这 Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών με την υπ’ αριθ. 10583/2021 οριστική Απόφαση του, επί υποθέσεως που χειρίστηκε το γραφείο μας, έκανε δεκτή Αγωγή με αίτημα την άρση της νομικής προσωπικότητας ανώνυμης εταιρείας, υποχρεώνοντας τη μέτοχο εταιρεία να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 85.595 ευρώ.
Ειδικότερα το Δικαστήριο έκρινε ότι “η αρχή αυτή της οικονομικής αυτοτέλειας και ευθύνης του νομικού προσώπου της εταιρίας έναντι των μετόχων ή των εταίρων της υποχωρεί όταν η επίκληση της διαφορετικής προσωπικότητάς της χρησιμεύει για να νομιμοποιηθεί αποτέλεσμα αντίθετο προς τους κανόνες της καλής πίστης, δηλαδή όταν οι πράξεις της εταιρίας είναι στην πραγματικότητα πράξεις του κυρίαρχου μετόχου ή εταίρου της που σκόπιμα παραλλάσσονται ή αντιστρόφως όταν οι πράξεις του φυσικού προσώπου συνέχονται με την εταιρία από την οποία αθέμιτα επιχειρείται να αποκοπούν“.
Η μορφή αυτή καταχρήσεως του θεσμού της εταιρίας εκδηλώνεται κυρίως στις περιπτώσεις που ο κυρίαρχος μέτοχος ή εταίρος χρησιμοποιεί τη νομική προσωπικότητα της εταιρίας για να καταστρατηγήσει το νόμο (παρακάμπτοντας υποχρεώσεις που τον δεσμεύουν ως φυσικό πρόσωπο) ή για να προκαλέσει με δόλο ζημία σε τρίτο (οπότε θα ανακύπτει και αδικοπρακτική ευθύνη του) ή για να αποφευχθεί η εκπλήρωση είτε εταιρικών είτε ατομικών υποχρεώσεων του, που δημιουργήθηκαν καθ’ υπέρβαση των πραγματικών εταιρικών ή ατομικών του δυνατοτήτων.
Ακολουθεί η υπ’ αριθ. 10583/2021 οριστική Απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΤΜΗΜΑ ΕΜΠΟΡΙΚΟ
Αριθμός Απόφασης
10583 /2021
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Συγκροτήθηκε από τη Δικαστή Βασιλική Παπαγιάννη, Πρωτόδικη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου και από τον Γραμματέα Αριστοτέλη Παναγιώτου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 12.05.2021 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: …. ο οποίος προκατέθεσε προτάσεις διά του πληρεξουσίου δικηγόρου του 托马斯·卡洛基里斯, χωρίς να παρασταθεί στο Δικαστήριο μετά ή διά δικαστικού πληρεξουσίου.
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία …….., η οποία προκατέθεσε προτάσεις διά του πληρεξουσίου δικηγόρου της, χωρίς να παρασταθεί στο Δικαστήριο μετά ή διά δικαστικού πληρεξουσίου.
学习文献之后
依法思考
[…]Με την διάταξη του άρθρ. 70 ΑΚ που ορίζει ότι «δικαιοπραξίες που επιχείρησε μέσα στα όρια της εξουσίας του το όργανο διοικεί το νομικό πρόσωπο υποχρεώνουν το νομικό πρόσωπο», καθιερώνεται ως βασική αρχή του δικαίου των νομικών προσώπων, η περιουσιακή αυτοτέλεια αυτών έναντι των μελών τους και αντιστρόφως, η οποία και αποτελεί καθοριστικό στοιχείο της ιδιοσυστασίας τους. Ωστόσο, η αρχή αυτή κάμπτεται κατ’ εξαίρεση, όταν ο ως άνω διαχωρισμός δεν είναι ανεκτός από το δίκαιο, είτε ευθέως με Βάση σχετική διάταξη νόμου, είτε κατά την καλή πίστη όπως αυτή αποτυπώνεται στα άρθρα 281, 288 και 200 του ΑΚ, δηλαδή όταν γίνεται κατάχρηση της αυτοτελούς υπάρξεως του νομικού προσώπου, οπότε καταφάσκεται η άρση της περιουσιακής αυτοτέλειας του. Οι περιπτώσεις καταχρήσεως της αυτοτέλειας του νομικού προσώπου προσλαμβάνουν στο εταιρικό δίκαιο πολλές και ποικίλες μορφές, είναι δε δυνατό να εμφανίζονται τόσο κατά το στάδιο της ιδρύσεως, όσο και κατά το στάδιο λειτουργίας του νομικού προσώπου. Δεν συνιστά, υπό την ανωτέρω έννοια, καταχρηστική συμπεριφορά μόνη η συγκέντρωση των περισσότερων ή και όλων των μετοχών ανωνύμου εταιρείας ή των μεριδίων εταιρείας περιορισμένης ευθύνης σε ένα μόνον πρόσωπο, ακόμη και αν αυτό είναι ο διευθύνων σύμβουλος ή ο διαχειριστής της εταιρίας και την ελέγχει έτσι τυπικά και ουσιαστικά (ΟλΑΠ 5/1996). Επίσης δεν συνιστά καταχρηστική συμπεριφορά η επιλογή μιας κεφαλαιουχικής εταιρίας για την άσκηση μέσω αυτής επιχειρηματικής δραστηριότητος από έναν οι περισσοτέρους επιχειρηματίες με σκοπό η εταιρία να λειτουργήσει ως μηχανισμός απορροφήσεως των τυχόν δυσμενών συνεπειών της επιχειρηματικής δραστηριότητάς τους, ούτε επίσης η ταύτιση των συμφερόντων της εταιρείας με αυτά του Βασικού μετόχου ή εταίρου της ή η συστηματική από αυτούς παροχή εγγυήσεων υπέρ της εταιρίας, ούτε και η εμφάνιση αυτών ως των ουσιαστικών φορέων της ασκουμένης από την εταιρία επιχειρήσεως, αφού η εταιρία εξυπηρετεί σε τελική ανάλυση τα συμφέροντα των προσώπων αυτών, τα οποία με την παροχή εκ μέρους τους εγγυήσεων για λογαριασμό της εταιρείας διασφαλίζουν αντιστοίχως και τα δικά τους συμφέροντα κατά θεμιτό ασφαλώς τρόπο. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, που δεν διαπιστώνεται κατάχρηση κατά τη λειτουργία του εταιρικού θερμού, διατηρείται αναλλοίωτη και η αυτοτέλεια της εταιρίας ως νομικού προσώπου. Όμως, η αρχή αυτή της οικονομικής αυτοτέλειας και ευθύνης του νομικού προσώπου της εταιρίας έναντι των μετόχων ή των εταίρων της υποχωρεί όταν η επίκληση της διαφορετικής προσωπικότητάς της χρησιμεύει για να νομιμοποιηθεί αποτέλεσμα αντίθετο προς τους κανόνες της καλής πίστης, δηλαδή όταν οι πράξεις της εταιρίας είναι στην πραγματικότητα πράξεις του κυρίαρχου μετόχου ή εταίρου της που σκόπιμα παραλλάσσονται ή αντιστρόφως όταν οι πράξεις του φυσικού προσώπου συνέχονται με την εταιρία από την οποία αθέμιτα επιχειρείται να αποκοπούν. Η μορφή αυτή καταχρήσεως του θεσμού της εταιρίας εκδηλώνεται κυρίως στις περιπτώσεις που ο κυρίαρχος μέτοχος ή εταίρος χρησιμοποιεί τη νομική προσωπικότητα της εταιρίας για να καταστρατηγήσει το νόμο (παρακάμπτοντας υποχρεώσεις που τον δεσμεύουν ως φυσικό πρόσωπο) ή για να προκαλέσει με δόλο ζημία σε τρίτο (οπότε θα ανακύπτει και αδικοπρακτική ευθύνη του) ή για να αποφευχθεί η εκπλήρωση είτε εταιρικών είτε ατομικών υποχρεώσεων του, που δημιουργήθηκαν καθ’ υπέρβαση των πραγματικών εταιρικών ή ατομικών του δυνατοτήτων, κριτήρια δε ενδεικτικά τοιαύτης καταχρήσεως αποτελούν κυρίως η ανεπαρκής χρηματοδότηση της εταιρίας και η σύγχυση της εταιρικής με την ατομική περιουσία του, αφού εξαιτίας μεν της ελλιπούς χρηματοδοτήσεως ο επιχειρηματίας μεταφέρει αθέμιτα στους δανειστές της εταιρίας τους κινδύνους από τη δική του στην ουσία επιχειρηματική δραστηριότητα, ενώ αθεμίτως και στην περίπτωση της συγχύσεως των περιουσιών χρησιμοποιεί την εταιρική περιουσία για τις δικές του δραστηριότητες ή αντιστρόφως επωφελείται η εταιρία σε βάρος των ατομικών του δανειστών. Ασφαλώς καταχρηστική είναι και η συμπεριφορά του Βασικού μετόχου ή εταίρου που συναλλάσσεται με παρένθετο πρόσωπο την εταιρία, όταν η εταιρία δεν έχει εταιρική οργάνωση ή δεν έχει αναπτύξει επιχειρηματική δράση και είναι αυτός στην ουσία που συναλλάσσεται υπό I την εταιρική επωνυμία για δικό του όφελος. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις ως κύρωση επιβαλλόμενη προς αποφυγή της καταχρήσεως προσήκει η άρση ή η κάμψη της νομικής προσωπικότητας της εταιρίας και η επέκταση από την εταιρία στους μετόχους ή εταίρους των συνεπειών που την αφορούν ή αντιστρόφως η επέκταση των αντιστοίχων συνεπειών από τους μετόχους ή εταίρους στην εταιρία, ιδιαιτέρως όταν οι τρίτοι, που συνεβλήθησαν με την εταιρία ή το Βασικό μέτοχο ή εταίρο της, οδηγήθηκαν στη συγκεκριμένη συναλλαγή εξαιτίας της εμφανιζόμενης σ’ αυτούς παραλλαγμένης καταστάσεως. Σε κάθε περίπτωση πάντως, η άρση της αυτοτέλειας του νομικού προσώπου είναι προσωρινή και περιορισμένη, δηλαδή δεν καταλύεται η ίδια η νομική προσωπικότητα της εταιρίας, αλλά παραμερίζεται μόνο για τη συγκεκριμένη συναλλαγή η περιουσιακή αυτοτέλειά της, με την | έννοια ότι η εταιρία ή αναλόγως ο Βασικός μέτοχος ή εταίρος της παραμένουν οφειλέτες, που ευθύνονται πλέον από κοινού και εις ολόκληρον για τις ζημιογόνες συνέπειες της συναλλαγής τους, δηλαδή δημιουργείται ένας πρόσθετος οφειλέτης, στον οποίο επεκτείνονται (διαχέονται) οι συνέπειες αυτές με κατεύθυνση είτε από την εταιρία προς το Βασικό μέτοχο ή εταίρο είτε αντιστρόφως (ΟλΑΠ 2/2013, ΑΠ 537/2016 ΝΟΜΟΣ). Ενόψει των ανωτέρω, για την άρση της αυτοτέλειας του νομικού προσώπου – κεφαλαιουχικής εταιρίας δεν αρκεί απλώς η ιδιότητα του φυσικού(ή νομικού) προσώπου (που είναι ο μοναδικός μέτοχος ή ο κάτοχος του μεγαλύτερου μέρους των μετοχών) ως Βασικού μετόχου, αλλά ούτε και το γεγονός ότι από τη συμμέτοχη του φυσικού (ή νομικού) αυτού προσώπου στην εταιρία εξαρτάται η ύπαρξη ή η εξακολούθηση αυτής, αλλά απαιτείται η συνδρομή συγκεκριμένων πραγματικών περιστατικών, τα οποία καταδεικνύουν Βούληση καταστρατήγησης των διατάξεων που αφορούν στα νομικά πρόσωπα.
Με την υπό κρίση αγωγή του ο ενάγων ισχυρίζεται ότι σύστησε με την εναγόμενη την ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία…… με αρχικό κεφάλαιο 300.000 ευρώ και αντικείμενο εργασιών …….., ότι καθ’ όλη την διάρκεια της λειτουργίας της ως άνω ανώνυμης εταιρίας κατείχε την θέση του Διευθύνοντος Συμβούλου του ΔΣ της εταιρίας και του διευθυντή του καταστήματος με ποσοστό συμμετοχής στο μετοχικό κεφάλαιο 3,85%, ενώ η εναγομένη αποτελούσε τον Βασικό μέτοχο με ποσοστό συμμετοχής 96,15%. Ότι, σε συνεδρίαση της τακτικής γενικής συνέλευσης των μετόχων της ως άνω ανώνυμης εταιρίας, που έλαβε χώρα την 30-6-2011, αποφασίστηκε η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου κατά το ποσό των 156.000 ευρώ, ενώ ακολούθησε και τροποποίηση του καταστατικού αυτής. Ότι, στα πλαίσια της κάλυψης της αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου κατέβαλε σταδιακά στα ταμεία της ως άνω ανώνυμης εταιρίας το συνολικό ποσό των 85.595 ευρώ, πλην όμως η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου ακυρώθηκε με την από 23-5-2012 απόφαση της γενικής συνέλευσης, με συνέπεια να μην επακολουθήσει η αιτία για την οποία δόθηκε το ως άνω χρηματικό ποσό. Ότι, η εναγομένη, παρά τις οχλήσεις του, δεν του επιστρέφει το ως άνω ποσό, καθόσον πρέπει να καμφθεί η περιουσιακή και νομική αυτοτέλεια της ως άνω ανώνυμης εταιρίας έναντι των μελών της και συγκεκριμένα έναντι της εναγομένης, δοθέντος ότι αυτή είναι κυρία, νομέας και κάτοχος 12499 ονομαστικών μετοχών της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία ….., με ποσοστό συμμετοχής στο μετοχικό της κεφάλαιο 96,15%, το οποίο την καθιστά κυρίαρχη και σχεδόν μοναδική μέτοχο της, ότι διαχειρίζεται αποκλειστικά το εμπορικό σήμα, την χρήση του οποίου έχει παραχωρήσει στην ως άνω ανώνυμη εταιρία δυνάμει συμβάσεως δικαιοχρήσεως (franchising), ότι μαζί με την εταιρία ….. αποτελούν τους αποκλειστικούς προμηθευτές των προϊόντων της, ότι το ΔΣ της ως άνω ανώνυμης εταιρίας απαρτίζεται αποκλειστικά από στελέχη και υπαλλήλους της εναγομένης, ότι από την ίδρυσή της η εναγομένη με την κυριαρχική της συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο και στην διοίκηση αποτελεί θεμέλιο λίθο αναφορικά με την πιστοληπτική ικανότητά της έναντι των τραπεζών και λοιπών πιστωτών, ότι η εναγομένη προέβαινε σε ανεπαρκή χρηματοδότησή της και ότι χρησιμοποιούσε αυτήν ως παρένθετο πρόσωπο.
Με Βάση το ιστορικό αυτό ζητεί να αρθεί η αυτοτέλεια της νομικής προσωπικότητας της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία … έναντι της εναγομένης και να υποχρεωθεί η τελευταία να του καταβάλει το ποσό των 85.595 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της προγενεστέρως ασκηθείσας αγωγής του, λόγω αδικαιολογήτου πλουτισμού, επικουρικά δε κατά τις διατάξεις περί αναγνώρισης χρέους. Μ’ αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα η υπό κρίση αγωγή παραδεκτά εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου το οποίο είναι καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο (άρθρ. 14 παρ. 2 και 25 παρ.2 ΚΠολΔ), να την εκδικάσει κατά την προκειμένη τακτική διαδικασία και είναι ορισμένη και νόμιμη, ως προς την κύρια Βάση αυτής, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 70, 904 επ., 346 ΑΚ, και 907, 908, 176 ΚΠολΔ.
[…] Κατά της κρινόμενης αγωγής δεν υφίσταται ένσταση, που να εξετάζεται αυτεπαγγέλτως, ενώ για τα γεγονότα, που μνημονεύονται στο δικόγραφο της, επιτρέπεται η ομολογία. Συνεπώς, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση αγωγή, ως και κατ’ ουσίαν Βάσιμη και να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των ογδόντα πέντε χιλιάδων πεντακοσίων ενενήντα πέντε (85.595) ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της από 06.08.2012 προγενεστέρως ασκηθείσας αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση, διότι, εφόσον η εναγόμενη ερημοδικεί, αποδεικνύονται πλήρως οι πραγματικοί ισχυρισμοί, που περιέχονται στο ένδικο δικόγραφο, δεδομένου, ότι αυτοί θεωρούνται ως ομολογημένοι εκ μέρους της ερημοδικαζομένης εναγόμενης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 271 παρ. 3 και 352 παρ. 1 ΚΠολΔ. […]
由于这些原因
ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της εναγομένης.
ΟΡΙΖΕΙ το προκαταβλητέο παράβολο ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.
公认 την αγωγή.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των ογδόντα πέντε χιλιάδων πεντακοσίων ενενήντα πέντε (85.595) ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της από 06.08.2012 προγενεστέρως ασκηθείσας αγωγής και μέχρι την εξόφληση.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ στην εναγομένη τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος τα οποία ορίζει στο ποσό των τριών χιλιάδων τετρακοσίων (3.400) ευρώ.
托马斯·斯蒂芬.夏天
MDE律师
Υπ. Διδάκτωρ Νομικής ΑΠΘ