του ποσού της απαίτησής του (ΑΠ 1861/2011 ΤΝΠ Νόμος). Είναι δε επιτρεπτή η συμφωνία με την οποία η οφειλή του πιστούχου στην πιστώτρια τράπεζα, που θα προκόψει από το οριστικό κλείσιμο της πιστώσεως, θα αποδεικνύεται από τα αποσπάσματα των εμπορικών βιβλίων της τράπεζας (ΑΠ 370/2012, ΑΠ 925/2006 ΤΝΠ Νόμος). Με την εν λόγω συμφωνία, προσδίδεται άνευ ετέρου, σε ιδιωτικά έγγραφα, πλήρης αποδεικτική ισχύς, την οποία διαφορετικά θα είχαν μόνο υπό τη συνδρομή των προϋποθέσεων του άρθρου 448 ΚΠολΔ, ελλείψει των οποίων θα περιέπιπταν σε απλά δικαστικά τεκμήρια (339 ΚΠολΔ), πλην όμως δεν αντιστρέφεται το βάρος απόδειξης, καθώς ο δανειολήπτης διατηρεί το δικαίωμα ανταπόδειξης, ακόμα και αν συμφωνηθεί το αντίθετο (ΑΠ 430/2005 ΤΝΠ Νόμος). Αν κατά ενάσκηση του σχετικού δικαιώματος του, ο οφειλέτης αμφισβητήσει με λόγο ανακοπής το εκκαθαρισμένο της απαίτησης για την οποία εκδόθηκε διαταγή πληρωμής, δεν απαιτείται για το ορισμένο του λόγου αυτού να προσδιορίσει και το ύψος στο οποίο θα ανερχόταν η απαίτηση αν αυτή ήταν εκκαθαρισμένη (ΕφΠειρ 711/2011, ΕφΠειρ 5/2011 ΤΝΠ Νόμος), καθώς, όπως προεκτέθηκε, το βάρος της συνδρομής των θετικών και αρνητικών προϋποθέσεων έκδοσης διαταγής πληρωμής φέρει ο δανειστής. Όσο δε αφορά απαίτηση τράπεζας από σύμβαση δανείου, η οποία κατά δικονομική συμφωνία των διαδίκων αποδεικνύεται πλήρως από τα αποσπάσματα των εμπορικών της βιβλίων, στην περίπτωση κατά την οποία ο οφειλέτης σε βάρος του οποίου έχει εκδοθεί βάσει των αποσπασμάτων διαταγή πληρωμής, επικαλεστεί με την ανακοπή του και αποδείξει ότι είναι άκυρος όρος του δανείου δυνάμει του οποίου έχει επιβαρυνθεί η εκ του δανείου οφειλή με επιπλέον χρηματικά ποσά πέραν του κεφαλαίου, όπως τόκους και έξοδα τα οποία έχουν ανατοκισθεί, κεφαλαιοποιηθεί και επανατοκισθεί, με συνέπεια να καθίσταται ανέφικτος ο διαχωρισμός και η αφαίρεσή τους από τη συνολική απαίτηση με απλούς μαθηματικούς υπολογισμούς και ως εκ τούτου να μην αποδεικνύεται το ακριβές ύψος της από τα προσκομιζόμενα για την έκδοση διαταγής πληρωμής αποσπάσματα, αμφισβητεί όχι μόνο τη συνδρομή της αρνητικής προϋπόθεσης που σχετίζεται με το ορισμένο ποσό της απαίτησης, το να μην είναι δηλαδή αυτή ανεκκαθάριστη, αλλά και της θετικής προϋπόθεσης της σχετικής με την έγγραφη απόδειξη του ακριβούς ύψους της. Η αντίθετη άποψη κατά την οποία ο ανακόπτων πρέπει όχι μόνο να επικαλεστεί το ανεκκαθάριστο της απαίτησης, αλλά επιπλέον και να προσδιορίσει το ποσό κατά το οποίο είναι ανεκκαθάριστη η απαίτηση προκειμένου να είναι ορισμένος ο σχετικός λόγος ανακοπής, συνεπάγεται την ανεπίτρεπτη κεκαλυμμένη αντιστροφή του βάρους απόδειξης, αφού κατ’ αυτόν τον τρόπο μετατίθεται στον ανακόπτοντα η υποχρέωση του καθ’ ου η ανακοπή και αιτούντος την έκδοση διαταγής πληρωμής, να επικαλεστεί το ακριβές ύψος της απαίτησής του και να αποδείξει εγγράφως το βέβαιο και εκκαθαρισμένο αυτής. Όμως, ο φέρων το βάρος απόδειξης φέρει και το βάρος επίκλησης των αποδεικτέων, και ως εκ τούτου, σε περίπτωση που ο ανακόπτων αμφισβητήσει και κατά μείζονα λόγο σε περίπτωση που αποδείξει το ανεκκαθάριστο της απαίτησης για την οποία εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής, ο καθ’ ου είναι αυτός που θα πρέπει να επικαλεστεί και να αποδείξει μέχρι ποιου ύψους είναι εκκαθαρισμένη η απαίτησή του, εφόσον βέβαια αυτό είναι εφικτό από τα προσκομιζόμενα με την αίτησή του έγγραφα, άλλως η διαταγή πληρωμής είναι ακυρωτέα στο σύνολό της λόγω μη συνδρομής της εν λόγω αρνητικής προϋπόθεσης για την έκδοσή της. Επίσης, η άποψη κατά την οποία είναι μεν ορισμένος ο λόγος της ανακοπής με τον οποίο αμφισβητείται το εκκαθαρισμένο της απαίτησης, πλην όμως, αν δεν επικαλείται ο ανακόπτων το ποσό κατά το οποίο είναι ανεκκαθάριστη, θα πρέπει να διατάσσεται λογιστική πραγματογνωμοσύνη προς ανεύρεσή του, προκειμένου να ακυρωθεί κατά το αντίστοιχο μέρος της η διαταγή πληρωμής και όχι εν όλω, οδηγεί σε καταστρατήγηση των διατάξεων των άρθρων 623 και 624 ΚΠολΔ, καθώς η ανάγκη διενέργειας λογιστικής πραγματογνωμοσύνης προϋποθέτει ότι δεν είναι ορισμένο το ποσό της απαίτησης για το οποίο έχει εκδοθεί η διαταγή πληρωμής και δεν αποδεικνύεται το ακριβές ύψος της από τα προσκομιζόμενα έγγραφα. Η διαπίστωση όμως των ανωτέρω, οδηγεί για τους προαναφερόμενους λόγους στην ακύρωση της διαταγής πληρωμής και όχι στην έκδοση απόφασης περί διενέργειας λογιστικής πραγματογνωμοσύνης, η οποία ενδεχομένως να ήταν η προσήκουσα αν επιδιωκόταν η επιδίκαση της απαίτησης εκ δανείου με αγωγή, κατά την τακτική διαδικασία, στη δίκη όμως της ανακοπής όπου κρίνεται μεταξύ άλλων αν συνέτρεχαν οι δικονομικές προϋποθέσεις έγκυρης έκδοσης της διαταγής πληρωμής κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης, είναι ανεπίτρεπτη η εκ των υστέρων αναδρομική αναπλήρωση της διαπιστούμενης έλλειψης των ως άνω προϋποθέσεων και δη με αποδεικτικό μέσο το οποίο δεν είναι πρόσφορο για την έκδοση διαταγής πληρωμής καθώς δεν είναι έγγραφο κατά την έννοια του άρθρου 623 ΚΠολΔ.

Κατά τη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 6 του Ν. 2251/1994 «Περί προστασίας των καταναλωτών», όπως το άρθρο αυτό ίσχυε μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 2 του Ν. 3587/2007 και τυγχάνει εφαρμογής στην προκειμένη περίπτωση, οι όροι που έχουν διατυπωθεί εκ των προτέρων για απροσδιόριστο αριθμό μελλοντικών συμβάσεων απαγορεύονται και είναι άκυροι, αν έχουν ως αποτέλεσμα τη διατάραξη της ισορροπίας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων μερών εις βάρος του καταναλωτή. Κατά δε την παρ. 7 του ίδιου παραπάνω άρθρου, καταχρηστικοί, ενδεικτικά, είναι οι ΓΟΣ, που, μεταξύ άλλων, … ια) χωρίς σπουδαίο λόγο αφήνουν το τίμημα αόριστο και δεν επιτρέπουν τον προσδιορισμό του με κριτήρια ειδικά καθορισμένα στη σύμβαση και εύλογα για τον καταναλωτή. Οι παραπάνω, αναφερόμενες ενδεικτικά, περιπτώσεις γενικών όρων θεωρούνται άνευ ετέρου από το νόμο ως καταχρηστικοί, χωρίς να χρειάζεται ως προς αυτούς και η συνδρομή των προϋποθέσεων της γενικής ρήτρας της παρ. 6 του άρθρου 2 του Ν. 2251/1994. Πάντως, η σωρευτική εφαρμογή από το δικαστήριο των παραγράφων 6 και 7 του άρθρου 2 του Ν. 2251/1994 δεν αποκλείεται, καθώς η επίκληση του γενικού αξιολογικού κριτηρίου «της διατάραξης της ισορροπίας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων σε βάρος του καταναλωτή» είναι δυνατό να έχει αξία και χρησιμότητα για την εξειδίκευση των αόριστων νομικών εννοιών και αόριστων αξιολογικών κριτηρίων, που χρησιμοποιεί ο νόμος στις επιμέρους περιπτώσεις του ενδεικτικού καταλόγου. Εξάλλου, και οι περιγραφόμενες από το νόμο ειδικές περιπτώσεις, κατά αμάχητο τεκμήριο καταχρηστικότητας, αποτελούν δείκτες, που καθοδηγούν στην ερμηνεία της γενικής ρήτρας και συγκεκριμένα της έννοιας της διατάραξης της ισορροπίας. Μεταξύ των καθοδηγητικών αρχών, που συνάγονται από τις ειδικές αυτές περιπτώσεις, είναι και η αρχή της διαφάνειας, καθώς και η αρχή της απαγόρευσης της χωρίς λόγο ανάθεσης του προσδιορισμού της παροχής ή των επιμέρους στοιχείων της στην απόλυτη κρίση του προμηθευτή. Ειδικότερα, σύμφωνα με την αρχή της διαφάνειας, η οποία ρητά αποτυπώνεται και στο άρθρο 5 της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 5-4-1993 «Σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές», οι ΓΟΣ πρέπει να είναι διατυπωμένοι με τρόπο σαφή και κατανοητό (ΟλΑΠ 15/2007 ΔΕΕ 2007/975, ΑΠ 904/2011, ΑΠ 1219/2011 ΤΝΠ Νόμος). Η σαφήνεια αφορά τις νομικές συνέπειες μίας ρήτρας, δηλαδή τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του καταναλωτή. Για το λόγο αυτό, ασαφείς ή πολυσήμαντες ρήτρες δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται από τον προμηθευτή με σκοπό να ενισχύσει τη θέση του απέναντι στον καταναλωτή. Ειδικά, όσον αφορά τις δυσμενείς οικονομικές συνέπειες και επιβαρύνσεις, αυτές θα πρέπει να είναι ευκρινείς με την έννοια ότι μπορούν να γίνουν άμεσα κατανοητές από το μέσο καταναλωτή, ο οποίος δεν διαθέτει εξειδικευμένες νομικές ή οικονομικές γνώσεις. Η διαφάνεια αφορά στη σαφή και κατανοητή διατύπωση, στην αρχή του ορισμένου ή οριστού περιεχομένου και στην αρχή της προβλεψιμότητας της ύπαρξης των όρων. Αδιαφανείς ρήτρες που αποκρύπτουν την πραγματική, νομική και οικονομική κατάσταση δημιουργούν τον κίνδυνο, ο καταναλωτής είτε να απόσχει από την άσκηση ορισμένων δικαιωμάτων του, είτε να αποδεχθεί αξιώσεις που κατά το φαινόμενο έχει ο προμηθευτής. Υπό το πρίσμα αυτό οι αδιαφανείς ρήτρες μπορεί να οδηγήσουν, ακριβώς λόγω της αδιαφάνειάς τους, στη διατάραξη της συμβατικής ισορροπίας κατά το άρθρο 2 παρ. 6 του Ν. 2251/1994. Για το λόγο αυτό και οι ΓΟΣ υπακούοντας στην παραπάνω αρχή, πρέπει να παρουσιάζουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μερών κατά τρόπο ορισμένο, ορθό και σαφή (ΑΠ 430/2005 ΕλΔνη 2005/802). Συνεπώς, ο τρόπος υπολογισμού του επιτοκίου μιας δανειακής σύμβασης θα πρέπει να είναι για τον καταναλωτή σαφώς περιγεγραμμένος και προσδιορισμένος και ο καταναλωτής θα πρέπει να αντιλαμβάνεται με πλήρη σαφήνεια την υποχρέωση που αναλαμβάνει ως προς το ύψος του επιτοκίου του δανείου του, διαφορετικά πάσχει από ακυρότητα ο σχετικός όρος (ΕφΑΘ 1471/2013, ΕφΑΘ 5101/2011 ΤΝΠ Νόμος). Περαιτέρω, στο άρθρο 1 παρ. 4 του παραπάνω νόμου ορίζεται ότι, καταναλωτής είναι κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, για το οποίο προορίζονται τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες που προορίζονται στην αγορά ή το οποίο κάνει χρήση τέτοιων προϊόντων ή υπηρεσιών, εφόσον αποτελεί τελικό αποδέκτη τους. Έτσι, αναγκαία προϋπόθεση προκειμένου να θεωρηθεί ως καταναλωτής το πρόσωπο που επιζητεί την προστασία του νόμου, είναι να πρόκειται για προϊόντα ή υπηρεσίες που προσφέρονται στην αγορά και ο προμηθευόμενος τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες να είναι ο τελικός αποδέκτης τους. Καταναλωτής, άλλωστε, θεωρείται ο τελικός οικονομικός αποδέκτης των ανωτέρω προϊόντων και υπηρεσιών, που προσφέρονται στην αγορά, ανεξαρτήτως αν αποβλέπουν στην ικανοποίηση μη επαγγελματικών αναγκών, όπως απαιτούσε το προηγούμενο δίκαιο (άρθρο 2 αριθ. 1 του Ν. 1961/1991). Καταναλωτής, επομένως, θεωρείται και ο έμπορος που λαμβάνει πίστωση από τράπεζα για να καλύψει τις χρηματικές ανάγκες του ως τελικός αποδέκτης υπηρεσιών για να τις καταναλώσει και όχι να τις προσφέρει περαιτέρω με αντάλλαγμα και όταν συνάπτει συναλλαγές που είναι βοηθητικές για τη συγκεκριμένη εμπορική του δραστηριότητα (ΟλΑΠ 13/2015 ΤΝΠ Νόμος).

Ο όρος της δανειακής σύμβασης που προβλέπει ότι οι τόκοι υπολογίζονται με βάση έτος 360 ημερών, προσκρούει στην αρχή της διαφάνειας, που επιτάσσει οι όροι να είναι διατυπωμένοι κατά τρόπο ορισμένο, ορθό και σαφή, ώστε ο μέσος καταναλωτής, ο οποίος δεν διαθέτει εξειδικευμένες νομικές ή οικονομικές γνώσεις, αλλά διαθέτει τη μέση αντίληψη κατά το σχηματισμό της δικαιοπρακτικής του απόφασης, να γνωρίζει τις συμβατικές δεσμεύσεις που αναλαμβάνει, ιδίως όσον αφορά τη σχέση παροχής και αντιπαροχής. Με το να υπολογίζεται το επιτόκιο σε έτος 360 ημερών, ο καταναλωτής δεν πληροφορείται το (πραγματικό) ετήσιο επιτόκιο, όπως αυτό θα έπρεπε να προσδιορίζεται σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 243 παρ. 3 ΑΚ. Η δανείστρια τράπεζα διασπά, με τον εν λόγω όρο, εντελώς τεχνητά και κατ’ απόκλιση των δικαιολογημένων προσδοκιών του καταναλωτή, το χρονικό διάστημα (το έτος), στο οποίο όφειλε να αναφέρεται το επιτόκιο, δημιουργώντας έτσι μία πρόσθετη επιβάρυνση του καταναλωτή – δανειολήπτη, ο οποίος πλέον – όταν, το επιτόκιο μιας ημέρας προσδιορίζεται με βάση έτος 360 ημερών – για κάθε ημέρα επιβαρύνεται με κατά 1,3889% περισσότερο τόκους, καθώς το επιτόκιο υποδιαιρείται για τον προσδιορισμό του τόκου προς 360 ημέρες, χωρίς αυτή η επιπλέον επιβάρυνση να μπορεί να δικαιολογηθεί με την επίκληση κάποιου σύνθετου χαρακτήρα της παρεχόμενης υπηρεσίας ή από κάποιους εύλογους για τον καταναλωτή λόγους ή από κάποιο δικαιολογημένο ενδιαφέρον της τράπεζας. Τούτο, ιδίως, σε μία εποχή, όπου τα ηλεκτρονικά μέσα προσφέρουν, χωρίς καμία πρόσθετη δυσχέρεια, τον επακριβή υπολογισμό των τόκων με έτος 365 ημερών (ΑΠ 430/2005 ΤΝΠ Νόμος). Άλλωστε, το έτος των 365 ημερών ισχύει και εφαρμόζεται σήμερα, κατ’ επιταγή: α) της κοινοτικής οδηγίας 98/7/ΕΚ, που ενσωματώθηκε στο εθνικό μας δίκαιο με την ΚΥΑ Ζ1 -178/13.2.2001 (ΦΕΚ Β’ 255/9.3.2001), και β) της κοινοτικής οδηγίας 2008/48/ΕΚ που ενσωματώθηκε στο εθνικό μας δίκαιο με την ΚΥΑ Ζ1- 699/23.6.2010 (ΦΕΚ Β’ 917/23.6.2010), γεγονός που καταδεικνύει τη σημασία που αποδίδει τόσο ο κοινοτικός όσο και ο εθνικός νομοθέτης για τον κατ’ αυτό τον τρόπο ακριβή προσδιορισμό του επιτοκίου (ΕφΠειρ 711/2011, ΕφΠειρ 52/2011 ΤΝΠ Νόμος). Τα προαναφερόμενα, ουδόλως αναιρούνται από τη διάταξη του άρθρου 3 παρ. 1 του Ν. 2842/2000 «Περί αντικατάστασης της δραχμής με το ευρώ», σύμφωνα με την οποία οποιαδήποτε αναφορά στο διατραπεζικό επιτόκιο δανεισμού Αθηνών (Athibor) αντικαθίσταται αυτοδικαίως από αναφορά στο επιτόκιο Euribor, στο οποίο λαμβάνονται υπόψη ως βάση υπολογισμού των τόκων, οι πραγματικές ημέρες και το έτος 360 ημερών προσαρμοζόμενο κατά το λόγο 365 προς 360, αλλά ούτε και από την υπ’ αριθ. 30/14-2000 (ΦΕΚ Α’ 43/2000) πράξη του Συμβουλίου Νομισματικής Πολιτικής, σύμφωνα με την οποία οι υποχρεωτικές καταθέσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων στην Τράπεζα της Ελλάδος θα είναι έντοκες με βάση υπολογισμού των τόκων έτους 360 ημερών. Και τούτο, διότι, είναι εμφανές ότι οι ως άνω διατάξεις είναι άσχετες με την ανάγκη προστασίας των καταναλωτών ως ασθενέστερων διαπραγματευτικά μερών στα πλαίσια των συναλλαγών τους με τις τράπεζες, καθώς η πρώτη εκ των ως άνω διατάξεων αναφερόμενη στο επιτόκιο Euribor, το οποίο αποτελεί το μέσο όρο των επιτοκίων του διατραπεζικού δανεισμού στον χώρο της Ευρωζώνης, ο οποίος διαπιστώνεται ημερησίως από την ΕΚΤ επί τη βάση των ανακοινώσεων 57 επιλεγμένων τραπεζών, ορίζει ότι βάση υπολογισμού του εν λόγω επιτοκίου αναφοράς θα είναι το έτος 360 ημερών, ενώ η δεύτερη αναφερόμενη στις υποχρεωτικές καταθέσεις των ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων στην Τράπεζα της Ελλάδος, καταργώντας τη μέχρι τότε διάκριση μεταξύ εντόκου και ατόκου τμήματος των εν λόγω καταθέσεων, ορίζει ότι εφεξής αυτές θα είναι όλες έντοκες με επιτόκιο που θα καθορίζεται με πράξη του συμβουλίου Νομισματικής Πολιτικής και ότι οι τόκοι θα καταβάλλονται από την Τράπεζα της Ελλάδος στις καταθέτριες τράπεζες τη δεύτερη εργάσιμη ημέρα μετά το τέλος εκάστης περιόδου τήρησης, υπολογιζόμενοι βάσει έτους 360 ημερών. Συνεπώς, στην τελευταία περίπτωση ο ως άνω υπολογισμός αφορά το επιτόκιο των υποχρεωτικών καταθέσεων των τραπεζών και συνεπάγεται την είσπραξη από τις τελευταίες περισσότερων τόκων από την Τράπεζα της Ελλάδος από ότι αν το επιτόκιο υπολογιζόταν βάσει έτους 365 ημερών. Πλην όμως, η Τράπεζα της Ελλάδος ως θεματοφύλακας των υποχρεωτικών καταθέσεων των ελληνικών τραπεζών και ως εποπτεύουσα αρχή των τελευταίων, δεν μπορεί να εξομοιωθεί ούτε ως προς το θεσμικό της ρόλο, ούτε ως προς τη διαπραγματευτική της ισχύ και θέση με τους καταναλωτές – πελάτες των τραπεζών, ώστε είτε να χρήζει της ειδικής προστασίας που έχουν ανάγκη οι τελευταίοι ως συναλλασσόμενοι και τελικοί αποδέκτες των χρηματοπιστωτικών προϊόντων τους, είτε αντιστρόφως οι καταναλωτές να υπόκεινται σε όμοιου περιεχομένου επιβαρύνσεις με αυτήν .

Στην προκειμένη περίπτωση, οι ανακόπτοντες με τον έβδομο λόγο ανακοπής, εκθέτουν ότι κατά τη διάρκεια της επίδικης σύμβασης πίστωσης, με βάση σχετικό αόριστο και ασαφή όρο αυτής, η καθ’ ης επιβάρυνε τον τηρηθέντα για την παρακολούθηση της πίστωσης λογαριασμό με τόκους βάση έτους 360 και όχι 365 ημερών, με συνέπεια οι ίδιοι, ως καταναλωτές, να μην πληροφορούνται το πραγματικό ετήσιο επιτόκιο και να επιβαρύνονται για κάθε ημέρα με 1,3889% επιπλέον τόκους. Με βάση το ιστορικό αυτό, αμφισβητούν το σύνολο της απαίτησης που ενσωματώνεται στην προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής και ζητούν την ακύρωση αυτής. Με το περιεχόμενο αυτό, ο συγκεκριμένος λόγος ανακοπής είναι ορισμένος, απορριπτομένου του αντίθετου ισχυρισμού της καθ’ ης, καθόσον ο προβαλλόμενος λόγος ανακοπής δεν πλήττει το λογιστικό υπόλοιπο της επιδικασθείσας απαίτησης, αλλά πρωτίστως το κύρος του σχετικού συμβατικού όρου, η εφαρμογή του οποίου οδήγησε στην παράνομη επαύξηση της οφειλής των ανακοπτόντων, και νόμιμος, στηριζόμενος στις διατάξεις των άρθρων 243 παρ. 3, 281 ΑΚ, 2 παρ. 6 και 7 του Ν. 2251/1994. Επομένως, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω και από ουσιαστική άποψη.

Από όλα τα νομίμως και με επίκληση προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, αποδεικνύονται τα εξής: Δυνάμει της υπ’ αριθ. 1014529/27-6-2001 σύμβασης πίστωσης με ανοιχτό αλληλόχρεο λογαριασμό που καταρτίσθηκε μεταξύ της καθ’ ης τράπεζας και της πρώτης ανακόπτουσας, και των υπ’ αριθ. 1014529/1/12-6-2006,    1014529/2/4-1-2008,          1014529/3/22-7-2008 και 1014529/4/3-3-2009 πράξεων τροποποίησης της αρχικής σύμβασης, η καθ’ ης χορήγησε στην πρώτη ανακόπτουσα πίστωση μέχρι του ποσού των 700.000,00€, για την κάλυψη αποκλειστικά των ταμειακών της αναγκών στο πλαίσιο της άσκησης της εμπορικής της δραστηριότητας, η οποία (πίστωση) θα εξυπηρετούνταν με ανοιχτό αλληλόχρεο λογαριασμό. Τη σύμβαση αυτή συνυπέγραψαν ως εγγυητές ο δεύτερος, η τρίτη και η τέταρτη των ανακοπτόντων, αποδεχόμενοι ανεπιφύλακτα όλους τους όρους της σύμβασης και ευθυνόμενοι απεριορίστως και εις ολόκληρον ο καθένας για την εξόφληση οποιουδήποτε χρεωστικού υπολοίπου θα προέκυπτε σε βάρος της πρώτης ανακόπτουσας (όρος 20 της σύμβασης). Με τον όρο 2.1 της σύμβασης συμφωνήθηκαν ρητά τα εξής: «Η πίστωση είναι έντοκη με ετήσιο επιτόκιο, για τα νομίσματα που περιλαμβάνονται στον κατωτέρω συνημμένο πίνακα και δεν έχει συμφωνηθεί διαφορετικά, κυμαινόμενο το οποίο υπολογιζόμενο σε έτος 360 ημερών, αποτελείται από το βασικό επιτόκιο χορηγήσεων (ή το προνομιακό που μπορεί να συμφωνείται μόνο αν η πίστωση έχει χορηγηθεί σε ευρώ/δραχμές) που ισχύει για το νόμισμα στο οποίο έχει χορηγηθεί η πίστωση ή τμήμα αυτής και το περιθώριο (spread), πλέον της εισφοράς του Ν. 128/1975». Ακόμη, συμφωνήθηκε ότι σε περίπτωση υπερημερίας η πιστούχος θα επιβαρυνόταν με τόκους υπερημερίας, το δε επιτόκιο υπερημερίας ορίστηκε 2,5% ανώτερο του συμβατικού επιτοκίου (όρος 2.4), ότι στο τέλος κάθε ημερολογιακού τριμήνου θα έκλεινε περιοδικά ο λογαριασμός της πίστωσης κατά το άρθρο 112 ΕισΝΑΚ (όρος 6.1), και ότι ο ανατοκισμός (κεφαλαιοποίηση) των τυχόν ανεξόφλητων τόκων (συμβατικών ή υπερημερίας) και εξόδων θα γινόταν ανά εξάμηνο (όρος 2.4). Τέλος, με τον όρο 10 της σύμβασης, συμφωνήθηκε ότι αποσπάσματα ή αντίγραφα που θα έχουν εξαχθεί από τα βιβλία της τράπεζας, θα αποτελούν πλήρη απόδειξη της απαίτησης της καθ’ ης. Για την εξυπηρέτηση της πίστωσης τηρήθηκε ο υπ’ αριθ. 5350025001515 λογαριασμός, ο οποίος στις 7-7-2017 εμφάνιζε χρεωστικό υπόλοιπο 474.106,64€. Την παραπάνω ημερομηνία, επειδή η πιστούχος δεν εκπλήρωνε τις συμβατικές της υποχρεώσεις και ειδικότερα δεν ήταν συνεπής στις καταβολές της, η καθ’ ης κατήγγειλε τη σύμβαση και έκλεισε τον άνω λογαριασμό. Η καθ’ ης γνωστοποίησε στους ανακόπτοντες την καταγγελία της σύμβασης και το κλείσιμο του λογαριασμού που την εξυπηρετούσε, με την από 2- 11-2017 εξώδικη δήλωση – γνωστοποίηση – πρόσκληση που κοινοποιήθηκε νόμιμα στους ανακόπτοντες (όπως προκύπτει από τις υπ’ αριθ. 11.417Δ’, 11.418Δ’, 11.419Δ’ και 11.420Δ72-11-2017 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αλεξανδρούπολης ….), ταυτόχρονα δε δήλωνε προς αυτούς ότι θα απέχει από κάθε περαιτέρω δικαστική ενέργεια για χρονικό διάστημα 15 ημερών, προκειμένου να εξετάσει τυχόν αίτημά τους για ρύθμιση της οφειλής στο πλαίσιο του Κώδικα Δεοντολογίας του Ν. 4224/2013. Δεν επιτεύχθηκε συμφωνία των μερών για τη ρύθμιση της οφειλής, και ακολούθως, κατόπιν σχετικής αίτησής της, η καθ’ ης επέτυχε την έκδοση της προσβαλλόμενης υπ’ αριθ. 140/1205/Δ.Π./140/21-11-2018 διαταγής πληρωμής της δικαστή του Δικαστηρίου αυτού. Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι ο προαναφερθείς υπ’ αριθ. 2.1 όρος της σύμβασης, ήταν διατυπωμένος εκ των προτέρων από την καθ’ ης σε έντυπο κείμενο, δεδομένου ότι αυτός περιλαμβανόταν στους γενικούς όρους συναλλαγών, υπό τους οποίους η καθ’ ης χορηγούσε πίστωση εξυπηρετούμενη με ανοιχτό αλληλόχρεο λογαριασμό σε απροσδιόριστο αριθμό πελατών της, με αποτέλεσμα το εν λόγω άρθρο να μην αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης μεταξύ των διαδίκων, αλλά, αντιθέτως, επεβλήθη στους ανακόπτοντες ως κάτι δεδομένο και ανεπίδεκτο διαπραγμάτευσης. Το γεγονός ότι το συγκεκριμένο κείμενο ήταν προδιατυπωμένο, προκύπτει χαρακτηριστικά από το ίδιο το περιεχόμενο αυτού («Η πίστωση είναι έντοκη με ετήσιο επιτόκιο, για τα νομίσματα που περιλαμβάνονται στον κατωτέρω συνημμένο πίνακα και δεν έχει συμφωνηθεί διαφορετικά…»). Ωστόσο, ο επίμαχος όρος 2.1, ήταν άκυρος, λόγω καταχρηστικότητας, σημειουμένου ότι συντρέχει στο πρόσωπο των ανακοπτόντων η ιδιότητα του καταναλωτή, κατά την έννοια του Ν. 2251/1994, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην ως άνω υπό στοιχείο (III) μείζονα σκέψη, εφόσον η πιστούχος χρησιμοποιούσε την εν λόγω πίστωση αποκλειστικά για την κάλυψη των ταμειακών της αναγκών, ως τελικός αποδέκτης των υπηρεσιών της τράπεζας, ενώ ο δεύτερος, η τρίτη και η τέταρτη των ανακοπτόντων εγγυήθηκαν προς την τράπεζα την εμπρόθεσμη και ολοκληρωτική εξόφληση κάθε οφειλής της πιστούχου. Πιο συγκεκριμένα, ο όρος 2.1 της σύμβασης, προσκρούει στην αρχή της διαφάνειας και στερεί από τους ανακόπτοντες τη δυνατότητα να πληροφορηθούν το (πραγματικό) ετήσιο επιτόκιο όπως αυτό θα έπρεπε να προσδιορίζεται σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 243 παρ. 3 ΑΚ. Η καθ’ ης τράπεζα διέσπασε με το συγκεκριμένο όρο, εντελώς τεχνητά και αδικαιολόγητα και κατ’ απόκλιση των δικαιολογημένων προσδοκιών των ανακοπτόντων, το χρονικό διάστημα (το έτος), στο οποίο οφείλει να αναφέρεται το επιτόκιο, δημιουργώντας έτσι μία πρόσθετη επιβάρυνση της πιστούχου, η οποία πλέον – όταν το επιτόκιο μιας ημέρας προσδιορίζεται με βάση έτος 360 ημερών – για κάθε ημέρα
επιβαρύνεται με κατά 1,3889% περισσότερο τόκους. Συνεπώς, αποδεικνύεται, η παράνομη επιβάρυνση της επίδικης απαίτησης, η οποία επιδικάστηκε με την προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής, με τόκους περισσότερους κατά 1,3889% ανά ημέρα, οι οποίοι κατά τη λειτουργία της σύμβασης ανατοκίζονταν από την πρώτη ημέρα καθυστέρησής τους, τα ποσά δε που προέκυπταν από τον ως άνω παράνομο ανατοκισμό ενσωματώνονταν στο κεφάλαιο ανά εξάμηνο, σύμφωνα με το σχετικό όρο της σύμβασης και επανατοκίζονταν ως μέρος του κεφαλαίου. Ενόψει των ανωτέρω παραδοχών, συνάγεται ότι η διαμόρφωση της οφειλής των ανακοπτόντων προς την καθ’ ης από την επίδικη σύμβαση, είναι αποτέλεσμα, τουλάχιστον κατά ένα μέρος, εφαρμογής καταχρηστικού, δηλαδή παράνομου, όρου. Το ύψος, όμως, αυτών των παράνομων χρεώσεων, στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν μπορεί να προσδιορισθεί από τον τηρούμενο λογαριασμό από την καθ’ ης και τις εγγραφές στα αποσπάσματα με βάση τα οποία εκδόθηκε η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής, καθόσον δεν προκύπτει από αυτά, ούτε το επιτόκιο υπολογισμού των συμβατικών τόκων, ούτε τα ποσά των συμβατικών τόκων και των τόκων υπερημερίας, καθώς και των ποσών που προέκυψαν από τον ανατοκισμό τους, με αποτέλεσμα να καθίσταται η απαίτηση ανεκκαθάριστη κατά τη διάταξη του άρθρου 624 ΚΠολΔ.

Ένα μέλος όμως του Δικαστηρίου και δη η Πρόεδρος είχε την ακόλουθη γνώμη: Ο έβδομος λόγος της ανακοπής, όπως κατά το περιεχόμενο και αίτημα εκτίθεται παραπάνω, είναι απορριπτέος προεχόντως ως απαράδεκτος λόγω αοριστίας, καθόσον οι ανακόπτοντες δεν αναφέρουν στην ανακοπή τους το ακριβές ποσό της υπέρμετρης επιβάρυνσής τους από τόκους, ενώ ουδόλως συνδέουν τον ισχυρισμό τους αυτό με τα κατ’ ιδίαν κονδύλια του επίδικου δανειακού λογαριασμού (και κατ’ επέκταση, της διαταγής πληρωμής), χωρίς να αρκεί η γενική αμφισβήτηση του συνόλου της απαίτησης. Ειδικότερα, στη σύμβαση παροχής πίστωσης με ανοικτό (αλληλόχρεο) λογαριασμό, ακόμα κι αν αυτή περιλαμβάνει ειδική συμφωνία ότι η οφειλή του πιστούχου προς την πιστώτρια τράπεζα που θα προκόψει από το οριστικό κλείσιμο της πίστωσης θα αποδεικνύεται από το απόσπασμα των εμπορικών βιβλίων της τράπεζας, ο πιστούχος έχει δικαίωμα να αμφισβητήσει τα ειδικότερα κονδύλια που περιέχονται στα αποσπάσματα αυτά με την ανακοπή κατά το άρθρο 632 ΚΠολΔ, στην περίπτωση δε αυτή ο ίδιος φέρει το βάρος των σχετικών αντίθετων ισχυρισμών του, οι οποίοι πρέπει να είναι σαφείς και ορισμένοι, ώστε να καταστούν αντικείμενο απόδειξης (ΑΠ 1071/2017 ΤΝΠ Νόμος). Εξάλλου, ο ειδικότερος προσδιορισμός των κονδυλίων που προσβάλλονται είναι απαραίτητος και για τον πρόσθετο λόγο ότι η τυχόν ακυρότητα κάποιου κονδυλίου συνεπάγεται ακυρότητα αντίστοιχου ποσού της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής, χωρίς να πλήττει αυτήν στο σύνολό της (ΕφΘεσ 2613/2017, ΕφΔωδ 45/2017 ΤΝΠ Νόμος). Σε κάθε περίπτωση ο ως άνω λόγος ανακοπής είναι απορριπτέος ως μη νόμιμος, δεδομένου ότι κατά τη διάταξη του άρθρου 3 παρ. 1 του Ν. 2842/2000 περί αντικατάστασης της δραχμής με το ευρώ, οποιαδήποτε αναφορά στο διατραπεζικό επιτόκιο δανεισμού Αθηνών (Athibor) που προβλέπεται σε υφιστάμενες νομικές πράξεις, κατά την έννοια του άρθρου 1 του κανονισμού 1103/1997, αντικαθίστανται αυτοδικαίως από αναφορά στο επιτόκιο Euribor, στο οποίο λαμβάνεται υπόψη, ως βάση υπολογισμού των τόκων, οι πραγματικές ημέρες και το έτος 360 ημερών, προσαρμοζόμενο κατά το λόγο 365 προς 360. Το ίδιο εφαρμόζεται ως προς τις υποχρεωτικές καταθέσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων στην Τράπεζα της Ελλάδας, κατόπιν της πράξης 30/14-2000 (ΦΕΚ Α’ 43/00) του Συμβουλίου Νομισματικής Πολιτικής, κατά την οποία το συνολικό ποσό της υποχρεωτικής κατάθεσης κάθε πιστωτικού ιδρύματος θα τηρείται εντόκως, ενώ οι τόκοι λογίζονται με βάση το έτος 360 ημερών. Και ναι μεν με την ΚΥΑ ΦΙ-983/7.21-3-1991, άρθρο 14 εδ. δ’, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 5 παρ. 3 α’ της ΚΥΑ ΖΙ- 17818/13. 2.9/32001 (ΦΕΚ Β’ 255/2001), οι οποίες εκδόθηκαν προς εναρμόνιση της εθνικής νομοθεσίας με την κοινοτική οδηγία 87/103/ΕΟΚ, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 90/88/ΕΟΚ και τη σύσταση 97/489 της επιτροπής της ΕΕ, καθιερώνεται διάρκεια έτους 365 ημερών, 52 εβδομάδων και ίσων με αυτές 12 μηνών στην καταναλωτική πίστη, πλην όμως η ρύθμιση αυτή αφορά στις συναλλαγές που γίνονται με μέσα ηλεκτρονικής πληρωμής και ιδίως στις σχέσεις μεταξύ του εκδότη και κατόχου πιστωτικής κάρτας (ΕφΘεσ 2613/2017, ΕφΘεσ 166/2017, ΕφΑΘ 1159/2012 ΤΝΠ Νόμος).

Κατ’ ακολουθίαν όλων όσων προαναφέρθηκαν, πρέπει να γίνει δεκτός, κατά πλειοψηφία, ως κατ’ ουσίαν βάσιμος ο ως άνω λόγος ανακοπής και να ακυρωθεί στο σύνολό της η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής, παρελκομένης της έρευνας του παραδεκτού και της νομικής και ουσιαστικής βασιμότητας των υπολοίπων λόγων ανακοπής. Τέλος, πρέπει να συμψηφισθούν τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων επειδή η ερμηνεία των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν ήταν ιδιαίτερα δυσχερής (άρθρο 179 ΚΠολΔ).

由于这些原因

法官反对各方。

ΔΕΧΕΤΑΙ, κατά πλειοψηφία, την ανακοπή.

ΑΚΥΡΩΝΕΙ την προσβαλλόμενη υπ’ αριθ. 140/1205/Δ.Π./140/21-11-2018 διαταγή πληρωμής της δικαστή του Δικαστηρίου αυτού.

ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αλεξανδρούπολη στις 19 Ιουνίου 2019 και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 2 Ιουλίου 2019 χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

ΘΩΜΑΣ ΚΑΛΟΚΥΡΗΣ

ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΜΔΕ

Leave a Reply

饼干是饼干的一部分。 Mπορείτε να μάθετε περισσότερα σχετικά με τα 饼干 που χρησιμοποιούμε ή να τα απενεργοποιήσετε 详细信息
Aποδέχομαι详细信息

通用数据保护条例

  • 隐私声明

隐私声明

“个人数据的处理是根据个人数据保护一般条例 (GDPR 2016/679) 的规定以及针对某些部门的任何更具体的国家和欧洲立法进行的,
当前适用的希腊关于个人数据保护以及电子通信领域个人数据和隐私保护的立法

(第 3471/2006 号法律,如适用)和个人数据保护局 (PDPA) 的决定”。  

    1. 目的

      在提供我们的产品时,我们会收集有关您的某些个人数据,以促进我们与您的关系并为您提供最佳的购物体验。通过隐私声明,我们希望向您解释我们收集、使用和共享由您收集的或关于您的数据和 cookie 的做法和政策。

    2. 我们如何收集数据

      当您通过我们的联系表、订单、时事通讯注册、电话或电子邮件或以任何其他方式向我们发送您的数据时,我们会收集您的数据。

       thomaskalokiris.com 将您的个人数据的安全放在第一位。因此,我们会谨慎、谨慎地管理您的个人数据 根据国家和欧洲立法 根据第 2472/1997 号法律和第 (EU) 号法规的定义。 679/2016(通用数据保护条例).

我们收集哪些数据以及原因

下表列出了我们从您那里收集的数据、我们使用这些数据的目的以及在每种情况下为何需要这些数据。

数据处理的目的

隐私

为什么需要数据

执行您的订单
  • 个人标识符(姓名)
  • 联系信息(送货地址、电话、电子邮件地址)
  • 税务标识符(TIN、D.O.Y)
  • 登录信息

启用您的注册/登录、完成您的订单或进行任何退款。

 

 

 

处理问题、投诉、故障排除
  • 个人标识符(姓名)
  • 联系信息(送货地址、电话、电子邮件地址)
  • 税务标识符(TIN、D.O.Y)
  • 登录信息

以便正确处理疑问、任何投诉和问题。我们拥有为客户提供最佳体验并解决任何问题的合法权益。

 

 

 

订阅时事通讯
  • 个人标识符(姓名)
  • 联系信息(送货地址、电话、电子邮件地址)
以便在您同意后,您可以收到我们公司的更新和优惠信息
使用社交媒体创建会员帐户 
  • 个人标识符(姓名)
  • 联系信息(电子邮件地址)
无需重新输入您的详细信息即可下订单

 

    1. 我们保留您的数据多久

      我们的政策是,根据数据最小化和保留期限限制的原则,仅在收集数据的目的所需的时间内保留您的数据。由于上述所有原因,您的数据将在我们的客户关系结束后保留至少五 (5) 年。此外,我们会根据您行使个人数据保护权利时可能发生的变化调整您的数据保留。

    2. 向第三方披露个人数据

      我们不会将您的个人信息转让、披露或出租给本隐私声明中所述以外的任何第三方/实体。我们公司将个人数据传输给第三方,公司委托第三方代表公司处理个人数据。

      数据仅传输给我们的合作伙伴公司,这些公司为发送广告材料和个性化优惠而提供服务。此外,这些数据还会传输给与我们合作的公司,以评估服务提供的质量以及评估我们的产品和服务。此外,为了执行销售合同,数据将传输至已指定执行部分合同的合作公司,例如运输公司或您选择的提货点。最后,建立我们网站的独立服务提供商以及为我们提供网站运营技术支持或托管的服务提供商将有权访问数据。

      我们力求确保所有此类第三方/独立服务提供商不会将您的个人数据用于提供受合同约束的服务之外的任何目的。我们还与这些独立承包商签订合同,要求他们遵守法律要求的个人数据保护标准,并仅将数据用于其提供的目的。

      最后,如果我们需要披露或共享您的个人信息以遵守任何法律或监管义务,我们保留向第三方披露您的个人信息的权利。

    3. 数据安全

      我们竭尽全力保护我们的用户免遭未经授权的访问或更改、披露或破坏我们所拥有的信息。具体来说:

      1. 我们使用 SSL 对进出网站的数据传输进行加密。
      2. 我们控制我们的数据收集、存储和处理实践,包括物理安全措施,以防止未经授权的系统访问。
      3. 个人信息的访问权限仅限于需要了解此信息以便为我们提供服务的我们的员工和合作伙伴实体。本隐私声明中明确提及了这些合作实体以及保护您的数据的方式。

 

  1. 未成年人访问

    我们提供的产品仅供成人购买,儿童或 16 岁以下的未成年人不得购买。

    如果您未满 16 岁,您只能在父母或监护人的参与和批准下使用我们的网站。

  2. cookie 的使用

    “cookie”是一个小文本文件,当您访问网站时,它会下载到您的设备,并允许网站从您的浏览器获取某些信息,例如您的偏好。我们认为您了解我们网站上使用了哪些 cookie 以及使用它们的原因非常重要。我们网站上使用的两大类 cookie 是绝对必要的 cookie 和第三方 cookie:

    绝对有必要 饼干 这些 cookie 对于我们网站的正常运行是必要的,也是您能够浏览网站并使用其功能(例如访问网站的安全区域)所必需的。如果没有这些cookie,网站的某些服务和功能(例如购物车或电子支付)将无法执行

    饼干 第三方的

    第三方 cookie 包括性能、功能和促销/目标 cookie。

    • 性能 cookie:收集有关访问者如何使用网站的信息,例如他们最常访问哪些页面,以及他们是否收到来自网站的错误消息。这些 cookie 不会收集识别访问者身份的信息。这些 cookie 收集的所有信息都是汇总的,因此是匿名的。它们仅用于改进网站的工作方式
    • 功能性cookie:允许网站记住您所做的选择(例如您的用户名或您所在的区域)并提供更多个性化的功能。它们还可用于记住您对网站所做的更改或用于提供您请求的服务,例如聊天或使用社交媒体。这些 cookie 收集的数据可以是匿名的,无法跟踪您的浏览情况以及您在其他网站上的活动。
    • 促销/目标 cookie:用于提供与您和您的兴趣更相关的内容。它们还用于发送有针对性的广告或优惠,限制显示的广告数量,并帮助衡量广告活动的有效性。它们还可能用于存储您访问过的网站,以确定最有效的在线营销渠道,并奖励推荐您访问我们网站的外部网站和合作伙伴。

     

  3. 您保护个人数据的权利

    在保留或处理您的数据期间的任何时候,您保留以下权利,并且您可以提出相应的请求:

    • 访问权 – 您有权访问我们持有的有关您的个人数据
    • 纠正权——您有权纠正我们持有的有关您的不准确或不完整的数据。
    • 删除权 – 您可以要求从我们的记录中删除我们持有的有关您的数据,并且在某些情况下我们有义务遵守您的要求
    • 限制处理的权利 – 您有权要求限制对您的个人数据的处理,并且在某些条件适用的情况下,我们有义务遵守此请求
    • 数据可移植权 – 您有权要求将我们持有的有关您的数据转移到另一个组织
    • 反对权——在某些条件下,您有权反对处理与您有关的个人数据
    • 撤回同意的权利——如果处理您的数据的法律依据是“同意”,您有权随时撤回您的同意。

    您有关上述权利的所有请求都可以通过特殊请求表或通过您的个人帐户的管理页面提交。

    这 程序 有关上述权利的任何请求的处理如下。我们将尽快(无论如何)在提交后一个月内评估该请求并就其进度(请求已批准、请求部分批准、请求被拒绝)回复您。如果本公司拒绝您有关上述个人数据保护权利的请求,我们将告知拒绝的原因。您有权直接向监管机构和我们公司的数据保护官提出投诉。

    我们保留拒绝无理重复、需要不成比例的技术努力或产生不成比例的技术后果、危及他人隐私或无法实施的请求的权利。

  4. 隐私声明的变更

    我们的隐私声明可能会不时更改。我们努力不断审查和更新本声明,以遵守法律和监管要求,同时为您的个人数据提供最佳保护。我们将在此页面上发布对隐私声明的任何更改。

zh_CNChinese