+30 2310 250060
·
[email protected]
·
周一至周五 09:00-21:00
预约

Δικαίωση δανειολήπτη από το Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης – Κούρεμα κατά 70% οφειλής δημοσίου υπαλλήλου προς το ΤΠΔ λόγω μείωσης εισοδημάτων

“Η προστασία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας επιβάλλει να χαρακτηρισθεί ως αδυναμία πληρωμών η περίπτωση του οφειλέτη που ικανοποιεί το σύνολο των οφειλών του, αν διαθέτει για το σκοπό αυτό ένα μεγάλο μέρος των εισοδημάτων του, αλλά χωρίς να εξασφαλίζει το στοιχειώδες επίπεδο διαβίωσης για τον ίδιο και την οικογένειά του”, έκρινε το Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης με την από 2 Απριλίου 2020 και υπ’ αριθ. 4339/2020 Απόφαση του.

Ακολουθεί η Απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, επί υποθέσεως που χειρίστηκε επιτυχώς το γραφείο μας, η οποία δικαίωσε και σε δεύτερο βαθμό δανειολήπτη δημόσιο υπάλληλο, του οποίου τα εισοδήματα μειώθηκαν κατά 50% και διέταξε το κούρεμα των οφειλών του κατά 70% με διάσωση παράλληλα της κύριας κατοικίας του και εξαίρεση από την εκποίηση των λοιπών περιουσιακών του στοιχείων.

Ειδικότερα, το Δικαστήριο έκρινε ότι οι οφειλές προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων υπάγονται στις ρυθμίσεις του νόμου και διέταξε την αποπληρωμή του συνολικού ποσού των 36.240,00 ευρώ σε 22 έτη, ήτοι με μηνιαίες δόσεις των 120,00 ευρώ για τους πρώτους 27 μήνες και στη συνέχεια με δόσεις των 137,50 ευρώ για τα επόμενα είκοσι έτη προς διάσωση της κύριας κατοικίας, έναντι μηναίων δόσεων 700,00 ευρώ περίπου και συνολικής οφειλής ποσού 124.457,05 ευρώ.

Συνεπώς, το συνολικό «κούρεμα» ανήλθε στο ποσό των 88.217 ευρώ καταλαμβάνοντας το 70 % των δανείων.

Ακολουθεί απόσπασμα της υπ’ αριθ. 4339/2020 Απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης

Αριθμός απόφασης 4339/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ          ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από το Δικαστή, Βασίλειο Καραναστάση, Πρωτόδικη, που ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης και τη Γραμματέα, Χριστίνα Χριστόγιαννη.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του στις 15 Οκτωβρίου 2019, για να δικάσει τη με αριθμό κατάθεσης 12.100/29.05.2018 έφεση μεταξύ:

ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «ΤΑΜΕΙΟ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΩΝ ΚΑΙ ΔΑΝΕΙΩΝ», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, που παραστάθηκε διά του πληρεξουσίου του δικηγόρου, …………….. (Α.Μ. Δ.Σ.Θ. …….), ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.

ΤΩΝ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) ………., κατοίκου Θεσσαλονίκης, η οποία παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου της δικηγόρου, Θωμά Καλοκύρη (Α.Μ. ΔΣΘ 11.982), ο οποίος κατέθεσε προτάσεις, 2) Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία “Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης (ΕΤΕΑΕΠ) […]

Η ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΤΗΣ με αριθμό κατάθεσης 12.100/29.05.2018 έφεσης προσδιορίσθηκε αρχικά για τη δικάσιμο της 09.10.2018 και μετά αναβολή για τη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ της οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και τις έγγραφες προτάσεις του.

研究文献
依法考虑

[…] Η πρώτη εφεσίβλητη κατέθεσε στο Ειρηνοδικείο Θεσσαλονίκης τη με αριθμό κατάθεσης 7239/2017 αίτηση ρύθμισης των οφειλών της κατά τις διατάξεις του ν. 3869/2010, η οποία στρεφόταν κατά των πιστωτών της, όπου επικαλούνταν έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών της προς αυτούς, εξέθετε την κατάσταση της περιουσίας της και των εισοδημάτωντης, τα στοιχεία των πιστωτών της και των απαιτήσεων τους και ζητούσε: α) να επικυρωθεί το περιλαμβανόμενο στην αίτηση σχέδιο διευθέτησης των οφειλών της προς τους καθ’ ων, β) να διαταχθεί η ρύθμιση των οφειλών της, ώστε να επέλθει η σύμφωνα με το ν. 3869/2010 απαλλαγή της και γ) να εξαιρεθεί από τη ρευστοποίηση ακίνητο κυριότητάς της το οποίο χρησιμοποιεί ως κύρια κατοικία καθώς και η λοιπή της περιουσία. Το Ειρηνοδικείο Θεσσαλονίκης με την υπ’ αριθμ. 1201/2018 απόφασή του (διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας), δέχθηκε εν μέρει την αίτηση, ρύθμιση τα χρέη της αιτούσας με μηνιαίες καταβολές ποσού 120 ευρώ προς τις πιστώτριες επί είκοσι επτά μήνες και εξαίρεσε από την εκποίηση την κύρια κατοικία της, ήτοι ένα διαμέρισμα του πρώτου ορόφου οικοδομής, η οποία βρίσκεται ………… επιβάλλοντας σε αυτήν την υποχρέωση να καταβάλει μηνιαίως επί 240 μήνες ποσό 125,97 ευρώ στο εκκαλούν και 11,53 ευρώ στο δεύτερο εφεσίβλητο για την εξαίρεση αυτή. Την απόφαση αυτή εκκαλεί το πρώτο καθ’ ου η αίτηση και ήδη εκκαλούν με την κρινόμενη έφεσή του, ζητώντας να εξαφανιστεί, ώστε εν συνεχεία να απορριφθεί η αίτηση.

[…] Με τον πρώτο λόγο της έφεσης το εκκαλούν ισχυρίζεται ότι το Ειρηνοδικείο Θεσσαλονίκης με την εκκαλούμενη απόφαση του εσφαλμένα έκρινε την αίτηση της πρώτης εφεσίβλητης ως ορισμένη, ενώ, εάν εφάρμοζε σωστά το νόμο, έπρεπε να απορρίψει αυτήν ως αόριστη, καθώς σε αυτή α) δεν αναφέρεται ο χρόνος λήψης των δανείων της, ώστε να διαπιστωθεί εάν έχει παρέλθει ένα έτος από τη λήψη τους β) δεν περιέχεται σαφής έκθεση των γεγονότων, που οδήγησαν σε αδυναμία πληρωμής την αιτούσα, γ) δεν αναφέρεται εάν ο γιος της εργάζεται και ποιο είναι το εισόδημά του, καθώς και το ποσό της οφειλής προς το δεύτερο εφεσίβλητο. Ο λόγος αυτός έφεσης, ο οποίος τυγχάνει παραδεκτός, κατά μεν το στοιχείο α) αυτού είναι απορριπτέος ως μη νόμιμος, διότι δεν απαιτείται για το ορισμένο της αίτησης να αναφέρεται ο χρόνος ανάληψης του εισαγόμενου προς ρύθμιση χρέους (βλ. μείζονα πρόταση). Ομοίως, κατά το στοιχείο β) αυτού είναι απορριπτέος ως μη νόμιμος, διότι, από τις διατάξεις του νόμου δεν καθίσταται αναγκαίο για την πληρότητα της αίτησης του οφειλέτη να αναφέρεται η αιτία της αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών (βλ. μείζονα πρόταση). Ο λόγος αυτός έφεσης, εξάλλου, κατά το στοιχείο γ) αυτού είναι απορριπτέος ως μη νόμιμος κατά το πρώτο σκέλος, διότι σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 1 ν. 3869/2010 «Η αίτηση ρύθμισης των οφειλών πρέπει να περιέχει κατάσταση της περιουσίας του οφειλέτη και των κάθε φύσης εισοδημάτων του ίδιου και του συζύγου του και όχι τρίτων προσώπων όπως των τέκνων, ενώ κατά το δεύτερο σκέλος είναι απορριπτέος ως ουσία αβάσιμος, διότι στην κρινόμενη αίτηση κατάσταση αναφέρεται η οφειλή της προς το δεύτερο εφεσίβλητο και η απαίτησή του κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα. Συνεπώς, η αίτηση πληροί τους όρους του άρθρου 216 του ΚΠολΔ σχετικά με την σαφή έκθεση των γεγονότων που θεμελιώνουν σύμφωνα με το νόμο την άσκησή της και το Ειρηνοδικείο, που με την προσβαλλόμενη απόφαση του δεν κήρυξε το δικόγραφο της αγωγής απαράδεκτο, λόγω αοριστίας, δεν παρέλειψε παρά το νόμο να κηρύξει απαράδεκτο και ο σχετικός πρώτος λόγος έφεσης με τον οποίο προβάλλονται τα αντίθετα, είναι απορριπτέος.

II. Με τη διάταξη του άρθρου 1 του ν. 3869/2010, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 85 παρ. Α1 του ν. 3995/2011, ορίζεται ότι: “1. Φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα και έχουν περιέλθει χωρίς δόλο σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους (εφεξής οφειλέτες) δικαιούνται να υποβάλουν στο αρμόδιο δικαστήριο την αίτηση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 για τη ρύθμιση των οφειλών τους και απαλλαγή. Την ύπαρξη δόλου αποδεικνύει ο πιστωτής. 2. Δεν επιτρέπεται η ρύθμιση οφειλών οι οποίες: είτε α) έχουν αναληφθεί το τελευταίο έτος πριν την υποβολή της αίτησης για την έναρξη της διαδικασίας κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 4, είτε β) προέκυψαν από αδικοπραξία που διαπράχθηκε με δόλο, από διοικητικά πρόστιμα, χρηματικές ποινές, φόρους και τέλη προς το Δημόσιο και τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού, τέλη προς Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου και εισφορές προς οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 15 και 16 του ν. 3586/2007, όπως ισχύουν (Α’ 151). 3. Απαλλαγή του οφειλέτη από τα χρέη δύναται να γίνει μία μόνο φορά”. Εξάλλου ορίζεται στη διάταξη του άρθρου 62 του ν. 2214/1994 “αντικειμενικό σύστημα φορολογίας εισοδήματος και άλλες διατάξεις”, ότι για την εξυπηρέτηση και ασφάλιση των τοκοχρεολυτικών δανείων που χορηγούνται από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων για την απόκτηση πρώτης κατοικίας από δημοσίους υπαλλήλους, συνταξιούχους και λοιπούς δικαιούμενους κατά την κείμενη νομοθεσία, κάθε δανειζόμενος υποχρεούται να εκχωρήσει υπέρ του δανειστή: α) μέχρι τα 6/10 όλων γενικά τω τακτικών μηνιαίων απολαβών του (μισθό, επιδόματα, μηνιαία αναλογία δώρων Χριστουγέννων και Πάσχα, ΔΙΒΕΕΤ κ.λπ.), β) μέχρι τα 6/10 της κύριας και επικουρικής σύνταξής του και όλων γενικά των μερισμάτων και άλλων παροχών που τακτικά λαμβάνει από τα ασφαλιστικά του ταμεία, γ) από το εφάπαξ βοήθημα που χορηγείται σ’ αυτόν από οποιοδήποτε ασφαλιστικό του φορέα ή από την οριζόμενη από την εργατική νομοθεσία αποζημίωση λόγω λύσεως της εργασιακής σχέσεως (παρ. 1). Οι πιο πάνω εκχωρήσεις είναι ισχυρές καταργούμενης κάθε αντίθετης γενικής ή ειδικής διατάξεως (παρ. 2). Τροποποιήσεις και συμπληρώσεις του άρθρου 25 του ν. 2214/1994 επέφεραν οι νόμοι 3453/2006 και 3867/2010. Κατά το άρθρο 25 παρ. 6 του ν. 3867/2010 με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων μπορεί ύστερα από αίτηση του υποχρέου να καθορίζονται όροι εξυπηρέτησης, επιμέρους συμφωνίες των δανειακών συμβάσεων και η διευθέτηση των τόκων υπερημερίας των μη κανονικά εξυπηρετούμενων οποιουδήποτε είδους δανειακών συμβάσεων που έχει χορηγήσει προς φυσικά πρόσωπα το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι στη ρύθμιση του Ν. 3869/2010 υπάγονται και οφειλές από στεγαστικά δάνεια, τα οποία το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων χορήγησε σε υπαλλήλους που συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις της κείμενης νομοθεσίας και τα οποία δάνεια οι δανειολήπτες εξοφλούν με επιτρεπόμενη κατά νόμο προεκχώρηση του οριζομένου ποσοστού των μηνιαίων απολαβών τους. Ο νόμος με την άνω ρύθμιση θέλησε να υπαχθούν στις ρυθμίσεις του χρηματικές οφειλές από δάνεια προς όλους τους πιστωτές (ιδιώτες και μη), στην περίπτωση δε που ήθελε να εξαιρέσει από το νόμο τις εκ δανείων οφειλές προς το ανωτέρω πιστωτικό ίδρυμα θα το είχε πράξει ρητά, όπως έπραξε με την προσθήκη της γ’ περίπτωσης στη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 1 του νόμου με το άρθρο 20 παρ. 15 του Ν. 4019/2011, όπου προβλέφθηκε εξαίρεση από την προκειμένη ρύθμιση των χορηγούμενων δανείων σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 15 και 17 του Ν. 3588/2007, ενώ, ούτε στις προβλεπόμενες εξαιρέσεις του άρθρου 1 παρ. 2 του Ν. 3869/2010, συμπεριλαμβάνεται η οφειλή προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων. Εξάλλου, δεν προκύπτει εξαίρεση ούτε από τη ρύθμιση του άρθρου 25 παρ. 6 του Ν. 3867/2010, με την οποία παρέχεται η δυνατότητα στο δανειολήπτη να ζητήσει-επιτύχει με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του .. και .. ευνοϊκότερους όρους εξυπηρετήσεως των δανειακών συμβάσεων (ΑΠ 1031/2015). Σε κάθε περίπτωση, η εξαίρεση των δανείων του … και .. από τη ρύθμιση του Ν. 3869/2010, θα προσέκρουε στην αρχή της ισότητας, που προβλέπεται από το άρθρο 4 του Συντάγματος, γΓ αυτό οι δανειολήπτες του εν λόγω Ταμείου, σε σχέση με τους δανειολήπτες των υπολοίπων πιστωτικών ιδρυμάτων, θα στερούνταν των ευνοϊκών διατάξεων του Ν. 3869/2010, καθότι από το Ν. 3867/2010 δεν προκύπτουν ευνοϊκές διατάξεις ανάλογες του Ν. 3869/2010, καθώς το άρθρο 25 παρ. 6 του Ν. 3867/2010, όπως προαναφέρθηκε, προβλέπει όρους διευκόλυνσης και εξυπηρέτησης των δανείων, όχι όμως και απαλλαγή, όπως προβλέπει ο Ν. 3869/2010. Περαιτέρω, από τις προπαρατεθείσες διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 1 του Ν. 3869/2010, προκύπτει ότι, για να δικαιούται οφειλέτης να υπαχθεί στις διατάξεις του νόμου για τη ρύθμιση των οφειλών και απαλλαγή από το υπόλοιπο αυτών, πρέπει να βρίσκεται σε μόνιμη (και γενική) αδυναμία πληρωμών, που πρέπει να την περιγράφει στην αίτησή του και, ακολούθως, να την αποδείξει και η οποία δεν πρέπει να οφείλεται σε δόλο του, του οποίου (δόλου) η ύπαρξη προτείνεται από τον πιστωτή (ΑΠ 1208/2017). Αδυναμία πληρωμών σημαίνει ανικανότητα του οφειλέτη να εξοφλήσει τους πιστωτές του, εξαιτίας έλλειψης ρευστότητας, δηλαδή έλλειψης όσων χρημάτων απαιτούνται για να μπορεί ο οφειλέτης να ανταποκρίνεται στα ληξιπρόθεσμα χρέη του, έστω και αν έχει ακίνητη ή άλλη περιουσία, η οποία, όμως δεν μπορεί να ρευστοποιηθεί αμέσως. Γ ια τον προσδιορισμό της ρευστότητας λαμβάνεται υπόψη το εισόδημα του οφειλέτη. Ειδικότερα, η αδυναμία του οφειλέτη να ανταπεξέλθει στις οφειλές του κρίνεται συνολικά με βάση τη σχέση ρευστότητάς του προς τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του και αφού ληφθούν υπόψη, εφόσον το ορίζει ο νόμος, οι απαιτούμενες δαπάνες για την κάλυψη των βιοτικών αναγκών του ιδίου και των προστατευόμενων μελών της οικογένειας του. Αν η σχέση αυτή είναι αρνητική, με την έννοια ότι η ρευστότητά του δεν του επιτρέπει να ανταποκριθεί στον όγκο των οφειλών του και την κάλυψη των βιοτικών αναγκών του, υπάρχει μόνιμη αδυναμία πληρωμής. Για την αξιολόγηση της σχέσης ρευστότητας ληξιπρόθεσμων οφειλών και βιοτικών αναγκών, λαμβάνεται υπόψη τόσο η παρούσα κατάσταση ρευστότητας του οφειλέτη όσο και αυτή που διαμορφώνεται κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων. Επισημαίνεται ότι η επίμαχη αδυναμία πληρωμών πρέπει να εξετάζεται υπό το πρίσμα της αξιοπρεπούς διαβίωσης του οφειλέτη και της οικογένειας του, δηλαδή η μεγαλύτερη δυνατή ικανοποίηση των πιστωτών πρέπει να συνδυάζεται με τη βασική προστασία της προσωπικής αξιοπρέπειας και, συνακόλουθα, τη διατήρηση-εξασφάλιση ενός στοιχειώδους επιπέδου διαβίωσης του οφειλέτη και των προστατευόμενων μελών της οικογένειας του, η δε μόνιμη αδυναμία πληρωμής του οφειλέτη πρέπει να υπάρχει κατά το χρονικό σημείο της κατάθεσης της αίτησης και η κατάσταση αυτή να διατηρείται μέχρι τη συζήτηση στο ακροατήριο (ΑΠ 1208/2017). Συνακόλουθα, η εξόφληση των πιστωτών, όπως συμβαίνει στην περίπτωση οφειλών από στεγαστικά δάνεια που το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων χορήγησε σε υπαλλήλους και τα οποία δάνεια οι δανειολήπτες εξοφλούν με εκχώρηση υπέρ του δανειστή ποσοστού των μηνιαίων απολαβών τους, δεν αναιρεί την αδυναμία πληρωμών του οφειλέτη, όταν η εξόφληση των πιστωτών γίνεται σε βάρος των στοιχειωδών αναγκών του ιδίου και των προστατευόμενων μελών της οικογένειας του. Και τούτο γιατί η προστασία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας επιβάλλει να χαρακτηρισθεί ως αδυναμία πληρωμών η περίπτωση του οφειλέτη που ικανοποιεί το σύνολο των οφειλών του, αν διαθέτει για το σκοπό αυτό ένα μεγάλο μέρος των εισοδημάτων του, αλλά χωρίς να εξασφαλίζει το στοιχειώδες επίπεδο διαβίωσης για τον ίδιο και την οικογένειά του. Και το πρόσωπο αυτό βρίσκεται σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμών. Διαφορετική αντιμετώπιση θα προέτασσε την ικανοποίηση των πιστωτών σε βάρος της ανθρώπινης αξιοπρέπειας του οφειλέτη ακόμη και της επιβίωσής του, κατάσταση που δεν γίνεται αποδεκτή από το γράμμα και το σκοπό του Ν. 3869/2010 (ΑΠ 1379/2019 Νόμος).

Με το δεύτερο λόγο έφεσης το εκκαλούν ισχυρίζεται ότι η εκκαλουμένη με το να αξιώσει για την παραδοχή της ένστασης δόλου που το ίδιο πρόβαλε κατά της πρώτης εφεσίβλητης την απόδειξη και πρόσθετων στοιχείων, όπως ότι αυτή εξαπάτησε τους υπαλλήλους του εκκαλούντος και ότι αυτοί παρέλειψαν να ενεργήσουν την αναγκαία έρευνα για την πιστοληπτική της ικανότητα πριν χορηγήσουν την πίστωση, έσφαλε περί την εφαρμογή του νόμου, καθώς τούτο δεν απαιτείται για την κατάφαση της ένστασης δόλου. Ο λόγος αυτός έφεσης είναι ορισμένος και νόμιμος στηριζόμενος στη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 1 ν. 3869/2010 (βλ. και ΑΠ 153/2017 Νόμος), πρέπει όμως να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμος, διότι από την επισκόπηση της εκκαλουμένης αποδείχθηκε ότι με αυτή έγινε δεκτό ότι η πρώτη εφεσίβλητη περιήλθε χωρίς δόλο σε γενικής και μόνιμη αδυναμία πληρωμών των ληξιπρόθεσμων χρηματικών της οφειλών λόγω της μεγάλης μείωσης των εισοδημάτων της από το χρόνο λήψης των δανείων της έως των χρόνο περιαγωγής της στην ως άνω αδυναμία, την οποία και δεν εδύνατο να προβλέψει, η δε αναφορά σε αυτή ότι δεν εξαπάτησε τους υπαλλήλους του εκκαλούντος και ότι αυτοί παρέλειψαν να ενεργήσουν την αναγκαία έρευνα για την πιστοληπτική της ικανότητα πριν χορηγήσουν την πίστωση ρητά αναφέρεται ότι γίνεται ως επάλληλη και πλεονάζουσα αιτιολογία. […]

Από την κατάθεση της πρώτης εφεσίβλητης, η οποία εξετάστηκε ανωμοτί ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και η κατάθεσή της περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, τα προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, κάποια εκ των οποίων κατωτέρω αναφέρονται, χωρίς να παραλείπεται κανένα από την ουσιαστική εκτίμηση της υπόθεσης, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: η πρώτη εφεσίβλητη, ηλικίας ….. ετών, είναι παντρεμένη με τον ………., ….. ετών επίσης, από το γάμο τους δε αυτό έχουν αποκτήσει ένα τέκνο, ηλικίας ….. ετών (βλ. προσκομιζόμενο πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης). Η πρώτη εφεσίβλητη, πρώην δημόσιος υπάλληλος, είναι πλέον συνταξιούχος και λαμβάνει μηνιαίες αποδοχές ύψους 895,06 ευρώ (βλ. σχετικά έγγραφα σε συνδυασμό με ανωμοτί κατάθεση της), προερχόμενα από κύρια σύνταξη ύψους 827,06 ευρώ και μέρισμα του μετοχικού ταμείου δημοσίων υπαλλήλων ποσού 68,00 ευρώ. Ο σύζυγός της είναι άνεργος, χωρίς να έχει καταφέρει να βρει εργασία, ομοίως και ο γιος της. Κατά συνέπεια μοναδικό οικογενειακό εισόδημα αποτελεί η ως άνω μηνιαία σύνταξή της. Το εισόδημα της πρώτης εφεσίβλητης ανήλθε το 2015 στο ποσό των 10.609,20 ευρώ και του συζύγου της σε μηδενικό, το 2014 στο ποσό των 12.479,94 ευρώ και του συζύγου της σε μηδενικό, το 2013 στο
ποσό των 15.322,22 ευρώ και του συζύγου της σε μηδενικό, το 2012 στο ποσό των 15.624,31 ευρώ και του συζύγου της σε μηδενικό, ενώ παλαιότερα, το έτος 2008 στο ποσό των 21.367,30 ευρώ και του συζύγου της στο ποσό των 87,26 ευρώ, ενώ το 2007 στο ποσό των 20.538,39 ευρώ και του συζύγου της στο ποσό των 4.465,00 ευρώ (βλ. εκκαθαριστικά σημειώματα αντίστοιχων ετών). Παρατηρείται επομένως σαφής μείωση των εισοδημάτων της σε σχέση με το παρελθόν, όπου και εργαζόταν ως δημόσιος υπάλληλος. Ωστόσο, κατά το παρελθόν βασιζόταν στην αποπληρωμή των υποχρεώσεων της και στα εισοδήματα του συζύγου της, ο οποίος ενδεικτικά διέθετε εισοδήματα ύψους 4.465,00 ευρώ, με βάση το εκκαθαριστικό σημείωμα έτους 2007, που αύξανε τον οικογενειακό προϋπολογισμό. Εξάλλου αποδείχθηκε ότι σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της αίτησης, η πρώτη εφεσίβλητη έχει αναλάβει τις παρακάτω δανειακές υποχρεώσεις: α) Από το εκκαλούν την υπ’ αριθ. 01/109113 σύμβαση στεγαστικού δανείου ποσού 124.457,05 ευρώ, εξοπλισμένη με εμπράγματη ασφάλεια και β) Από το δεύτερο εφεσίβλητο την υπ’ αριθ. σύμβαση δανείου με αριθμό κράτησης ΤΕΑΔΥ 4012501, ποσού 2.866,37 ευρώ. Ωστόσο η τελευταία αυτή οφειλή μη νόμιμα εισάγεται προς ρύθμιση, λόγω της αντισυνταγματικότητας των σχετικών ρυθμίσεων για τους λόγους που διεξοδικά αναλύονται στη μείζονα πρόταση υπό στοιχείο I του δικανικού συλλογισμού, συνεπώς η εκκαλουμένη, η οποία υπήγαγε και αυτή την οφειλή στις ρυθμίσεις των άρθρων 8 παρ. 2 και 9 παρ. 2 ν. 3869/2010, έσφαλε κατά την εφαρμογή του νόμου και δεδομένου ότι η πλημμέλεια αυτή (νόμω αβάσιμο της αίτησης) ελέγχεται αυτεπαγγέλτως από το παρόν Δικαστήριο, που δικάζει ως Εφετείο, συνεπώς, πρέπει η εκκαλουμένη να εξαφανιστεί κατά το κεφάλαιο αυτό, εν συνεχεία πρέπει να εκδικαστεί η αίτηση και να απορριφθεί αυτή ως προς το δεύτερο εφεσίβλητο ως μη νόμιμη. Περαιτέρω, δεδομένης και της υπέρμετρης αύξησης των δαπανών διαβίωσης της πρώτης εφεσίβλητης, διαμέσου της οικονομικής κρίσης, η συνολική εισοδηματική εικόνα της εμφανίζεται σημαντικά πτωτική σε σχέση με το παρελθόν, αφού το εισόδημα της έχει μειωθεί κατά 10.000,00 ευρώ περίπου, ήτοι περί το 50%. Με βάση τα προαναφερόμενα συνάγεται ότι η πρώτη εφεσίβλητη οδηγήθηκε σε μόνιμη και διαρκή αδυναμία να πληρώσει τα ληξιπρόθεσμα χρέη της προς τους πιστωτές της. Κατά την ανάληψη εξάλλου των ανωτέρω υποχρεώσεων τα εισοδήματα της ήταν υψηλότερα (βλ. ανωτέρω αποδειχθέντα σε συνδυασμό με τα κατά το παρελθόν εισοδήματα του συζύγου της) και περαιτέρω, εξ’ αιτίας της οικονομικής κρίσης με τις δυσμενείς συνέπειες που είχε στην ελληνική οικονομία, κατέστη ανέφικτη η αποπληρωμή της ανωτέρω οφειλής, δεδομένου, ότι εκτός από τη μείωση των εισοδημάτων, τα τρέχοντα έξοδα και οι δαπάνες διαβίωσης της μέσης ελληνικής οικογένειας έχουν αυξηθεί σημαντικά. Σημειώνεται ότι το σύνολο του χρέους της δεν κρίνεται υψηλό, αντιθέτως είναι σύνηθες για τα δεδομένα της ελληνικής κοινωνίας πριν την οικονομική κρίση και αναλήφθηκε στο συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του προς κάλυψη των στεγαστικών και μόνο αναγκών της (βλ. κατάσταση οφειλών). Λόγω δε της ύπαρξης υψηλότερων εισοδημάτων κατά το παρελθόν αλλά και της τότε καλής οικονομικής κατάστασης της χώρας, με τη σταθερότητα που παρουσίαζαν οι εργασιακές συνθήκες του δημοσίου τομέα, η πρώτη εφεσίβλητη πίστευε ότι μπορεί να ανταποκριθεί σε αυτές της τις υποχρεώσεις ενώ δεν ήταν σε θέση να προβλέψει την οικονομική κρίση που θα ακολουθούσε που την οδήγησε σε μόνιμη και διαρκή αδυναμία πληρωμής των οφειλών της. Βρίσκεται δε, πράγματι σήμερα σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής. Η κρίση αυτή συνάγεται από την σχέση ρευστότητας της αιτούσας προς τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις της. Δηλαδή η σχέση αυτή είναι αρνητική υπό την έννοια ότι, μετά από την αφαίρεση των δαπανών για την κάλυψη των βιοτικών αναγκών της (όπως ανωτέρω προσδιορίστηκαν), η υπολειπόμενη ρευστότητα δεν της επιτρέπει να ανταποκριθεί στον όγκο των οφειλών της ή τουλάχιστον σε ουσιώδες μέρος της, χωρίς προς τούτο να φέρει ευθύνη, αφού οι μηνιαίες δόσεις, δεν μπορούν να καλυφθούν χωρίς περιορισμό των αναγκαίων δαπανών διαβίωσης τους, καθώς με βάση τα ανωτέρω και ενόψει του γεγονότος ότι αυτή βαρύνεται και με τις δαπάνες διαβίωσης άλλων προσώπων, ήτοι του συζύγου και του τέκνου της, το ποσό που είναι απαραίτητο για τη διαβίωση της ανέρχεται κατά την κρίση του Δικαστηρίου σε 775,06 ευρώ, όπως ορθώς δέχθηκε η εκκαλουμένη. Για τον υπολογισμό όμως του ανωτέρω ποσού, συνεκτιμάται ιδιαίτερα το γεγονός ότι οι οφειλέτες οι οποίοι ζητούν να υπαχθούν στις ευεργετικές ρυθμίσεις του νόμου, πρέπει από την πλευρά τους να μειώσουν στο ελάχιστο τις δαπάνες τους μόνο στις απολύτως απαραίτητες και αναγκαίες για το προβλεπόμενο από το νόμο χρονικό διάστημα της ρύθμισης (οι εύλογες δαπάνες διαβίωσης της πρώτης εφεσίβλητης ως ζεύγους δύο ενηλίκων με ένα προστατευόμενο μέλος ανέρχονται σύμφωνα με την Έρευνα Οικονομικών Προϋπολογισμών της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας, για τις υπαγόμενες στο ν. 4336/2015 αιτήσεις, ως προς τον προσδιορισμό των ευλογών δαπανών διαβίωσης και για το ρόλο τους στη διευκόλυνση του Δικαστηρίου σε Αθ. Κρητικό, ο.π., σελ. 231-232 και 335 επ.] τα οποία λαμμβάνονται μεν υπόψη, χωρίς, ωστόσο, να εκδηλώνουν νομική δεσμευτικότητα, που απαγορεύει τον προσδιορισμό των εν λόγω αναγκών κατά περίπτωση, αναλόγως των εκάστοτε ιδιαιτεροτήτων (βλ. αναλυτικά για το ζήτημα αυτό Βενιέρη σε Βενιέρη/Κατσά, Εφαρμογή του ν. 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα, γ’ έκδ, 2016, σελ. 497-503, στους αρ.περ.1142-1150), σε 1.126 ευρώ, όπως αυτές προσδιορίζονται από την πρώτη ομάδα δαπανών, στην οποία και οφείλει να προσαρμόζεται ο δανειολήπτης, που έχει αναλάβει αποπληρωμή δανείων για τη βελτίωση της προσωπικής του κατάστασης. Κατ’ αποτέλεσμα απορριπτέος ως ουσιαστικά αβάσιμος κρίνεται ο αντίθετος ο τρίτος λόγος έφεσης κατά το δεύτερο σκέλος αυτού, με το οποίο προσάπτεται στην εκκαλουμένη η πλημμέλεια της κακής εκτίμησης των αποδείξεων με το να δεχθεί ότι η πρώτη εφεσίβλητη δεν βρίσκεται σε αδυναμία πληρωμής, αλλά ότι αντίθετα το διαθέσιμο εισόδημά της επαρκεί για την κάλυψη των δανειακών της υποχρεώσεων. Η αδυναμία πληρωμής της εξάλλου είναι επιγενόμενη και δεν προϋπήρχε κατά τη σύναψη των δανειακών υποχρεώσεων της με τους πιστωτές. Συνεπώς, σύμφωνα με τα αρθρ. 8 παρ. 2 και 9 παρ. 2 του Ν. 3869/2010 όπως οι τελευταίες συμπληρώθηκαν και τροποποιήθηκαν με τις διατάξεις του Ν. 4336/2015 και 4346/2015 (αρθρ. 338 ΚΠολΔ), θα λάβει χώρα ρύθμιση των οφειλών της. Όσον αφορά το ειδικότερο περιεχόμενο της ρύθμισης αυτής, λαμβανομένων υπόψη των βασικών προσωπικών και οικογενειακών αναγκών της πρώτης εφεσίβλητης και της μη διαφαινόμενης τουλάχιστον στο άμεσο μέλλον βελτίωσης της οικονομικής της κατάστασης κρίνεται ότι μετά την αφαίρεση των δαπανών διαβίωσης της οικογένειας απομένει το ποσό των 120,00 ευρώ, το οποίο και πρέπει να διατεθεί στο εκκαλούν. Από την ανωτέρω ρύθμιση πρέπει να αφαιρεθεί ο χρόνος ισχύος της προσωρινής διαταγής, που βρίσκεται σε ισχύ από τον Ιούλιο του 2017, ήτοι εννέα (9) μήνες (βλ. παραστατικά καταβολών) σε συνδυασμό με το γεγονός ότι τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο του 2017 το εκκαλούν ων συνέχισε να παρακρατά το ποσό της μηνιαίας δόσης από τη μισθοδοσία της αιτούσας κι έτσι δεν υπήρχε υποχρέωση επιπλέον μηνιαίων καταβολών. Κατά συνέπεια η πρώτη εφεσίβλητη θα καταβάλλει στο εκκαλούν το ποσό των 120,00 ευρώ και για χρονικό διάστημα 27 μηνών. Η παραπάνω πρώτη ρύθμιση θα συνδυαστεί με την προβλεπόμενη από την διάταξη του αρθρ. 9 παρ. 2 Ν. 3869/2010, όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με το Ν. 4336/2015 και το Ν. 4346/2015 εφόσον με τις καταβολές επί 36 μήνες (συμπεριλαμβανομένης της προσωρινής διαταγής) δεν επέρχεται πλήρης εξόφληση των απαιτήσεων των πιστωτών και υποβάλλεται αίτημα εξαίρεσης της οικίας της (κύριας κατοικίας) από την εκποίηση, μετά το οποίο η εξαίρεση αυτή είναι υποχρεωτική για το Δικαστήριο (βλ. Αθ. Κρητικό, ο.π. σελ. 148 – αρ. 16), με τη συνδρομή και των λοιπών προϋποθέσεων (η αξία της δεν υπερβαίνει το όριο του αφορολόγητου ποσού για την απόκτηση πρώτης κατοικίας, προσαυξημένη κατά 50%) καθώς α) Υπάρχει ακίνητο που χρησιμεύει ως κύρια κατοικία της για το οποίο υποβάλλεται αίτημα εξαίρεσης από την εκποίηση, β) η πρώτη εφεσίβλητη έχει εισόδημα που δεν υπερβαίνει το 170% των ευλόγων δαπανών διαβίωσης (1126,00 ευρώ οι δαπάνες διαβίωσης χ 70% = 1.914,20 ευρώ) εφόσον αυτό ανέρχεται σε 895,06 ευρώ (βλ. αρθρ. 9 παρ. 2 που παραπέμπει στο αρθρ. 5 παρ. 3 ως προς τον καθορισμό των δαπανών διαβίωσης σε συνδυασμό με απόφαση ΤτΕ 54 /15.12.2015 ΦΕΚ 2740), γ) Η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας της δεν υπερβαίνει το ποσό των 180.000 ευρώ, προσαυξημένη αναλόγως για έγγαμο οφειλέτη (βλ. φύλλο υπολογισμού αντικειμενικής αξίας ακινήτου) και δ) οι πιστωτές στα πλαίσια του αρθρ. 338 ΚΠολΔ δεν επικαλέστηκαν ούτε απέδειξαν ως όφειλαν ότι η αιτούσα δεν ήταν συνεργάσιμη δανειολήπτης βάσει του Κώδικα Δεοντολογίας των τραπεζών. Επίσης, βάσει του αρθρ. 9 παρ. 2 εδ β’ αυτή έχει διαμορφώσει με τις προτάσεις της το σχέδιο διευθέτησης οφειλών της με τέτοιο τρόπο ώστε για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της προβλέπει ότι αποπληρώνει αφενός μεν το μέγιστο της ικανότητας αποπληρωμής, αφετέρου δε ότι θα καταβάλλει τέτοιο ποσό ώστε οι πιστωτές της να βρίσκονται στην ίδια οικονομική θέση σε σύγκριση με την ικανοποίηση τους από τυχόν εκποίηση της κατοικίας από αναγκαστική εκτέλεση. Συνεπώς, σημασία πλέον για το τι θα καταβάλλει ο οφειλέτης για τη διάσωση της κύριας κατοικίας του, έχει η εμπορική αξία αυτής μειωμένη κατά τα έξοδα της εκτέλεσης, ενώ για την εκτίμηση της αξίας του ακινήτου, που κατάσχεται, λαμβάνεται υπόψη η εμπορική του αξία, όπως αυτή προσδιορίζεται κατά το χρόνο της κατάσχεσης. Η αξία αυτή ορίζεται και ως τιμή πρώτης προσφοράς με βάση τη διάταξη του αρθρ. 993 παρ. 2 και 995 ΚΠολΔ, όπως τροποποιήθηκε με τις διατάξεις του Ν. 4335/2015. Πριν επέλθει η τροποποίηση αυτή ίσχυε η κατ’ εκτίμηση αξία από το δικαστικό επιμελητή ή τον προσληφθέντα πραγματογνώμονα, η οποία δεν μπορούσε να υπολείπεται της αντικειμενικής αξίας και ο προσδιορισμός της τιμής πρώτης προσφοράς γινόταν στα 2/3 της εκτιμηθείσας αξίας ή στην αντικειμενική αξία αντίστοιχα, κάτι που δεν ισχύει σήμερα και δεν καταλαμβάνει στο ρυθμιστικό πεδίο της την υπό κρίση αίτηση. Κατά συνέπεια το αντίθετο αίτημα της πρώτης εφεσίβλητης που προσδιορίζει την τιμή πρώτης προσφοράς της κύριας κατοικίας της στα 2/3 της εμπορικής αξίας της δε στηρίζεται στο νόμο και κρίνεται απορριπτέο. Περαιτέρω, η Τράπεζα της Ελλάδος εξέδωσε την υπ’ αριθ. 54/2015 Πράξη της Εκτελεστικής Επιτροπής, αλλά δεν έχει εισέτι δημιουργηθεί βάση δεδομένων που προβλέπεται στο κεφάλαιο Β άρθρο 6 της ανωτέρω Πράξης και το Δικαστήριο με βάση τα αποδεικτικά μέσα που προσκομίστηκαν και την επιτρεπτή αυτεπάγγελτη έρευνα της πραγματικής εμπορικής αξίας ισαξίων ακινήτων στην ίδια περιοχή, λαμβάνοντας υπόψη τη θέση, την παλαιότητα και τον όροφο, την έκθεση εκτίμησης του προαναφερόμενου εκτιμητή που αποτιμά την εμπορική αξία του ακινήτου στο ποσό των 35.700,00 ευρώ (βλ. την προσκομιζόμενη εκτίμηση ακινήτου) προσδιορίζει την εμπορική αξία της ανωτέρω κύριας κατοικίας της πρώτης εφεσίβλητης, πράγματι, στο ποσό των 35.700,00 ευρώ. Αφαιρώντας δε τα έξοδα της αναγκαστικής εκτέλεσης (ήτοι αμοιβές δικαστικών επιμελητών, αμοιβή συμβολαιογράφου, κόστος δημοσίευσης, αποζημιώσεις Υποθηκοφυλακείου) που από το Δικαστήριο υπολογίζονται σε 2.700,00 ευρώ, το ελάχιστο ποσό που θα λάμβαναν οι πιστωτές σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης και πλειστηριασμού της κύριας κατοικίας της αιτούσας ανέρχεται σε 33.000,00 ευρώ. Το ανωτέρω ποσό υποχρεούται να καταβάλλει η πρώτη εφεσίβλητη για χρονικό διάστημα 20 ετών (240 μηνών), ήτοι ποσό 137,50 ευρώ μηνιαίως επί 240 μήνες, λαμβανομένων υπόψη το σύνολο των χρεών της, της οικονομικής της δυνατότητας και της ηλικίας της. Οι δε μηνιαίες δόσεις θα αρχίσουν να καταβάλλονται 27 μήνες μετά τη δημοσίευση της εκκαλουμένης, αμέσως μετά το τέλος της προηγούμενης ρύθμισης, περίοδος χάριτος που πρέπει να δοθεί στην πρώτη εφεσίβλητη καίτοι τέτοια δυνατότητα δεν παρέχεται στο Ν. 4336/2015, αφού τούτο κρίνεται και δικαιοπολιτικά ορθότερο και έχει ως αποτέλεσμα την ορθή και αποτελεσματική τήρηση της ρύθμισης εκ μέρους της. Ειδικότερα, όσον αφορά το ζήτημα της περιόδου χάριτος, στη νέα διάταξη του αρθρ. 9 παρ 2 μετά το Ν. 4336/2015, αλλά και το Ν. 4346/2015 έχει παραληφθεί η πρόβλεψη της δυνατότητας για χορήγηση περιόδου χάριτος. Αυτό, προφανώς, οφείλεται σε παραδρομή αφού έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το όλο πνεύμα και το σκοπό των ρυθμίσεων του νόμου και ειδικά αυτής της διάταξης του αρθρ. 8 παρ. 2, που προβλέπει τον ορισμό μηνιαίων καταβολών με βάση τα εισοδήματα και τις ανάγκες του οφειλέτη, με σκοπό την ελάφρυνση του, ώστε να εξυπηρετήσει μέρος των χρεών τους και να απαλλαγεί του υπολοίπου, διαφυλάσσοντας ένα ελάχιστο επίπεδο διαβίωση του. Και αυτό γιατί, εφόσον συμπέσουν οι δύο ρυθμίσεις για μηνιαίες καταβολές, αυτές δηλαδή των αρθρ. 8 παρ. 2 και 9 παρ. 2, ο οφειλέτης θα κληθεί να καταβάλει κατά την πρώτη τριετία, που θα λειτουργήσουν παράλληλα, ποσά σημαντικά μεγαλύτερα αυτών που δύναται με βάση τα εισοδήματα και τις ανάγκες του, που αποτελούν και τα κριτήρια για τον ορισμό του ποσού των καταβολών της ρύθμισης της 8 παρ. 2, γεγονός που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην έκπτωση του, αντί της επιδιωκόμενης απαλλαγής του. Γι’ αυτό, η παράλειψη θα πρέπει να καλυφθεί ερμηνευτικά με βάση το πνεύμα των ρυθμίσεων του νόμου για την πραγμάτωση του επιδιωκόμενου μέσω αυτών πιο πάνω σκοπού του. Εφόσον η εκπλήρωση της ρύθμισης του αρθρ. 8 παρ. 2 εξαρτάται κατά το νόμο από τα εισοδηματικά κριτήρια που θεσπίζει η διάταξη αυτή, η δε πραγμάτωση της είναι αδύνατη εφόσον λειτουργήσει παράλληλα με τη ρύθμιση του αρθρ. 9 παρ. 2, αφού ανατρέπεται πλήρως η βάση της για τον ορισμό των δόσεων, δηλαδή η τρέχουσα ικανότητα αποπληρωμής του οφειλέτη, όπως αυτή κρίθηκε με βάση τα εισοδηματικά κριτήρια της διάταξης, θα πρέπει κατά λογική ακολουθία η δεύτερη ρύθμιση να έπεται της πρώτης, πράγμα που μπορεί να συμβεί με τη χορήγηση ισόχρονης της πρώτης ρύθμισης περιόδου χάριτος ώστε να μη συμπέσουν οι δύο ρυθμίσεις, όπως ρητά προβλεπόταν από το προγενέστερο δίκαιο και έγινε δεκτό υπό την ισχύ του από τη νομολογία.

Εξάλλου η χορήγηση περιόδου χάριτος δεν προβλέπεται μεν από τη διάταξη του αρθρ. 9 παρ. 2, όμως ταυτόχρονα δεν απαγορεύεται, αφού δεν προβλέπει χρόνο έναρξης των καταβολών, ούτε άμεσα πχ με την έκδοση της απόφασης, ούτε έμμεσα με την απαγόρευση της δικαστικής αναστολής της όπως γίνεται μέσω της διάταξης του αρθρ. 8 παρ. 6 στη ρύθμιση του άρθρου αυτού. Τέλος, η αποπληρωμή του ποσού αυτού θα πρέπει να γίνει εντόκως, χωρίς ανατοκισμό, με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με το κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζα της Ελλάδος που θα αναπροσαρμόζεται με επιτόκιο αναφοράς των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ή, σε περίπτωση καθορισμού σταθερού επιτοκίου, το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου για ανάλογη της ρύθμισης περίοδο, όπως ομοίως προκύπτει από το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος. Μετά και τη ρύθμιση αυτή, δεν προκύπτει δυνατότητα κάλυψης του λοιπού μέρους των οφειλών της πρώτης εφεσίβλητης, όσο αφορά στην απαίτηση του εκκαλούντος που δεν εξυπηρετείται καθώς δεν διαθέτει λοιπά εισοδήματα, ενώ λοιπή ακίνητη περιουσία της δεν κρίθηκε πρόσφορη προς εκποίηση. Συνεπώς και ο τρίτος λόγος έφεσης κατά το πρώτο αυτού σκέλος με το οποίο προσάπτεται στην εκκαλουμένη η πλημμέλεια της κακής εκτίμησης των αποδείξεων, με το να δεχθεί ότι το ποσό των 33.000 ευρώ το οποίο πρέπει να καταβάλει η πρώτη εφεσίβλητη για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της, καθώς αυτό αντιτίθεται στην αρχή της μη χειροτέρευσης της θέσης του πιστωτή, πρέπει να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμος, διότι αυτή η μη χειροτέρευση κρίνεται σε σχέση με το ποσό που θα εισέπραττε ο πιστωτής από τον εκπλειστηριασμό της κατοικίας αυτής, το οποίο, αφού η εμπορική του αξία ορθώς κρίθηκε ότι ανέρχεται σε 35.700 ευρώ και αφαιρουμένων των εξόδων εκτέλεσης που πράγματι ανέρχονται σε 2.700 ευρώ, ανέρχεται σε 33.000 ευρώ ευρώ, ώστε καμία χειροτέρευση δεν επέρχεται και όχι σε σχέση με το σύνολο της απαίτησης του πιστωτή. Περαιτέρω, όσο αφορά στην ακίνητη περιουσία της αυτή έχει στην κυριότητα της ένα αυτοτελές και διηρημένο διαμέρισμα του 1ου ορόφου οικοδομής, κείμενης επί της οδού ……… στη Θεσσαλονίκη, εμβαδού 47,90 τμ, το οποίο απέκτησε με το υπ’ αριθ. …… συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης Ευαγγελίας Κομνηνού – Κούρου, που μεταγράφηκε νόμιμα. Το διαμέρισμα αυτό, αποτελεί την κύρια κατοικία της. Η αντικειμενική αξία του διαμερίσματος ανέρχεται σε 40.236,00 ευρώ (βλ. φύλλο υπολογισμού αντικειμενικής αξίας ακινήτου) και η εμπορική αξία του στο ποσό των 35.700,00 ευρώ (βλ. βεβαίωση – εκτίμηση του μηχανολόγου μηχανικού Αντώνιου Οικονομόπουλου). Επίσης η πρώτη εφεσίβλητη έχει στην κυριότητα της σε ποσοστό 50%, δυνάμει κληρονομικής διαδοχής τρία οικόπεδα έκτασης 350,00 τμ, 100,00 τμ στην περιοχή Ροδολίβους Σερρών, καθώς και πέντε αγροτεμάχια έκτασης 3.200,00 τμ, 5.000,00 τμ, 3.744,00 τμ, 5.000,00 τμ και 2.500,00 τμ στην ίδια περιοχή καθώς και στις περιοχές ….. της Πρώτης Σερρών και Νέας Ζίχνης Σερρών. Κινητά περιουσιακά στοιχεία δεν διαθέτει αυτή (βλ. για τα ανωτέρω προσκομιζόμενα σχετικά έγγραφα). Όσο αφορά στα ακίνητα αυτά (πλην της κύριας κατοικίας της) ο Ν. 3869/2010, στο αρθρ. 9 ορίζει ότι ο οφειλέτης μπορεί να ζητήσει την εξαίρεση της κύριας κατοικίας του από τη ρευστοποίηση, δυνατότητα η οποία απορρέει τόσο από την προστασία της προσωπικότητας του όσο και από την προστασία της οικογένειας και της οικογενειακής στέγης. Αν και η εξαίρεση της κύριας κατοικίας είναι υποχρεωτική για το Δικαστήριο, εφόσον αυτό κρίνει βάσιμο τον ισχυρισμό του οφειλέτη περί μόνιμης αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του και τότε υποχρεωτικά ρυθμίζει τις οφειλές του βάσει της οικονομικής του κατάστασης, το Δικαστήριο δεν προβαίνει στην εκποίηση της λοιπής περιουσίας του οφειλέτη, αν δεν την κρίνει απαραίτητη. Απαραίτητη δεν είναι η εκποίηση όταν ο οφειλέτης μπορεί να καλύψει τις οφειλές του από τη ρύθμιση για την εξαίρεση της κύριας κατοικίας του. Αναγκαία, ακόμη, δεν είναι η ρευστοποίηση, όταν μετά την τριετή ρύθμιση και τη ρύθμιση για την εξαίρεση της κύριας κατοικίας, το ποσό των οφειλών που απομένει μπορεί να καλυφθεί από εναλλακτική αξιοποίηση του περιουσιακού στοιχείου του και όχι με εκποίηση του. Επιπλέον, η εκποίηση δεν είναι απαραίτητη, όταν δεν είναι πρόσφορη, κατάλληλη να αποφέρει κάποιο αντάλλαγμα για την ικανοποίηση των δανειστών. Αυτό συμβαίνει όταν τα περιουσιακά στοιχεία δεν παρουσιάζουν αγοραστικό ενδιαφέρον, λόγω ποσοστού εμπράγματου δικαιώματος σε αυτά, ή άλλου λόγου. Από τη στάθμιση των συμφερόντων μεταξύ οφειλέτη και πιστωτών, μπορεί να προκύψει ότι η διατήρηση ενός περιουσιακού στοιχείου στη διάθεση του οφειλέτη, ωφελεί αυτόν πολύ περισσότερο σε σύγκριση με το όφελος των πιστωτών και τη ζημία του οφειλέτη σε περίπτωση που το στερηθεί αυτός. Το Δικαστήριο κρίνει ότι τα ακίνητα αυτά, δεν συντρέχει λόγος να εκποιηθούν, καθώς η τυχόν εκποίηση τους δεν θα προκαλέσει ούτε αγοραστικό ενδιαφέρον ούτε αξιόλογο τίμημα, καθώς η περιοχή που βρίσκονται δεν αποδίδει σε αυτά υψηλά εμπορική αξία, ενώ πρόκειται για ποσοστά κυριότητας και όχι πλήρη κυριότητα επ’ αυτών. Ούτε εξάλλου προκύπτει από την αποδεικτική διαδικασία ότι η πρώτη εφεσίβλητη αξιοποιεί με κάποιο τρόπο τα ακίνητα αυτά (βλ; έντυπα ΕΙ). Κατά συνέπεια, πρέπει να εξαιρεθούν από τη ρευστοποίηση. Συνεπώς και μη υπάρχοντος άλλου λόγου έφεσης, πρέπει να γίνει τυπικά και κατ’ ουσία δεκτή η έφεση, αφού κατά λόγο εξεταζόμενο αυτεπαγγέλτως εξαφανίζεται η εκκαλουμένη, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση, και κατά τις μη ανατρεπόμενες διατάξεις της για την ενότητα της εκτέλεσης, (ΑΠ 748/1984, ΕλλΔνη 26.642), τόσο κατά το μέρος που έσφαλε όσο και κατά το μέρος που ορθά έκρινε. Στη συνέχεια πρέπει να διακρατηθεί η υπόθεση, να δικαστεί εκ νέου η αίτηση, η οποία ορισμένη και νόμιμη ήταν και να γίνει εν μέρει δεκτή σύμφωνα με όσα προηγουμένως αναφέρθηκαν και ορίζονται στο διατακτικό της παρούσας. Δεν ορίζεται παράβολο για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας εκ μέρους της δεύτερης εφεσίβλητης που δικάζεται ερήμην, διότι δυνατότητα άσκησης τέτοιας ανακοπής δεν παρέχεται από το νόμο (βλ, άρθρ. 14 του ν. 3869/2010). Τέλος, κατ’ άρθρο 8 παρ. 6 του ν. 3869/2010, το οποίο εφαρμόζεται και στο δεύτερο βαθμό, δικαστικά έξοδα δεν επιβάλλονται.

由于这些原因

ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην του δεύτερου εφεσίβλητου και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και κατ’ ουσία την έφεση.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλούμενη.

ΔΙΑΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση και δικάζει κατ’ ουσία.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αίτηση ως προς το δεύτερο εφεσίβλητο.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αίτηση ως προς το εκκαλούν.

ΡΥΘΜΙΖΕΙ τα χρέη της αιτούσας – πρώτης εφεσίβλητης προς το εκκαλούν

ΟΡΙΖΕΙ μηνιαίες καταβολές ύψους εκατόν είκοσι (120,00 ευρώ) και για χρονικό διάστημα είκοσι εφτά (27) μηνών που θα ξεκινήσουν ένα μήνα μετά τη δημοσίευση της εκκαλουμένης και θα καταβάλλονται στο εκκαλούν το πρώτο πενθήμερο εκάστου μηνός.

ΕΞΑΙΡΕΙ της εκποίησης την κύρια κατοικία της αιτούσας – πρώτης εφεσίβλητης, ήτοι ένα αυτοτελές και διηρημένο διαμέρισμα του 1ου ορόφου οικοδομής, κείμενης επί της οδού …… στη Θεσσαλονίκη, εμβαδού 47,90 τμ.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ στην αιτούσα – πρώτη εφεσίβλητη την υποχρέωση να καταβάλλει για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της το συνολικό ποσό των τριάντα τριών χιλιάδων (33.000,00) ευρώ, ήτοι εκατόν τριάντα εφτά ευρώ και πενήντα λεπτών (137,50 ευρώ) μηνιαίως και για χρονικό διάστημα είκοσι (20) ετών (240 μηνών) προς το εκκαλούν. Οι καταβολές αυτές θα ξεκινήσουν μετά την πάροδο είκοσι εφτά μηνών από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης Οι καταβολές αυτές θα πραγματοποιούνται χωρίς ανατοκισμό με το μέσο κυμαινόμενο επιτόκιο στεγαστικού δανείου που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζα της Ελλάδος, αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ή, σε περίπτωση καθορισμού σταθερού επιτοκίου, το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου για ανάλογη της ρύθμισης περίοδο, όπως ομοίως προκύπτει από το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος.

ΕΞΑΙΡΕΙ της εκποίησης τα λοιπά αναφερόμενα στο σκεπτικό ακίνητα περιουσιακά στοιχεία της απούσας – πρώτης εφεσίβλητης.

ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίστηκε στις 2 Απριλίου 2020.


Θωμάς Στεφ. Καλοκύρης

MDE律师

饼干是饼干的一部分。 Mπορείτε να μάθετε περισσότερα σχετικά με τα 饼干 που χρησιμοποιούμε ή να τα απενεργοποιήσετε 详细信息
Aποδέχομαι详细信息

通用数据保护条例

  • 隐私声明

隐私声明

“个人数据的处理是根据个人数据保护一般条例 (GDPR 2016/679) 的规定以及针对某些部门的任何更具体的国家和欧洲立法进行的,
当前适用的希腊关于个人数据保护以及电子通信领域个人数据和隐私保护的立法

(第 3471/2006 号法律,如适用)和个人数据保护局 (PDPA) 的决定”。  

    1. 目的

      在提供我们的产品时,我们会收集有关您的某些个人数据,以促进我们与您的关系并为您提供最佳的购物体验。通过隐私声明,我们希望向您解释我们收集、使用和共享由您收集的或关于您的数据和 cookie 的做法和政策。

    2. 我们如何收集数据

      当您通过我们的联系表、订单、时事通讯注册、电话或电子邮件或以任何其他方式向我们发送您的数据时,我们会收集您的数据。

       thomaskalokiris.com 将您的个人数据的安全放在第一位。因此,我们会谨慎、谨慎地管理您的个人数据 根据国家和欧洲立法 根据第 2472/1997 号法律和第 (EU) 号法规的定义。 679/2016(通用数据保护条例).

我们收集哪些数据以及原因

下表列出了我们从您那里收集的数据、我们使用这些数据的目的以及在每种情况下为何需要这些数据。

数据处理的目的

隐私

为什么需要数据

执行您的订单
  • 个人标识符(姓名)
  • 联系信息(送货地址、电话、电子邮件地址)
  • 税务标识符(TIN、D.O.Y)
  • 登录信息

启用您的注册/登录、完成您的订单或进行任何退款。

 

 

 

处理问题、投诉、故障排除
  • 个人标识符(姓名)
  • 联系信息(送货地址、电话、电子邮件地址)
  • 税务标识符(TIN、D.O.Y)
  • 登录信息

以便正确处理疑问、任何投诉和问题。我们拥有为客户提供最佳体验并解决任何问题的合法权益。

 

 

 

订阅时事通讯
  • 个人标识符(姓名)
  • 联系信息(送货地址、电话、电子邮件地址)
以便在您同意后,您可以收到我们公司的更新和优惠信息
使用社交媒体创建会员帐户 
  • 个人标识符(姓名)
  • 联系信息(电子邮件地址)
无需重新输入您的详细信息即可下订单

 

    1. 我们保留您的数据多久

      我们的政策是,根据数据最小化和保留期限限制的原则,仅在收集数据的目的所需的时间内保留您的数据。由于上述所有原因,您的数据将在我们的客户关系结束后保留至少五 (5) 年。此外,我们会根据您行使个人数据保护权利时可能发生的变化调整您的数据保留。

    2. 向第三方披露个人数据

      我们不会将您的个人信息转让、披露或出租给本隐私声明中所述以外的任何第三方/实体。我们公司将个人数据传输给第三方,公司委托第三方代表公司处理个人数据。

      数据仅传输给我们的合作伙伴公司,这些公司为发送广告材料和个性化优惠而提供服务。此外,这些数据还会传输给与我们合作的公司,以评估服务提供的质量以及评估我们的产品和服务。此外,为了执行销售合同,数据将传输至已指定执行部分合同的合作公司,例如运输公司或您选择的提货点。最后,建立我们网站的独立服务提供商以及为我们提供网站运营技术支持或托管的服务提供商将有权访问数据。

      我们力求确保所有此类第三方/独立服务提供商不会将您的个人数据用于提供受合同约束的服务之外的任何目的。我们还与这些独立承包商签订合同,要求他们遵守法律要求的个人数据保护标准,并仅将数据用于其提供的目的。

      最后,如果我们需要披露或共享您的个人信息以遵守任何法律或监管义务,我们保留向第三方披露您的个人信息的权利。

    3. 数据安全

      我们竭尽全力保护我们的用户免遭未经授权的访问或更改、披露或破坏我们所拥有的信息。具体来说:

      1. 我们使用 SSL 对进出网站的数据传输进行加密。
      2. 我们控制我们的数据收集、存储和处理实践,包括物理安全措施,以防止未经授权的系统访问。
      3. 个人信息的访问权限仅限于需要了解此信息以便为我们提供服务的我们的员工和合作伙伴实体。本隐私声明中明确提及了这些合作实体以及保护您的数据的方式。

 

  1. 未成年人访问

    我们提供的产品仅供成人购买,儿童或 16 岁以下的未成年人不得购买。

    如果您未满 16 岁,您只能在父母或监护人的参与和批准下使用我们的网站。

  2. cookie 的使用

    “cookie”是一个小文本文件,当您访问网站时,它会下载到您的设备,并允许网站从您的浏览器获取某些信息,例如您的偏好。我们认为您了解我们网站上使用了哪些 cookie 以及使用它们的原因非常重要。我们网站上使用的两大类 cookie 是绝对必要的 cookie 和第三方 cookie:

    绝对有必要 饼干 这些 cookie 对于我们网站的正常运行是必要的,也是您能够浏览网站并使用其功能(例如访问网站的安全区域)所必需的。如果没有这些cookie,网站的某些服务和功能(例如购物车或电子支付)将无法执行

    饼干 第三方的

    第三方 cookie 包括性能、功能和促销/目标 cookie。

    • 性能 cookie:收集有关访问者如何使用网站的信息,例如他们最常访问哪些页面,以及他们是否收到来自网站的错误消息。这些 cookie 不会收集识别访问者身份的信息。这些 cookie 收集的所有信息都是汇总的,因此是匿名的。它们仅用于改进网站的工作方式
    • 功能性cookie:允许网站记住您所做的选择(例如您的用户名或您所在的区域)并提供更多个性化的功能。它们还可用于记住您对网站所做的更改或用于提供您请求的服务,例如聊天或使用社交媒体。这些 cookie 收集的数据可以是匿名的,无法跟踪您的浏览情况以及您在其他网站上的活动。
    • 促销/目标 cookie:用于提供与您和您的兴趣更相关的内容。它们还用于发送有针对性的广告或优惠,限制显示的广告数量,并帮助衡量广告活动的有效性。它们还可能用于存储您访问过的网站,以确定最有效的在线营销渠道,并奖励推荐您访问我们网站的外部网站和合作伙伴。

     

  3. 您保护个人数据的权利

    在保留或处理您的数据期间的任何时候,您保留以下权利,并且您可以提出相应的请求:

    • 访问权 – 您有权访问我们持有的有关您的个人数据
    • 纠正权——您有权纠正我们持有的有关您的不准确或不完整的数据。
    • 删除权 – 您可以要求从我们的记录中删除我们持有的有关您的数据,并且在某些情况下我们有义务遵守您的要求
    • 限制处理的权利 – 您有权要求限制对您的个人数据的处理,并且在某些条件适用的情况下,我们有义务遵守此请求
    • 数据可移植权 – 您有权要求将我们持有的有关您的数据转移到另一个组织
    • 反对权——在某些条件下,您有权反对处理与您有关的个人数据
    • 撤回同意的权利——如果处理您的数据的法律依据是“同意”,您有权随时撤回您的同意。

    您有关上述权利的所有请求都可以通过特殊请求表或通过您的个人帐户的管理页面提交。

    这 程序 有关上述权利的任何请求的处理如下。我们将尽快(无论如何)在提交后一个月内评估该请求并就其进度(请求已批准、请求部分批准、请求被拒绝)回复您。如果本公司拒绝您有关上述个人数据保护权利的请求,我们将告知拒绝的原因。您有权直接向监管机构和我们公司的数据保护官提出投诉。

    我们保留拒绝无理重复、需要不成比例的技术努力或产生不成比例的技术后果、危及他人隐私或无法实施的请求的权利。

  4. 隐私声明的变更

    我们的隐私声明可能会不时更改。我们努力不断审查和更新本声明,以遵守法律和监管要求,同时为您的个人数据提供最佳保护。我们将在此页面上发布对隐私声明的任何更改。

zh_CNChinese