+30 2310 250060
·
[email protected]
·
周一至周五 09:00-21:00
预约

接受 EFCA 索赔时效的异议理由 - 编号。塞萨洛尼基初审行政法院 2656/2022 裁决

塞萨洛尼基初审行政法院 με την υπ’ αριθ. 2656/2022 Απόφαση του, επί υποθέσεως που χειρίστηκε το γραφείο μας, ακύρωσε την ατομική ειδοποίηση του ΚΕΑΟ Θεσσαλονίκης με την οποία κλήθηκε ο ανακόπτων, ως πρώην Διευθύνων Σύμβουλος της οφειλέτιδας ανώνυμης εταιρείας -να ρυθμίσει ή να εξοφλήσει οφειλή της συνολικού ύψους 106.344,09 ευρώ, προερχόμενη από τον καταλογισμό εις βάρος της ληξιπρόθεσμων ασφαλιστικών εισφορών.

Ο ανακόπτων προέβαλε, μεταξύ άλλων, ότι το δικαίωμα του καθ’ ου προς είσπραξη των ένδικων βεβαιωθεισών απαιτήσεων είχε ήδη παραγραφεί στις 31.12.2017, καθώς από τη λήξη του οικονομικού έτους, εντός του οποίου αυτές βεβαιώθηκαν (2006), είχε παρέλθει δεκαετία, η οποία άρχισε την 01.01.2007. Περαιτέρω, προέβαλε ότι, εν προκειμένω, δεν δύναται να εφαρμοσθεί το άρθρο 95 του Ν. 4387/2016 ως αντικείμενο στις συνταγματικές αρχές της ασφάλεια δικαίου και της αναλογικότητας. Αντιθέτως, το καθ’ ου η ανακοπή υποστήριξε ότι η παραγραφή του δικαιώματός του προς είσπραξη των ένδικων οφειλών διακόπηκε δια της επανακοινοποιήσεως των πράξεων το έτος 2007 και 2015, καθώς και δια της εκδόσεως κατασχετηρίων εις χείρας τρίτου το έτος 2017, με αποτέλεσμα αυτή να αρχίζει εκ νέου. 

Το Δικαστήριο έκρινε ότι ναι μεν η κρινόμενη υπόθεση θα καταλαμβανόταν από τη ρύθμιση του άρθρου 95 παρ. 1 του Ν. 4387/2016, πλην, όμως, όπως εκτέθηκε, η ρύθμιση αυτή κρίθηκε αντισυνταγματική και είναι ως εκ τούτου μη εφαρμοστέα καθ’ ο μέρος προβλέπει το διπλασιασμό από δέκα (10) σε είκοσι (20) χρόνια του χρόνου παραγραφής των απαιτήσεων των φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης που εντάσσονται στον Ε.Φ.Κ.Α. Επομένως, δέχτηκε ότι κατά τον χρόνο εκδόσεως της 7808/29.11.2018 ατομικής ειδοποιήσεως το δικαίωμα του καθ’ ου προς είσπραξη των ένδικων οφειλών είχε παραγραφεί, καθώς η παραγραφή συμπληρώθηκε στις 17.05.2016, απορριπτομένων ως αβασίμων όσων περί του αντιθέτου προβάλλονται.

Ακολουθεί το σώμα της αριθ. 2656/2022 Απόφασης του Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης 


Aριθ. Απόφασης 2656/2022

       ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

 Τμήμα Ζ΄ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 11 Φεβρουαρίου 2022 με Δικαστή την Άλκηστη Σιάρκου, Πρωτοδίκη Διοικητικών Δικαστηρίων, και Γραμματέα , δικαστικό υπάλληλο,
     για να δικάσει την ανακοπή με αριθμό καταχωρίσεως ΑΚ4977/24.12.2018   του ……..
     κατά του Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης» (Ε.Φ.Κ.Α.) [..]

 Μετά τη δημόσια συνεδρίαση και αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα, σκέφθηκε σύμφωνα με το νόμο. Η κρίση του είναι η εξής:
      1.Επειδή, με την υπό κρίση ανακοπή, η οποία νομίμως επανεισάγεται προς συζήτηση μετά τη δημοσίευση της υπ’ αρ. 3354/2021 εν μέρει οριστικής και εν μέρει μη οριστικής (ανασταλτικής προόδου της δίκης λόγω εκκρεμούς προδικαστικού ζητήματος ενώπιον του ΣτΕ για κρίσιμο νομικό ζήτημα) απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου, ζητείται η ακύρωση: α) της 7808/29.11.2018 ατομικής ειδοποιήσεως του Διευθυντή του Περιφερειακού Κ.Ε.Α.Ο. Θεσσαλονίκης, με την οποία κλήθηκε ο ανακόπτων, ως πρώην Διευθύνων Σύμβουλος της οφειλέτιδας του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……….» να ρυθμίσει ή να εξοφλήσει οφειλή της συνολικού ύψους 106.344,09 ευρώ, προερχόμενη από τον καταλογισμό εις βάρος της ληξιπρόθεσμων ασφαλιστικών εισφορών, και β) των περιεχόμενων στην ως άνω ατομική ειδοποίηση 921/16.05.2006, 913/16.05.2006 και 912/16.05.2006 πράξεων ταμειακής βεβαιώσεως. Η συζήτηση της κρινόμενης ανακοπής εχώρησε νομίμως παρά την απουσία του ανακόπτοντος, ο οποίος κλήθηκε νομίμως να παραστεί σ’ αυτήν (βλ. το από 13-12-2021 αποδεικτικό επίδοσης).

      2.Επειδή, στον κυρωθέντα με το άρθρο πρώτο του  Ν.2717/1999 (ΦΕΚ Α΄ 97) Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Δ.Δ.) ορίζεται, στο άρθρο 217 ότι: «1. Ανακοπή χωρεί κατά κάθε πράξης που εκδίδεται στα πλαίσια της διαδικασίας της διοικητικής εκτέλεσης και, ιδίως, κατά: α) της πράξης της ταμειακής βεβαίωσης του εσόδου β) … », στο άρθρο 219 παρ. 1 (όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 30 του Ν. 3659/2008, Α΄ 77) ότι: «Προς άσκηση ανακοπής νομιμοποιείται εκείνος που έχει άμεσο, προσωπικό και ενεστώς έννομο συμφέρον ή στον οποίο αναγνωρίζεται τέτοιο δικαίωμα από ειδική διάταξη νόμου», στο άρθρο 224 ότι: «1.Το δικαστήριο ελέγχει την προσβαλλόμενη πράξη κατά το νόμο και την ουσία, στα όρια της ανακοπής, τα οποία προσδιορίζονται από τους λόγους και το αίτημά της. 2. … 5. Ισχυρισμοί που αφορούν την απόσβεση της απαίτησης για την ικανοποίηση της οποίας επισπεύδεται η εκτέλεση μπορούν να προβάλλονται με την ευκαιρία άσκησης ανακοπής κατά της πράξης ταμειακής βεβαίωσης ή οποιασδήποτε πράξης της εκτέλεσης πρέπει δε να αποδεικνύονται αμέσως» και στο άρθρο 225 ότι: «Το δικαστήριο, αν διαπιστώσει παράβαση νόμου ή ουσιαστικές πλημμέλειες της προσβαλλόμενης πράξης, προβαίνει στην ολική ή μερική ακύρωση ή την τροποποίησή της. Σε διαφορετική περίπτωση, προβαίνει στην απόρριψη της ανακοπής». Περαιτέρω, στο άρθρο 73 παρ. 2 του Κ.Ε.Δ.Ε. ορίζεται ότι: «Η κατά της αρξαμένης εκτελέσεως ανακοπή του οφειλέτου ασκείται … δια τους κάτωθι περιοριστικώς αναφερομένους λόγους: α) … δ) εάν το χρέος παρεγράφη, ε) …».

      3.Επειδή, ο ισχύσας κατά τον κρίσιμο χρόνο Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος (Κ.Φ.Ε., Ν. 2238/1994, ΦΕΚ Α΄ 151), όριζε στο άρθρο 101 ότι: «1. Στο φόρο υπόκεινται: α) Οι ημεδαπές ανώνυμες εταιρίες. β) … 2. …», στο άρθρο 115 με τίτλο «Ευθύνη διοικούντων νομικά πρόσωπα» (όπως η παρ. 3 αυτού προστέθηκε με την παράγραφο 6 του άρθρου 22 του Ν. 2648/1998, ΦΕΚ Α΄ 238), ότι: «1.Τα πρόσωπα που είναι διευθυντές, διαχειριστές ή διευθύνοντες σύμβουλοι και εκκαθαριστές των ημεδαπών ανώνυμων εταιριών … κατά το χρόνο της διάλυσης ή συγχώνευσής τους, ευθύνονται προσωπικώς και αλληλεγγύως για την πληρωμή του φόρου που οφείλεται από αυτά τα νομικά πρόσωπα σύμφωνα με τον παρόντα, καθώς και του φόρου που παρακρατείται, ανεξάρτητα από το χρόνο βεβαίωσής τους. … 2. Τα πρόσωπα που είναι διευθυντές, διαχειριστές και γενικά εντεταλμένοι στη διοίκηση του νομικού προσώπου, κατά το χρόνο της διάλυσης των λοιπών νομικών προσώπων του άρθρου 101, ευθύνονται προσωπικώς και αλληλεγγύως για την πληρωμή του φόρου που οφείλεται από αυτά τα νομικά πρόσωπα σύμφωνα με τον παρόντα, καθώς και των φόρων που παρακρατούνται, ανεξάρτητα από το χρόνο βεβαίωσής τους. 3. Τα πρόσωπα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 ευθύνονται προσωπικώς και αλληλεγγύως για τους παρακρατούμενους φόρους και κατά τη διάρκεια λειτουργίας του νομικού προσώπου που εκπροσωπούν, ως εξής: α) Αν έχει γίνει η παρακράτηση φόρου, όλα τα πρόσωπα που είχαν μία από τις ως άνω ιδιότητες από τη λήξη της προθεσμίας απόδοσης του φόρου και μετά. β) Αν δεν έχει γίνει η παρακράτηση φόρου, όλα τα πρόσωπα, που είχαν μία από τις πιο πάνω ιδιότητες κατά το χρόνο που υπήρχε η υποχρέωση παρακράτησης του φόρου». Περαιτέρω, με τη διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 69 του Ν. 2676/1999 (ΦΕΚ Α΄ 1) αντικαταστάθηκαν οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 4 του Ν. 2556/1997 «Μέτρα κατά της εισφοροδιαφυγής-διασφάλιση εσόδων ΙΚΑ κ.λπ.» (ΦΕΚ Α΄ 270) και ορίσθηκε ότι: «Οι διατάξεις του άρθρου 115 του ν. 2238/1994 (ΦΕΚ 151 Α΄), όπως ισχύουν κάθε φορά, που αναφέρονται στην ευθύνη των διοικούντων νομικά πρόσωπα για την καταβολή των φόρων που οφείλουν στο Δημόσιο τα πρόσωπα αυτά, εφαρμόζονται κατ’ αναλογία και για την καταβολή των οφειλομένων στο Ι.Κ.Α. ασφαλιστικών εισφορών».

      4.Επειδή, από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται, μεταξύ άλλων, ότι ο διατελέσας διευθυντής, διαχειριστής ή διευθύνων σύμβουλος ημεδαπής ανώνυμης εταιρείας ευθύνεται και με την προσωπική του περιουσία για τις υποχρεώσεις της τελευταίας, σε αυτές δε περιλαμβάνονται και οι οφειλές από ασφαλιστικές εισφορές. Η ευθύνη του ανωτέρω προσώπου, ως τρίτου έναντι της εταιρείας για τις ως άνω οφειλές, δεν ανάγεται στο στάδιο βεβαιώσεώς τους, αλλά στο στάδιο της εισπράξεως αυτών. Επομένως, για την ενεργοποίηση της ευθύνης του απαιτείται η έκδοση επ’ ονόματί του σχετικής ατομικής ειδοποιήσεως του άρθρου 4 του Κ.Ε.Δ.Ε. (και, ήδη, για οφειλές για τις οποίες επιλαμβάνεται το Κ.Ε.Α.Ο. ειδοποίηση του άρθρου 101 παρ. 4 περ. β΄ του Ν. 4172/2013), με την οποία γνωστοποιείται σε αυτόν το χρέος του, ώστε να έχει τη δυνατότητα αποτελεσματικής άμυνας, είτε με τη ρύθμιση των οφειλών, είτε με την άσκηση ανακοπής του άρθρου 217 του Κ.Δ.Δ., με την οποία, εκτός άλλων, δύναται να συμπροσβάλει και τις πράξεις ταμειακής βεβαιώσεως, που έχουν εκδοθεί στο όνομα της εταιρείας (πρβλ. Σ.τ.Ε. 1775, 359/2018, 2274, 1552/2017, 2267/2016, 3325/2014).

      5.Επειδή, στο άρθρο 26 παρ. 3 του A.N. 1846/1951 (ΦΕΚ Α΄ 179), όπως η παράγραφος αυτή ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, οριζόταν ότι: «Δια του κανονισμού καθορισθήσεται ο χρόνος της καταβολής των εισφορών. Ο υπόχρεως εις καταβολήν εισφορών δέον εντός τριάκοντα ημερών από του ορισθησομένου χρόνου, να καταβάλη εις το Ι.Κ.Α. τας εισφοράς», ενώ, σύμφωνα με το άρθρο 16 του Κανονισμού Ασφαλίσεως του Ι.Κ.Α. (απόφαση Υπουργού Εργασίας 55575/1479/18.11.1965, ΦΕΚ Β΄ 816/1965): «1. Ως χρόνος καταβολής των εισφορών ορίζεται το ημερολογιακόν τέλος του μηνός, εντός του οποίου παρεσχέθη η εργασία ή η υπηρεσία …». Προσέτι, στην παράγραφο 7 του άρθρου 27 του ίδιου ως άνω A.N. 1846/1951, όπως αυτή ίσχυε μετά την τροποποίησή της με την παρ. 2 του άρθρου 44 του Ν.Δ. 2698/1953 (ΦΕΚ Α΄ 315) και μέχρι τις 23.12.1997, οπότε τροποποιήθηκε εκ νέου με το άρθρο 2 παρ. 8 του Ν. 2556/1997 (βλ. άρθρο 32 του Ν. 2556/1997, ΦΕΚ Α΄ 270), προβλεπόταν ότι: «Το δικαίωμα προς είσπραξιν των εισφορών, παραγράφεται μετά δεκαετίαν από της λήξεως του οικονομικού έτους, καθ’ ο αύται κατέστησαν απαιτηταί. Επί της τοιαύτης παραγραφής, εφαρμόζονται κατ’ αναλογίαν αι διατάξεις περί βραχυπροθέσμων παραγραφών του Αστικού Κώδικος». Εξ άλλου, δοθέντος ότι οι περί παραγραφής διατάξεις του Ν.Δ. 496/1974 «Περί λογιστικού των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου» (ΦΕΚ Α΄ 204) δεν εφαρμόζονταν στο Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ., διότι με το άρθρο μόνο του Π.Δ. 437/1977 (ΦΕΚ Α΄ 134), όπως αυτό τροποποιήθηκε με το Π.Δ. 305/1985 (ΦΕΚ Α΄ 113), οι ασφαλιστικοί οργανισμοί, οι οποίοι τελούσαν υπό την εποπτεία του (τότε) Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών, όπως ήταν και το Ι.Κ.Α., είχαν εξαιρεθεί από την εφαρμογή των διατάξεων του Ν.Δ. 496/1974 (πρβλ. Σ.τ.Ε. 295/2011, πρβλ. και Σ.τ.Ε. 942/2014, 411/2010, 2011/2006), για τις περιπτώσεις διακοπής της παραγραφής των χρηματικών απαιτήσεων του Ι.Κ.Α. εφαρμόζονταν, μέχρι και τις 23.12.1997, οι διατάξεις του Αστικού Κώδικα (Σ.τ.Ε. 1717/1994). Ειδικότερα, στον ανωτέρω Κώδικα ορίζεται, στο άρθρο 260 ότι: ««Η παραγραφή διακόπτεται, όταν ο υπόχρεος αναγνωρίσει την αξίωση με οποιονδήποτε τρόπο», στο άρθρο 261 ότι: «Την παραγραφή διακόπτει η έγερση της αγωγής. Η παραγραφή που διακόπηκε με τον τρόπο αυτό αρχίζει και πάλι από την τελευταία διαδικαστική πράξη των διαδίκων ή του δικαστηρίου», στο άρθρο 264 ότι: «Την παραγραφή διακόπτουν επίσης: 1. η επίδοση επιταγής πληρωμής κάτω από εκτελεστό δικαιόγραφο. 2. η αναγγελία για επαλήθευση σε πτώχευση. 3. η αναγγελία για κατάταξη σε πλειστηριασμό. 4. η υποβολή ένστασης συμψηφισμού της αξίωσης» και στο άρθρο 270 ότι: «Αν η παραγραφή διακόπηκε, ο χρόνος που πέρασε έως τότε δεν υπολογίζεται και αφότου περατώθηκε η διακοπή αρχίζει νέα παραγραφή …». Επίσης, με την παράγραφο 8 του άρθρου 2 του ως άνω Ν. 2556/1997, αντικαταστάθηκε η παράγραφος 7 στο άρθρο 27 του Α.Ν. 1846/1951 και προστέθηκε παράγραφος 7α στο αυτό άρθρο, με έναρξη ισχύος από 24.12.1997, ως εξής: «7. Οι κάθε είδους χρηματικές απαιτήσεις του Ι.Κ.Α. που προέρχονται από εισφορές, αναλογούντα οίκοθεν πρόσθετα τέλη, προσαυξήσεις, αυτοτελή πρόσθετα τέλη, πρόστιμα ακάλυπτων επιταγών, λοιπά πρόστιμα τόκους, έξοδα διοικητικής εκτέλεσης, δικαστικά έξοδα κ.λπ. … παραγράφονται μετά δεκαετία …. Η κατά τα ανωτέρω παραγραφή προκειμένου για τις εισφορές, τα οίκοθεν πρόσθετα τέλη, τις προσαυξήσεις και τα αυτοτελή πρόσθετα τέλη αρχίζει από την πρώτη ημέρα του επόμενου έτους από εκείνο μέσα στο οποίο παρασχέθηκε η ασφαλιστέα εργασία ή υπηρεσία, για δε τα πρόστιμα ακάλυπτων επιταγών, τόκους, δικαστικά έξοδα, έξοδα διοικητικής εκτέλεσης και τα λοιπά πρόστιμα αρχίζει από την πρώτη ημέρα του επόμενου έτους μέσα στο οποίο έγινε η ταμειακή βεβαίωσή τους. 7α.Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 4 του άρθρου 87 του ν. 2362/1995, περί αναστολής παραγραφής των απαιτήσεων του Δημοσίου, καθώς και των άρθρων 88 και 89 του ίδιου νόμου, περί διακοπής παραγραφής των απαιτήσεων του Δημοσίου και συνεπειών παραγραφής αυτών αντίστοιχα, εφαρμόζονται ανάλογα και στο Ι.Κ.Α. Όπου στις παραπάνω διατάξεις αναφέρεται Προϊστάμενος της αρμόδιας Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας ή Υπουργός Οικονομικών, νοούνται αντίστοιχα Διευθυντής Ταμείου Είσπραξης Εσόδων Ι.Κ.Α. ή Διευθυντής Ταμειακής Υπηρεσίας Περιφερειακού ή Τοπικού Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α. ή Διοικητής Ι.Κ.Α., από τους οποίους ασκούνται οι αντίστοιχες αρμοδιότητες». Περαιτέρω, στην παράγραφο 1 του άρθρου 88 του ισχύοντος κατά τον κρίσιμο χρόνο Κώδικα Δημοσίου Λογιστικού (Κ.Δ.Λ., Ν. 2362/1995, ΦΕΚ Α΄ 247) προβλεπόταν ότι: «Την παραγραφή χρηματικής απαιτήσεως του Δημοσίου διακόπτει: α. Η κατάσχεση περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη ή συνοφειλέτη ή τρίτου εγγυητή αυτών και ανεξάρτητα αν αυτή ενεργείται εις χείρας αυτών ή εις χείρας τρίτου. β. Η έκδοση προγράμματος πλειστηριασμού … γ. Η αναγγελία προς επαλήθευση στην πτώχευση είτε του οφειλέτη είτε φυσικού ή νομικού προσώπου μετ’ αυτού συνυποχρέου … δ. Η αναγγελία προς κατάταξη σε πλειστηριασμό περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη … ε. Η αναγγελία στον εκκαθαριστή κληρονομιάς … στ. Η εγγραφή υποθήκης ή προσημειώσεως υποθήκης επί ακινήτου … ζ. Από της ενάρξεως της κατά τον Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων διοικητικής (αναγκαστικής) εκτελέσεως μέχρι να καταστεί αμετάκλητος ο πίνακας κατατάξεως δανειστών, κάθε πράξη της εκτελέσεως και κάθε διαδικαστική ως προς τον πίνακα κατατάξεως πράξη των διαδίκων ή του δικαστηρίου … 4. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος άρθρου οι κατά τις γενικές διατάξεις λόγοι διακοπής της παραγραφής ισχύουν και για τις απαιτήσεις του Δημοσίου», ενώ στην παράγραφο 1 του άρθρου 107 του ίδιου νόμου οριζόταν ότι: «Οι διατάξεις του παρόντος νόμου περί παραγραφής εφαρμόζονται επί απαιτήσεων που γεννώνται μετά την έναρξη της ισχύος του. Όσον αφορά όμως την αναστολή και τη διακοπή της παραγραφής, οι σχετικές διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται και επί απαιτήσεων που έχουν γεννηθεί πριν από την ισχύ αυτού, εάν τα επαγόμενα την αναστολή ή διακοπή γεγονότα έχουν συντελεσθεί μετά την ισχύ αυτού». Τέλος, με το άρθρο 15 παρ. 2 του Ν. 2972/2001 (ΦΕΚ Α΄ 291), το οποίο τροποποίησε εκ νέου τις ως άνω διατάξεις, ορίσθηκε ότι: «Το δικαίωμα του Ι.Κ.Α., για τη βεβαίωση σε ευρεία έννοια όλων των χρηματικών απαιτήσεών του … υπόκειται σε δεκαετή παραγραφή η οποία αρχίζει από την πρώτη ημέρα του επόμενου έτους από εκείνο μέσα στο οποίο παρασχέθηκε η ασφαλιστέα εργασία ή υπηρεσία … Το δικαίωμα του Ι.Κ.Α. προς είσπραξη όλων των χρηματικών απαιτήσεων του … παραγράφεται μετά δεκαετία από τη λήξη του οικονομικού έτους μέσα στο οποίο βεβαιώθηκε υπό στενή έννοια (ταμειακά) … Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται για χρηματικές απαιτήσεις μισθολογικών περιόδων μετά την εφαρμογή του θεσμού της Α.Π.Δ. Για χρηματικές απαιτήσεις μισθολογικών περιόδων πριν την εφαρμογή της Α.Π.Δ., εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 27 του α.ν. 1846/1951, όπως έχει αντικατασταθεί με το άρθρο 2 παράγραφος 8 του ν. 2556/1997 και αναριθμήθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 56 του ν. 2676/1999».

      6.Επειδή, από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι το δικαίωμα για βεβαίωση και είσπραξη των χρηματικών απαιτήσεων του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. από εισφορές και σχετικές προσαυξήσεις για χρονικές περιόδους απασχόλησης που ανάγονται σε χρόνο προγενέστερο της ενάρξεως εφαρμογής της Α.Π.Δ., θεσμού που εισήχθη με τον Ν.2972/2001 (ήτοι πριν από την 01.01.2002, σύμφωνα με την Φ.21/2728/31.12.2001 απόφαση του Υφυπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων-ΦΕΚ Β΄ 1793), παραγράφεται μετά την παρέλευση δεκαετίας από την πρώτη ημέρα του επόμενου έτους από εκείνο μέσα στο οποίο παρασχέθηκε η ασφαλιστέα εργασία. Τούτο δε, διότι για τις περιόδους αυτές εφαρμόζεται το προϊσχύον νομικό καθεστώς, όπως ρητώς ορίζεται στις επιμέρους διατάξεις του άρθρου 15 παρ. 2 εδάφιο τελευταίο του Ν. 2972/2001 και συνάγεται από την εισηγητική έκθεση του νόμου αυτού [βλ. επί του άρθρου 11, οι ρυθμίσεις του οποίου (δηλαδή οι τροποποιήσεις που αυτό επέφερε στην παράγραφο 8α του άρθρου 26 του Α.Ν. 1846/1951) θεωρήθηκαν αναγκαίες αφ’ ενός λόγω των νέων ρυθμίσεων του άρθρου 10 παρ. 1 του ίδιου νόμου, αφ’ ετέρου λόγω των μεταβολών που επέφερε το άρθρο 15 παρ. 2 του νόμου αυτού στην παραγραφή του δικαιώματος του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. προς είσπραξη των χρηματικών απαιτήσεών του (πρβλ. Σ.τ.Ε. 3486/2011)]. Περαιτέρω, συνάγεται ότι εντός του χρόνου της παραγραφής πρέπει να χωρήσει έγκυρη κοινοποίηση ή πλήρης γνώση της σχετικής καταλογιστικής πράξεως, διαφορετικά το δικαίωμα του Ι.Κ.Α. για την επιβολή εισφορών παραγράφεται (πρβλ. Σ.τ.Ε. 1717/1994). Τέλος, με την παράγραφο 1 του άρθρου 95 του Ν. 4387/2016 (ΦΕΚ Α΄ 85/12.05.2016), ορίσθηκε ότι: «Από την έναρξη ισχύος του παρόντος, οι απαιτήσεις των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης που εντάσσονται στον Ε.Φ.Κ.Α. από μη καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές υπόκεινται σε εικοσαετή παραγραφή, που αρχίζει από την πρώτη μέρα του επόμενου έτους εντός του οποίου παρασχέθηκε η ασφαλιστέα εργασία ή υπηρεσία. Η ρύθμιση αυτή δεν εφαρμόζεται στις ήδη παραγεγραμμένες, κατά τις ισχύουσες κατά την έναρξης ισχύος του παρόντος διατάξεις, απαιτήσεις. Η παραγραφή των απαιτήσεων που έχουν γεννηθεί έως την έναρξη ισχύος της παρούσας διάταξης αλλά δεν έχουν υποπέσει σε παραγραφή κατά την έννοια του προηγούμενου εδαφίου, ορίζεται εικοσαετής και άρχεται από την πρώτη μέρα του επόμενου έτους εντός του οποίου παρασχέθηκε η ασφαλιστέα εργασία ή υπηρεσία», σύμφωνα δε με το άρθρο 122 του ίδιου νόμου, η ισχύς του ξεκινά από τη δημοσίευσή του στην Ε.τ.Κ., που έλαβε χώρα στις 12.05.2016.

      7.Επειδή, στο άρθρο 27 του Κανονισμού Ασφαλίσεως του Ι.Κ.Α. ορίζεται ότι: «1. Η επίδοσις των πράξεων επιβολής εισφορών και προσθέτου τέλους γίνεται διά της παραδόσεως των εγγράφων τούτων εις χείρας του εργοδότου υπό του επί του ελέγχου υπαλλήλου του Ιδρύματος … 2. … 4. Εις περίπτωσιν διαλύσεως της επιχειρήσεως ή μεταβολής του τόπου εγκαταστάσεως της επιχειρήσεως ή του γραφείου ή της διαμονής του εργοδότου, εάν ο τόπος της νέας εγκαταστάσεως ή διαμονής του εργοδότου τυγχάνη άγνωστος τη υπηρεσία του Υπ/τος ή Παρ/τος του Ι.Κ.Α. … η πράξις επιβολής εισφορών ή προσθέτου τέλους επιδίδεται εις τον ιερέα της ενορίας της τελευταίας εγκαταστάσεως ή διαμονής του εργοδότου … Η επίδοσις δύναται να γίνη δια του δημάρχου ή προέδρου Κοινότητας της περιφέρειας, όπου έλαβε χώρα η απασχόλησις, όστις τοιχοκολλά εις την πινακίδα ανακοινώσεων επί 3ήμερον αντίγραφον της πράξεως επιβολής και συντάσσει σχετικόν πρακτικόν τοιχοκολλήσεως. 5. … 6. Η επίδοσις γίνεται επί αποδείξει παραλαβής, συντασσομένης επί της επιδιδομένης πράξεως και των παραμενόντων εις χείρας του Ιδρύματος αντιγράφων ταύτης, εν η δέον όπως επί ποινή ακυρότητος της επιδόσεως σημειούνται το έτος, ο μην και η ημέρα της επιδόσεως και το ονοματεπώνυμον του προσώπου, εις ο παρεδόθη η πράξις. Εάν το πρόσωπον τούτο δηλώση ότι αγνοεί ή αδυνατεί να υπογράψη ή εάν αρνηθή να υπογράψη ή εάν η επιδιδομένη πράξις τοιχοκολλάται κατά την παρ. 3 του παρόντος, γίνεται εν τη πράξει μνεία τούτου ως και του ονοματεπωνύμου του κατά την παρ. 3 του παρόντος αρνηθέντος την παραλαβήν …». Κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων, για να είναι νόμιμη η κοινοποίηση με τη διαδικασία της άγνωστης διαμονής, πρέπει να βεβαιώνεται από το δικαστικό επιμελητή ή το όργανο που είναι αρμόδιο για τη διενέργεια της επίδοσης, ότι καταβλήθηκε κάθε προσπάθεια για την ανεύρεση του προς ον η κοινοποίηση, ότι αυτός δεν βρέθηκε τελικώς και ότι, συνεπώς, είναι πράγματι άγνωστης διαμονής (πρβλ. Σ.τ.Ε. 539/2019, 2727/1999 με παραπομπή στην Ολομ. Σ.τ.Ε. 536/1990, κ.ά.).

      8.Επειδή, όπως κρίθηκε με την 1833/2021 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, κατόπιν εισαγωγής ενώπιόν της υποθέσεως κατά τη διαδικασία του άρθρου 1 παρ.1 του Ν. 3900/2010, η διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 95 του Ν. 4387/2016, με την οποία θεσπίσθηκε ενιαία ρύθμιση για την παραγραφή των αξιώσεων για καταβολή εισφορών των εντασσόμενων στον Ε.Φ.Κ.Α. φορέων και αυτή ορίσθηκε εικοσαετής, αντίκειται στην αρχή της ασφάλειας του δικαίου και στην κατοχυρωμένη στο άρθρο 25 παρ.1 εδ. δ΄ του Συντάγματος αρχή της αναλογικότητας, καθ’ όσον χρόνος παραγραφής είκοσι ετών δεν συνιστά εύλογη διάρκεια της οικείας προθεσμίας, η οποία, απαιτείται να είναι σχετικά σύντομη. Κατόπιν τούτου, κρίθηκε ότι για τις εισφορές του συνόλου των εντασσόμενων στον Ε.Φ.Κ.Α. φορέων εφαρμογή έχει ο κανόνας της δεκαετούς παραγραφής, χρονικό διάστημα που κρίθηκε εύλογο και ρύθμιζε, κατά το προϊσχύον δίκαιο, τις αξιώσεις καταβολής ασφαλιστικών εισφορών του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. (άρθρο 27 παρ. 6 του Α.Ν. 1846/1951, όπως αντικαταστάθηκε τελικώς με το άρθρο 15 παρ. 2 του Ν. 2972/2001).

      9.Επειδή,στην προκείμενη περίπτωση από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα ακόλουθα: Ο ανακόπτων διετέλεσε Διευθύνων Σύμβουλος της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…..” από την 01.07.1996 έως τις 30.06.2001, όπως ο ίδιος συνομολογεί και δεν αμφισβητείται από το καθ’ ου και Πρόεδρος του Διοικητικού της Συμβουλίου από τις 30.06.2001 έως τις 31.07.2003, αντικατασταθείς από ……. Η εν λόγω εταιρεία, που συστάθηκε το έτος 1994 με έδρα τη Θεσσαλονίκη είχε ως σκοπό ….. Με την προσβαλλόμενη με την υπό κρίση ανακοπή 7808/29.11.2018 ατομική ειδοποίηση του Διευθυντή του Περιφερειακού Κ.Ε.Α.Ο. Θεσσαλονίκης, κατά τα αναγραφόμενα επί αυτής, κλήθηκε ο ανακόπτων με την ιδιότητα του πρώην Διευθύνοντος Συμβούλου της προμνησθείσας εταιρείας να ρυθμίσει ή να εξοφλήσει οφειλή της συνολικού ύψους 106.344,09 ευρώ, προερχόμενη από τον καταλογισμό εις βάρος της ληξιπρόθεσμων ασφαλιστικών εισφορών. Οι εισφορές αυτές καταλογίσθηκαν, μεταξύ άλλων, με την 403/20.04.2006 Πράξη Επιβολής Εισφορών (Π.Ε.Ε.), ύψους 1.346,92 ευρώ, αναγόμενη στη χρονική περίοδο 08/1997-04/1998, την 444/20.04.2006 Πράξη Επιβολής Πρόσθετης Επιβάρυνσης Εισφορών (Π.Ε.Π.Ε.Ε.), ύψους 1.924,17 ευρώ, αναγόμενη στην αυτή χρονική περίοδο, και την 97/2006 Πράξη Επιβολής Πρόσθετου Τέλους (Π.Ε.Π.Τ.), ύψους 187,14 ευρώ, με περίοδο οφειλής τον 10ο/2002, άπασες εκδοθείσες κατόπιν καταγγελίας του…… για την ασφαλιστική του τακτοποίηση κατά το ως άνω χρονικό διάστημα 08.1997/04.1998. Ειδικότερα, αρχικώς η εν λόγω καταγγελία απορρίφθηκε ως εκπρόθεσμη με την 7670/26.08.2005 απόφαση του Διευθυντή του Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Πύλης Αξιού Θεσσαλονίκης, κατά της οποίας ο καταγγέλλων άσκησε ένσταση. Με την 4/συν1/24.01.2006 απόφαση της οικείας Τ.Δ.Ε. η ένσταση αυτή έγινε δεκτή και εκδόθηκαν οι ανωτέρω 444/20.04.2006 Π.Ε.Ε. και 403/20.04.2006 Π.Ε.Π.Ε.Ε., ενώ ένσταση της εργοδότριας εταιρείας κατά αυτών απορρίφθηκε με την 544/Συν.66/23.06.2008 απόφαση της Τ.Δ.Ε. του ως άνω Υποκαταστήματος. Ακολούθως, οι εν λόγω οφειλές βεβαιώθηκαν ταμειακώς με τις 921/16.05.2006, 913/16.05.2006 και 912/16.05.2006 πράξεις ταμειακής βεβαιώσεως, αντιστοίχως. Εξ’ άλλου, μεταξύ των στοιχείων του διοικητικού φακέλου υπάρχει το από 24.10.2007 πρακτικό τοιχοκόλλησης του υπαλλήλου του Τοπικού Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α. Πύλης Αξιού , το οποίο έχει το εξής περιεχόμενο: «Σήμερα την 24.10.2007 πήγα στην επιχείρηση…….. για να επιδώσω την με αριθμό 444/06 Π.Ε.Ε. και 403/06 Π.Ε.Π.Ε.Ε. και επειδή δεν βρέθηκε ο εργοδότης την τοιχοκόλλησα στην ειδική πινακίδα του Υποκ/τος μας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 27 του Κανονισμού Ασφάλισης Ι.Κ.Α.». Ήδη, με την υπό κρίση ανακοπή, όπως αναπτύχθηκε δια του κατατεθέντος στις 20.05.2021 υπομνήματος, ο ανακόπτων ζήτησε την ακύρωση αφ’ ενός της 7808/29.11.2018 ατομικής ειδοποιήσεως, αφ’ ετέρου των περιεχόμενων σε αυτήν 921/16.05.2006, 913/16.05.2006 και 912/16.05.2006 πράξεων ταμειακής βεβαιώσεως. Αντιθέτως, με το κατατεθέν στις 24.05.2021 υπόμνημά του το καθ’ ου ζήτησε την απόρριψη της υπό κρίση ανακοπής.

      10.Επειδή, ειδικότερα, με την υπό κρίση ανακοπή, ο ανακόπτων προέβαλε, μεταξύ άλλων, ότι το δικαίωμα του καθ’ ου προς είσπραξη των ένδικων βεβαιωθεισών απαιτήσεων είχε ήδη παραγραφεί στις 31.12.2017, καθώς από τη λήξη του οικονομικού έτους, εντός του οποίου αυτές βεβαιώθηκαν (2006), είχε παρέλθει δεκαετία, η οποία άρχισε την 01.01.2007. Περαιτέρω, προέβαλε ότι, εν προκειμένω, δεν δύναται να εφαρμοσθεί το άρθρο 95 του Ν. 4387/2016 ως αντικείμενο στις συνταγματικές αρχές της ασφάλεια δικαίου και της αναλογικότητας. Αντιθέτως, το καθ’ ου η ανακοπή υποστήριξε δια του υπομνήματος ότι η παραγραφή του δικαιώματός του προς είσπραξη των ένδικων οφειλών διακόπηκε δια της επανακοινοποιήσεως των πράξεων το έτος 2007 και 2015, καθώς και δια της εκδόσεως κατασχετηρίων εις χείρας τρίτου το έτος 2017, με αποτέλεσμα αυτή να αρχίζει εκ νέου, ενώ συναφώς επικαλέστηκε το από 24.10.2007 πρακτικό τοιχοκόλλησης.

       11.Επειδή, με την 3354/2021 απόφαση του Δικαστηρίου, κρίθηκε οριστικά ότι το δικαίωμα του Ι.Κ.Α.για βεβαίωση και είσπραξη των χρηματικών απαιτήσεών του από τις ένδικες εισφορές και τα πρόσθετα τέλη που ανάγονται στην περίοδο 08/1997-04/1998, ήτοι σε περίοδο πριν από την έναρξη εφαρμογής της Α.Π.Δ. (01.01.2002), παραγράφεται, όσον αφορά ειδικότερα στις εισφορές χρονικής περιόδου 08/1997-12/1997, μετά τη συμπλήρωση δεκαετίας από τη λήξη του οικονομικού έτους, καθ’ ο αυτές κατέστησαν απαιτητές (όπως όριζε η διάταξη του άρθρου 27 παρ. 7 του Α.Ν. 1846/1951, προ της τροποποιήσεώς του με το άρθρο 2 παρ. 8 του Ν.2556/1997), και, όσον αφορά στις εισφορές περιόδου 12/1997-04/1998 (σύμφωνα με τη διάταξη του ως άνω άρθρου 27 παρ. 7 του Α.Ν. 1846/1951, μετά την τροποποίησή της με το άρθρο 2 παρ. 8 του Ν. 2556/1997), μετά τη συμπλήρωση δεκαετίας, η οποία αρχίζει την πρώτη ημέρα του επόμενου έτους από εκείνο, εντός του οποίου παρασχέθηκε η ασφαλιστέα εργασία. Επίσης, κατά τις αναλογικώς εφαρμοζόμενες διατάξεις του Α.Κ. και του Κ.Δ.Λ., η παραγραφή των αξιώσεων του Ι.Κ.Α. έναντι του εργοδότη για την καταβολή των οφειλόμενων εισφορών για τους απασχολούμενους από αυτόν μισθωτούς διακόπτεται από τη διενέργεια κάθε πράξεως εκτελέσεως κατά τον Κ.Ε.Δ.Ε., μεταξύ των οποίων και η πράξη ταμειακής βεβαιώσεως. Κατά συνέπεια, η παραγραφή του δικαιώματος του καθ’ ου προς είσπραξη των ένδικων οφειλών, η οποία άρχισε για τα ως άνω διαστήματα την 01.01.1998 και την 01.01.1999, αντιστοίχως, διακόπηκε στις 16.05.2006, όταν οι οφειλές αυτές βεβαιώθηκαν ταμειακώς με τις 921/16.05.2006, 913/16.05.2006 και 912/16.05.2006 πράξεις ταμειακής βεβαιώσεως. Περαιτέρω, από τα στοιχεία του φακέλου της δικογραφίας δεν προκύπτει οιοσδήποτε λόγος αναστολής ή διακοπής της ως άνω παραγραφής, κατά τις προπαρατεθείσες διατάξεις του Α.Κ. και του Κ.Δ.Λ., από τις 16.05.2006, ήτοι από την έκδοση των ως άνω πράξεων ταμειακής βεβαιώσεως, οπότε και άρχισε εκ νέου η παραγραφή (πρβλ. Σ.τ.Ε. 313/2016, 3494/2014, 1508/2002) έως την έκδοση, στις 29.11.2018, της προσβαλλόμενης ατομικής ειδοποιήσεως, δια της οποίας ο ανακόπτων κατέστη οφειλέτης της ένδικης οφειλής. Ειδικότερα, την παραγραφή δεν διέκοψε η κοινοποίηση των 444/20.04.2006 Π.Ε.Ε. και 403/20.04.2006 Π.Ε.Π.Ε.Ε. στην οφειλέτιδα εταιρεία ως αγνώστου διαμονής, διότι δεν ήταν νόμιμη, καθώς δεν βεβαιώνεται από τον υπάλληλο της επιδόσεως ότι καταβλήθηκε κάθε προσπάθεια για την ανεύρεση της εργοδότριας εταιρείας, ότι αυτή δεν βρέθηκε τελικώς και ότι, συνεπώς, είναι πράγματι αγνώστου διαμονής, ενώ στον διοικητικό φάκελο δεν υφίσταται άλλο στοιχείο σχετικό με την κοινοποίηση των εν λόγω πράξεων. Τούτων δοθέντων, η παραγραφή του δικαιώματος του καθ’ ου προς είσπραξη των ένδικων οφειλών, η οποία είχε διακοπεί στις 16.05.2006 με την έκδοση των ως άνω πράξεων ταμειακής βεβαιώσεως, άρχισε εκ νέου στις 17.05.2006 (βλ. άρθρο 60 παρ. 1 του Κ.Δ.Δ.), θα έληγε δε στις 17.05.2016, και, ως εκ τούτου, καταλαμβανόταν από τη ρύθμιση του άρθρου 95 παρ. 1 Ν. 4387/2016 περί παρατάσεως της παραγραφής σε είκοσι έτη. Περαιτέρω, το Δικαστήριο, με την προαναφερόμενη απόφασή του, λαμβάνοντας υπ’ όψιν το ζήτημα της συμφωνίας με το Σύνταγμα των διατάξεων του άρθρου 95 του Ν. 4387/2016, καθ’ ο μέρος προβλέπουν το διπλασιασμό από δέκα (10) σε είκοσι (20) χρόνια του χρόνου παραγραφής των απαιτήσεων των φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης που εντάσσονται στον Ε.Φ.Κ.Α., επομένως και του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. (βλ. Ν. 4387/2016, ΦΕΚ Α΄ 85), από μη καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές, είχε ήδη αχθεί προς κρίση ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, ανέστειλε την πρόοδο της δίκης μέχρι τη δημοσίευση αποφάσεως του Συμβουλίου της Επικρατείας.

 12.Επειδή, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά με την 1833/2021 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας και εκτέθηκαν ανωτέρω στη σκέψη 8, ναι μεν η κρινόμενη υπόθεση θα καταλαμβανόταν από τη ρύθμιση του άρθρου 95 παρ. 1 του Ν. 4387/2016, πλην, όμως, όπως εκτέθηκε, η ρύθμιση αυτή κρίθηκε αντισυνταγματική και είναι ως εκ τούτου μη εφαρμοστέα. Επομένως, κατά τον χρόνο εκδόσεως της 7808/29.11.2018 ατομικής ειδοποιήσεως το δικαίωμα του καθ’ ου προς είσπραξη των ένδικων οφειλών είχε παραγραφεί, καθώς η παραγραφή συμπληρώθηκε στις 17.05.2016, κατά τα αναφερόμενα στην προηγούμενη σκέψη, κατά τον βασίμως προβαλλόμενο από τον ανακόπτοντα λόγο, απορριπτομένων ως αβασίμων όσων περί του αντιθέτου προβάλλονται από το καθ’ ου.

 13.Επειδή, ο ανακόπτων, περαιτέρω, προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη ατομική ειδοποίηση δεν αναγράφει το είδος και την αιτία του χρέους, επίσης εσφαλμένα αναγράφει ως περίοδο οφειλής των ΠΕΕ/Χ/444/2006 και ΠΕΠΕΕ/Χ/403/2006 την περίοδο 8ου/1997-5ου/1998, αντί του ορθού 8ου/1997-4ου/1998, όπως επίσης αναγράφει εσφαλμένα την ιδιότητά του στη διοίκηση της εταιρείας κατά το χρονικό διάστημα από 30-10-2001 έως 25-7-2003 (Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος) ενώ διετέλεσε μόνο Πρόεδρος. Επίσης, η προσβαλλόμενη ατομική ειδοποίηση δεν αναφέρει με σαφήνεια το ποσοστό των προσαυξήσεων και λοιπών επιβαρύνσεων που προστίθενται στο αρχικώς καταλογισθέν ποσό, προκειμένου να καταστεί δυνατός ο έλεγχος της ορθότητας του υπολογισμού τους. Ο σχετικός ισχυρισμός πρέπει επίσης να απορριφθεί ως αβάσιμος, διότι στην προσβαλλόμενη ατομική ειδοποίηση περιέχονται όλα τα προβλεπόμενα στον νόμο στοιχεία, και, μεταξύ άλλων, ιδίως οι πράξεις ταμειακής βεβαίωσης, οι νόμιμοι τίτλοι, το είδος και το ποσό των οφειλόμενων ασφαλιστικών εισφορών, η σχετική χρονική περίοδος που αφορούν οι οφειλές, συνεπώς, αναφέρεται για έκαστη οφειλή, το είδος, η αιτία και το ποσό της, χωρίς να απαιτούνται εκ του νόμου άλλα στοιχεία προσδιορισμού των σχετικών χρεών, ενώ αναφέρεται ρητώς και η ιδιότητα με την οποία καλείται ο ανακόπτων να καταβάλει τα ως άνω χρέη, απορριπτομένων ως αβασίμων των περί του αντιθέτου προβαλλομένων από τον ανακόπτοντα. Τούτο, ανεξαρτήτως του ότι, σε κάθε περίπτωση, ο ανακόπτων δεν προβάλλει ότι οι όποιες τυχόν παραλείψεις αναφοράς των ανωτέρω αναφερόμενων στοιχείων επέφεραν σε αυτόν ανεπανόρθωτη βλάβη, μη δυνάμενη να επανορθωθεί με άλλο τρόπο, παρά μόνο με την κήρυξη της ακυρότητας των προσβαλλόμενων πράξεων, όπως απαιτούν τα άρθρα 75 παρ. 1 και 75Α του Κ.Ε.Δ.Ε. (πρβλ. ΣτΕ 2490/2008, 3214/1999 7μ., 2794/1999). Τουναντίον, τόσο κατά της ατομικής ειδοποίησης, όσο και κατά των πράξεων ταμειακής βεβαίωσης, ασκήθηκε η κρινόμενη ανακοπή, η οποία εξετάζεται κατ’ ουσίαν.

14.Επειδή, τέλος, ο ανακόπτων ισχυρίζεται ότι παραβιάστηκε, εν προκειμένω, το δικαίωμά του σε προηγούμενη ακρόαση. Ο ισχυρισμός αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, καθόσον, κατά τα παγίως κριθέντα, οι πράξεις διοικητικής εκτέλεσης εκδίδονται με μόνη τη διαπίστωση της ύπαρξης απαιτητών και ληξιπρόθεσμων χρεών, δηλαδή της συνδρομής αντικειμενικών δεδομένων, και, ως εκ τούτου, δεν ήταν αναγκαία η προηγούμενη ακρόασή του (ΣτΕ 359/2018, 29/2013, 1705/2008).

 15.Επειδή, κατ’ ακολουθίαν, η κρινόμενη ανακοπή πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή και να ακυρωθούν οι προσβαλλόμενες ταμειακές βεβαιώσεις υπό στοιχεία 921/16.05.2006, 913/16.05.2006 και 912/16.05.2006, κατά το μέρος που αφορούν τον ανακόπτοντα, καθώς και αντίστοιχα κατά το μέρος αυτό η προσβαλλόμενη ατομική ειδοποίηση. Τέλος, πρέπει να αποδοθεί στον ανακόπτοντα μέρος του καταβληθέντος παραβόλου ύψους εβδομήντα (70) ευρώ και να καταπέσει το υπόλοιπο μέρος αυτού ύψους τριάντα (30) ευρώ υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου (άρθρο 277 παρ. 9 εδ. γ’ του Κ.Δ.Δ.) και να συμψηφισθούν τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων, λόγω της εν μέρει νίκης και εν μέρει ήττας αυτών (άρθρο 275 παρ. 1 του Κ.Δ.Δ.).

 ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

Δέχεται εν μέρει την ανακοπή.

Ακυρώνει τις ταμειακές βεβαιώσεις του καθ’ ου υπό στοιχεία: 921/16.05.2006, 913/16.05.2006 και 912/16.05.2006, κατά το μέρος που αφορούν τον ανακόπτοντα, καθώς αντίστοιχα κατά το μέρος αυτό και την 7808/29.11.2018 ατομική ειδοποίηση ληξιπρόθεσμων οφειλών της Διευθύντριας του Περιφερειακού Κέντρου Είσπραξης Ασφαλιστικών Εισφορών (Κ.Ε.Α.Ο.) Θεσσαλονίκης.

Απορρίπτει κατά τα λοιπά την ανακοπή.

Διατάσσει την απόδοση στον ανακόπτοντα μέρους του καταβληθέντος παραβόλου ύψους εβδομήντα (70) ευρώ και την κατάπτωση του λοιπού ποσού ύψους τριάντα (30) ευρώ υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου.

Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.

 Η απόφαση δημοσιεύθηκε στη Θεσσαλονίκη σ’ έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού στις 27-5-2022.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ


托马斯·斯蒂芬.夏天 

MDE律师 

Υπ. Διδάκτωρ ΑΠΘ

饼干是饼干的一部分。 Mπορείτε να μάθετε περισσότερα σχετικά με τα 饼干 που χρησιμοποιούμε ή να τα απενεργοποιήσετε 详细信息
Aποδέχομαι详细信息

通用数据保护条例

  • 隐私声明

隐私声明

“个人数据的处理是根据个人数据保护一般条例 (GDPR 2016/679) 的规定以及针对某些部门的任何更具体的国家和欧洲立法进行的,
当前适用的希腊关于个人数据保护以及电子通信领域个人数据和隐私保护的立法

(第 3471/2006 号法律,如适用)和个人数据保护局 (PDPA) 的决定”。  

    1. 目的

      在提供我们的产品时,我们会收集有关您的某些个人数据,以促进我们与您的关系并为您提供最佳的购物体验。通过隐私声明,我们希望向您解释我们收集、使用和共享由您收集的或关于您的数据和 cookie 的做法和政策。

    2. 我们如何收集数据

      当您通过我们的联系表、订单、时事通讯注册、电话或电子邮件或以任何其他方式向我们发送您的数据时,我们会收集您的数据。

       thomaskalokiris.com 将您的个人数据的安全放在第一位。因此,我们会谨慎、谨慎地管理您的个人数据 根据国家和欧洲立法 根据第 2472/1997 号法律和第 (EU) 号法规的定义。 679/2016(通用数据保护条例).

我们收集哪些数据以及原因

下表列出了我们从您那里收集的数据、我们使用这些数据的目的以及在每种情况下为何需要这些数据。

数据处理的目的

隐私

为什么需要数据

执行您的订单
  • 个人标识符(姓名)
  • 联系信息(送货地址、电话、电子邮件地址)
  • 税务标识符(TIN、D.O.Y)
  • 登录信息

启用您的注册/登录、完成您的订单或进行任何退款。

 

 

 

处理问题、投诉、故障排除
  • 个人标识符(姓名)
  • 联系信息(送货地址、电话、电子邮件地址)
  • 税务标识符(TIN、D.O.Y)
  • 登录信息

以便正确处理疑问、任何投诉和问题。我们拥有为客户提供最佳体验并解决任何问题的合法权益。

 

 

 

订阅时事通讯
  • 个人标识符(姓名)
  • 联系信息(送货地址、电话、电子邮件地址)
以便在您同意后,您可以收到我们公司的更新和优惠信息
使用社交媒体创建会员帐户 
  • 个人标识符(姓名)
  • 联系信息(电子邮件地址)
无需重新输入您的详细信息即可下订单

 

    1. 我们保留您的数据多久

      我们的政策是,根据数据最小化和保留期限限制的原则,仅在收集数据的目的所需的时间内保留您的数据。由于上述所有原因,您的数据将在我们的客户关系结束后保留至少五 (5) 年。此外,我们会根据您行使个人数据保护权利时可能发生的变化调整您的数据保留。

    2. 向第三方披露个人数据

      我们不会将您的个人信息转让、披露或出租给本隐私声明中所述以外的任何第三方/实体。我们公司将个人数据传输给第三方,公司委托第三方代表公司处理个人数据。

      数据仅传输给我们的合作伙伴公司,这些公司为发送广告材料和个性化优惠而提供服务。此外,这些数据还会传输给与我们合作的公司,以评估服务提供的质量以及评估我们的产品和服务。此外,为了执行销售合同,数据将传输至已指定执行部分合同的合作公司,例如运输公司或您选择的提货点。最后,建立我们网站的独立服务提供商以及为我们提供网站运营技术支持或托管的服务提供商将有权访问数据。

      我们力求确保所有此类第三方/独立服务提供商不会将您的个人数据用于提供受合同约束的服务之外的任何目的。我们还与这些独立承包商签订合同,要求他们遵守法律要求的个人数据保护标准,并仅将数据用于其提供的目的。

      最后,如果我们需要披露或共享您的个人信息以遵守任何法律或监管义务,我们保留向第三方披露您的个人信息的权利。

    3. 数据安全

      我们竭尽全力保护我们的用户免遭未经授权的访问或更改、披露或破坏我们所拥有的信息。具体来说:

      1. 我们使用 SSL 对进出网站的数据传输进行加密。
      2. 我们控制我们的数据收集、存储和处理实践,包括物理安全措施,以防止未经授权的系统访问。
      3. 个人信息的访问权限仅限于需要了解此信息以便为我们提供服务的我们的员工和合作伙伴实体。本隐私声明中明确提及了这些合作实体以及保护您的数据的方式。

 

  1. 未成年人访问

    我们提供的产品仅供成人购买,儿童或 16 岁以下的未成年人不得购买。

    如果您未满 16 岁,您只能在父母或监护人的参与和批准下使用我们的网站。

  2. cookie 的使用

    “cookie”是一个小文本文件,当您访问网站时,它会下载到您的设备,并允许网站从您的浏览器获取某些信息,例如您的偏好。我们认为您了解我们网站上使用了哪些 cookie 以及使用它们的原因非常重要。我们网站上使用的两大类 cookie 是绝对必要的 cookie 和第三方 cookie:

    绝对有必要 饼干 这些 cookie 对于我们网站的正常运行是必要的,也是您能够浏览网站并使用其功能(例如访问网站的安全区域)所必需的。如果没有这些cookie,网站的某些服务和功能(例如购物车或电子支付)将无法执行

    饼干 第三方的

    第三方 cookie 包括性能、功能和促销/目标 cookie。

    • 性能 cookie:收集有关访问者如何使用网站的信息,例如他们最常访问哪些页面,以及他们是否收到来自网站的错误消息。这些 cookie 不会收集识别访问者身份的信息。这些 cookie 收集的所有信息都是汇总的,因此是匿名的。它们仅用于改进网站的工作方式
    • 功能性cookie:允许网站记住您所做的选择(例如您的用户名或您所在的区域)并提供更多个性化的功能。它们还可用于记住您对网站所做的更改或用于提供您请求的服务,例如聊天或使用社交媒体。这些 cookie 收集的数据可以是匿名的,无法跟踪您的浏览情况以及您在其他网站上的活动。
    • 促销/目标 cookie:用于提供与您和您的兴趣更相关的内容。它们还用于发送有针对性的广告或优惠,限制显示的广告数量,并帮助衡量广告活动的有效性。它们还可能用于存储您访问过的网站,以确定最有效的在线营销渠道,并奖励推荐您访问我们网站的外部网站和合作伙伴。

     

  3. 您保护个人数据的权利

    在保留或处理您的数据期间的任何时候,您保留以下权利,并且您可以提出相应的请求:

    • 访问权 – 您有权访问我们持有的有关您的个人数据
    • 纠正权——您有权纠正我们持有的有关您的不准确或不完整的数据。
    • 删除权 – 您可以要求从我们的记录中删除我们持有的有关您的数据,并且在某些情况下我们有义务遵守您的要求
    • 限制处理的权利 – 您有权要求限制对您的个人数据的处理,并且在某些条件适用的情况下,我们有义务遵守此请求
    • 数据可移植权 – 您有权要求将我们持有的有关您的数据转移到另一个组织
    • 反对权——在某些条件下,您有权反对处理与您有关的个人数据
    • 撤回同意的权利——如果处理您的数据的法律依据是“同意”,您有权随时撤回您的同意。

    您有关上述权利的所有请求都可以通过特殊请求表或通过您的个人帐户的管理页面提交。

    这 程序 有关上述权利的任何请求的处理如下。我们将尽快(无论如何)在提交后一个月内评估该请求并就其进度(请求已批准、请求部分批准、请求被拒绝)回复您。如果本公司拒绝您有关上述个人数据保护权利的请求,我们将告知拒绝的原因。您有权直接向监管机构和我们公司的数据保护官提出投诉。

    我们保留拒绝无理重复、需要不成比例的技术努力或产生不成比例的技术后果、危及他人隐私或无法实施的请求的权利。

  4. 隐私声明的变更

    我们的隐私声明可能会不时更改。我们努力不断审查和更新本声明,以遵守法律和监管要求,同时为您的个人数据提供最佳保护。我们将在此页面上发布对隐私声明的任何更改。

zh_CNChinese