这 塞萨洛尼基单人初审法院, σε υπόθεση που χειρίστηκε επιτυχώς το γραφείο μας, με την υπ’ αριθμ. 2642/2023 Απόφαση του δέχτηκε την Ανακοπή του εντολέα μας- δανειολήπτη κατά Διαταγής Πληρωμής, την οποία και ακύρωσε στο σύνολο της καταδικάζοντας την εταιρία διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις στα δικαστικά έξοδα του ανακόπτοντος.
Ειδικότερα, έγινε δεκτός ο λόγος της Ανακοπής μας με τον οποίο προβάλαμε ότι η καθ’ ης, κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής, δεν απέδειξε ως όφειλε την καταγγελία της επίδικης δανειακής σύμβασης και, συνεπώς, η εν λόγω διαταγή πληρωμής εκδόθηκε παρά το νόμο και δη κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 623, 626 παρ. 3 και 628 ΚΠολΔ, λόγω έλλειψης της διαδικαστικής προϋπόθεσης της έγγραφης απόδειξης του οφειλόμενου από τους ανακόπτοντες ποσού, το δε διαδικαστικό αυτό απαράδεκτο του παραπάνω εκτελεστού τίτλου δεν δύναται να επιστηρίξει την επισπευδόμενη σε βάρος των ανακοπτόντων με την προσβαλλόμενη πράξη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης.
Παρατίθεται το κάτωθι απόσπασμα:
Απόφαση 2642/2023
塞萨洛尼基一审单人法院
ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Συγκροτήθηκε από τη Δικαστή Μαγδαληνή Πράσσα, Πρόεδρο Πρωτοδικών, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου της Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης και από τη γραμματέα……………………………………………..
Συνεδρίασε δημόσια, στο ακροατήριό του, στις 1 Φεβρουαρίου 2023, για να δικάσει την με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……………………………………………… ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής και επιταγής προς πληρωμή, μεταξύ:
ΤΩΝ ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΩΝ:1…………………….. του ………………………, με ΑΦΜ ………………………. και 2. ………………………. του …………………… με ΑΦΜ …………………………., κατοίκων Θεσσαλονίκης, οδός …………………….. αρ. …………. που παραστάθηκαν διά του πληρεξούσιου δικηγόρου τους Θωμά Καλοκύρη (Α.Μ. Δ.Σ.Θ. 11982), κατοίκου Θεσσαλονίκης, ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.
ΤΗΣ ΚΑΘ’ΗΣ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: Ανώνυμης εταιρείας παροχής υπηρεσιών διαχείρισης απαιτήσεων κατά το ν. 4354/2015 με την επωνυμία <<……………………………………………………………………………………………….>> και το διακριτικό τίτλο <<……………………>>, όπως μετονομάστηκε η ανώνυμη εταιρεία με την πρώην επωνυμία <<…………………………………….>> και το διακριτικό τίτλο <<………………………………………>>, νόμιμα αδειοδοτηθείσας με την υπ’αριθμ. …………………….. απόφαση της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος(………………………………….), που εδρεύει στην Αθήνα, οδός …………………… αρ…………… ,και εκπροσωπείται νόμιμα, ΑΦΜ …………………….., η οποία ενεργεί, δυνάμει της από 11-06-2021 σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων, με την ιδιότητά της ως μη δικαιούχος και μη υπόχρεος διάδικος και διαχειρίστρια των απαιτήσεων, δικαιούχος των οποίων τυγχάνει η αλλοδαπή εταιρία ειδικού σκοπού με την επωνυμία “…………………………………….”, με έδρα το Δουβλίνο Ιρλανδίας, οδός , ……………………….., …………,……., …………………. και αριθμό μητρώου……………., όπως εκπροσωπείται νόμιμα, οποία κατέστη ειδική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία <<…………………………………………>>, που εδρεύει στην Αθήνα, οδός ………………….. αρ……………., και εκπροσωπείται νόμιμα, ΑΦΜ ………………………….., κατόπιν μεταβίβασης στην αλλοδαπή εταιρία από την τελευταία απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις στο πλαίσιο τιτλοποίησης απαιτήσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3156/2003, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνεται η απορρέουσα από την ένδικη έννομη σχέση, δυνάμει της από 16-03-2021 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων, η οποία παραστάθηκε διά της πληρεξούσιας δικηγόρου της …………………….(Α.Μ.ΔΣΘ ………………..), κατοίκου Θεσσαλονίκης, που κατέθεσε προτάσεις.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και τις έγγραφες προτάσεις τους.
学习文献之后
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Οι ανακόπτοντες, με την κρινόμενη ανακοπή τους, ζητούν, για τους διαλαμβανόμενους σ’ αυτή λόγους, την ακύρωση της υπ’αριθμ. 12505/2022 Διαταγής Πληρωμής της Δικαστού του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης και της από 12-10-2022 επιταγής προς πληρωμή κάτω από αντίγραφο πρώτου εκτελεστού απογράφου της παραπάνω διαταγής πληρωμής, που τους επιδόθηκε στις 21-10-2022 και με την οποία επισπεύδεται σε βάρος τους αναγκαστική εκτέλεση για την ικανοποίηση της επιδικασθείσας με των ως άνω εκτελεστό τίτλο απαίτησης της καθ’ης ποσού 22.967,76 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων. Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα, σαφώς συνάγεται ότι στο υπό κρίση δικόγραφο παραδεκτά σωρεύονται, κατ’ άρθρο 218 παρ. 1 και 632 παρ.6 ΚΠολΔ, όπως το τελευταίο αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο τέταρτο του ν. 4354/2015, αφενός ανακοπή του άρθρου 632 ΚΠολΔ, με την οποία πλήττεται η διαταγή πληρωμής, αφετέρου ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ, η οποία βάλλει κατά της επιταγής προς πληρωμή κάτωθι πρώτου εκτελεστού απογράφου της παραπάνω διαταγής πληρωμής, εφόσον το παρόν Δικαστήριο είναι αρμόδιο για την εκδίκασή τους, υφίσταται ταυτότητα διαδικασίας και δεν επέρχεται κίνδυνος σύγχυσης από την ταυτόχρονη εκδίκασή τους(βλ. σχετ. ΑΠ 336/2007 Ελλ Δνη 47,779, ΕφΑθ 4711/2002 Ελλ Δνη 44, 528, ΕφΑθ 2497/1998 Ελλ Δνη 39, 916, Κεραμεύ/Κονδύλη/Νίκα,ΕρμΚΠολΔ, τόμος ΙΙ, άρθρο 632,σελ. 1190, αρ.36, άρθρο 933, σελ. 1775). Ειδικότερα, οι σωρευόμενες ανακοπές αρμόδια καθ’ύλη και κατά τόπο φέρονται προς συζήτηση ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου κατά την προκείμενη ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών των άρθρων 614 επ.ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τα γενικά άρθρα των γενικών διαδικασιών 591 επ. ΚΠολΔ, όπως τα άρθρα αυτά ισχύουν μετά τη θέση σε ισχύ του Ν. 4335/2015 [άρθρα 583, 584, 585, 632 παρ. 1 και 2, 933 παρ. 1 και 3 και 937 παρ. 3 韩国警察局, όπως το άρθρο 632 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο τέταρτο Ν. 4335/2015, το άρθρο 933 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο όγδοο παρ. 2 Ν. 4335/2015 και η παρ. 3 του άρθρου 933 αντικαταστάθηκε εκ νέου με το άρθρο 207 παρ. 2 Ν. 4512/2018, και έχουν εν προκειμένω εφαρμογή, λόγω της επίδοσης της επιταγής προς εκτέλεση,βάσει της οποίας επισπεύδεται η προσβαλλόμενη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης, μετά τις 1-1-2016, ημερομηνία έναρξης ισχύος του άνω νόμου (βλ. άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ. 2, 3 και 4 Ν. 4335/2015), και όπως η παρ. 3 του άρθρου 937, που είχε αντικατασταθεί από το άρθρο 1 άρθρο όγδοο παρ. 2 Ν. 4335/2015, ισχύει μετά την εκ νέου αντικατάστασή της από το άρθρο 59 Ν. 4842/2021, σύμφωνα με τη μεταβατική διάταξη του άρθρου 116 παρ. 6 περ. β’ Ν. 4842/2021, κατά την οποία το άρθρο 937, όπως τροποποιείται με το άρθρο 59, εφαρμόζεται για τις αποφάσεις που θα δημοσιευθούν μετά την έναρξη ισχύος του ως άνω νόμου, ήτοι μετά τις 1-1-2022 (άρθρο 120 Ν. 4842/2021)], αμφότερες δε ασκήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα και δη η μεν ανακοπή του άρθρου 632 ΚΠολΔ ασκήθηκε εντός της νόμιμης προθεσμίας των δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών του άρθρου 632 παρ. 2 ΚΠολΔ, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 άρθρο τέταρτο Ν. 4335/2015, η δε σωρευόμενη ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ ασκήθηκε πριν από την έναρξη της προβλεπόμενης στη διάταξη του άρθρου 943 παρ. 1 περ. α’ ΚΠολΔ προθεσμίας, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο όγδοο παρ. 2 Ν. 4335/2015, δοθέντος ότι δεν αποδεικνύεται ότι ακολούθησε άλλη πράξη εκτέλεσης μετά την επίδοση της προσβαλλόμενης επιταγής προς πληρωμή και, συγκεκριμένα, ότι έλαβε χώρα κατάσχεση, καθόσον αντίγραφο εξ απογράφου πρώτου εκτελεστού της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής με την παρά πόδας αυτού ανακοπτόμενη από 12-10-2022 επιταγή προς πληρωμή επιδόθηκε στους ανακόπτοντες στις 21-10-2022 (βλ. προσκομιζόμενες με επίκληση από την καθ’ ης υπ’ αριθμ. 1917Δ και 1918Δ/21-10-2022 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα στο Πρωτοδικείο Αθηνών …………………………………., αντίστοιχα), ενώ η κρινόμενη ανακοπή επιδόθηκε στην καθ’ ης στις 11-11-2022 (βλ. προσκομιζόμενη με επίκληση από τους ανακόπτοντες υπ’ αριθμ. 1812/11-11-2022 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Θεσσαλονίκης με έδρα στο Πρωτοδικείο αυτό …………………..). Επομένως, η κρινόμενη ανακοπή πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 626 παρ. 2 韩国PoLD, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο 1 άρθρο τέταρτο Ν. 4335/2015, το δικόγραφο της αίτησης για την έκδοση διαταγής πληρωμής πρέπει να περιέχει α) όσα ορίζουν τα άρθρα 117 και 118 και το άρθρο 119 παρ. 1 韩国警察局, β) αίτηση για την έκδοση διαταγής πληρωμής και γ) την απαίτηση και το ακριβές ποσό των χρημάτων ή των χρεογράφων με τους τυχόν οφειλόμενους τόκους, των οποίων ζητείται η καταβολή. Η διάταξη αυτή διαφοροποιείται από τη σχετική με το περιεχόμενο της αγωγής διάταξη του άρθρου 216 παρ. 1 韩国警察局 και δεν απαιτεί, όπως εκείνη, τον ουσιαστικό ή συγκεκριμένο προσδιορισμό της ιστορικής βάσης, αλλά αρκείται στην έκθεση εκείνων μόνο των περιστατικών, που εξατομικεύουν την απαίτηση από την άποψη του αντικειμένου της, του είδους και του τρόπου της γέννησής της και δικαιολογούν την ύπαρξη αντίστοιχης συγκεκριμένης οφειλής εκείνου, κατά του οποίου απευθύνεται η αίτηση, προς τον αιτούντα. Από τις ανωτέρω δε διατάξεις, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 623 韩国警察局, συνάγεται ότι για την έκδοση διαταγής πληρωμής πέραν της ουσιαστικής προϋπόθεσης της ύπαρξης χρηματικής απαίτησης ή απαίτησης παροχής χρεογράφων που απορρέουν από έννομη σχέση ιδιωτικού δικαίου, πρέπει να συντρέχει και η διαδικαστική προϋπόθεση της έγγραφης απόδειξης τόσο της ύπαρξης της απαίτησης και του ποσού, το οποίο αποτελεί το αντικείμενό της, όσο και των προσώπων του δικαιούχου και του υπόχρεου. Για το λόγο αυτό ο αϊτών την έκδοση διαταγής πληρωμής έχει, σύμφωνα με την ως άνω διάταξη του άρθρου 626 παρ. 3 韩国警察局, την υποχρέωση να επισυνάψει στην αίτησή του προς τον αρμόδιο δικαστή, το σύνολο των ιδιωτικών ή δημόσιων εγγράφων, από τα οποία αποδεικνύεται η ύπαρξη και το ύψος της απαίτησής του σε βάρος του καθ’ ου η αίτηση. Εάν η απαίτηση ή το ποσό, για το οποίο ζητείται η έκδοση διαταγής πληρωμής, όπως επίσης και τα πρόσωπα του δικαιούχου ή του υπόχρεου, δεν αποδεικνύονται εγγράφως, ο δικαστής οφείλει, κατ’ άρθρο 628 韩国警察局, να μην εκδώσει διαταγή πληρωμής. Σε περίπτωση έκδοσης της διαταγής πληρωμής παρά την έλλειψη της κατά τα ανωτέρω προϋπόθεσης, το πρόσωπο, κατά του οποίου στρέφεται, μπορεί να επιτύχει την ακύρωσή της διαμέσου της άσκησης ανακοπής, κατά τις διατάξεις των άρθρων 632 και 633 韩国警察局, λόγω διαδικαστικού απαράδεκτου και ανεξάρτητα από την ύπαρξη της απαίτησης ή από τη δυνατότητα να αποδειχθεί αυτή, καθώς και τα πρόσωπα του δικαιούχου και του υπόχρεου, με άλλα αποδεικτικά μέσα. Έτσι το δικαστήριο που δικάζει την ανακοπή, εάν από τα έγγραφα που προσκομίστηκαν για την έκδοση διαταγής πληρωμής δεν αποδεικνύεται η απαίτηση, δεν μπορεί να στηριχθεί σε άλλα στοιχεία διαφορετικά από αυτά που προσκομίστηκαν για την έκδοσή της, αλλά οφείλει να δεχθεί την ανακοπή και να ακυρώσει τη διαταγή πληρωμής, χωρίς, όμως, η απόφαση αυτή να παράγει δεδικασμένο ως προς την ουσιαστική αξίωση, διότι αντικείμενο της επί της ανακοπή δίκης είναι ο έλεγχος της νομιμότητας και το κύρος της διαταγής πληρωμής και όχι η διάγνωση της ουσιαστικής βασιμότητας (βλ. σχετ. ολΑΠ 43/2005 ΕλλΔνη 2005,1649, ολΑΠ 10/1997 ΕλλΔνη 1997,768, ΑΠ 1071/2017 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 682/2015 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1608/2014 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 713/2012 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 330/2012 Αρμ 2012,1431, ΑΠ 933/2011 ΧρΙΔ 2012,198, ΑΠ 15/2007 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΕφΑΘ 223/2022 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΕφΑΘ 1227/2018 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΕφΑΘ 2558/2011 ΕΠολΔ 2012,740, ΕφΑΘ 1503/2010 Αρμ 2010,119, ΕφΘεσ 110/2008 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, τοκοχρεωλυτικό δάνειο είναι εκείνο του οποίου η απόδοση συμφωνήθηκε να γίνει σε τοκοχρεωλυτικές δόσεις, δηλαδή σε δόσεις που να περιλαμβάνουν τμήμα του κεφαλαίου και μέρος των τόκων, με την προϋπόθεση ότι και τα δύο μέρη ορίζονται για όλες τις δόσεις κατ’ ενιαίο τρόπο, αλλά όχι αναγκαία και κατ’ ίσα ποσοστά. Όταν, όμως, ο δανειστής έχει το δικαίωμα, σύμφωνα με τους όρους του τοκοχρεωλυτικού δανείου, να καταγγείλει τη σχετική σύμβαση πρόωρα, αν δεν πληρωθούν οι δόσεις, τότε όλες οι οφειλόμενες δόσεις του δανείου γίνονται απαιτητές. Με την καταγγελία, επομένως, η σύμβαση του δανείου ως τοκοχρεωλυτικού λύεται και ενεργοποιείται ο συμβατικός όρος, που παρέχει στο δανειστή το δικαίωμα να αξιώσει την άμεση πληρωμή από τον οφειλέτη ολόκληρου του οφειλόμενου κεφαλαίου, καθώς και τόκων υπερημερίας από την καταγγελία. Επομένως, το δάνειο είναι τοκοχρεωλυτικό, υπό την αίρεση της εμπρόθεσμης και προσήκουσας καταβολής των τοκοχρεωλυτικών δόσεων. Όταν, όμως, η αίρεση πληρωθεί και καταγγελθεί το δάνειο, τότε δεν οφείλονται πλέον δόσεις, αλλά ολόκληρο το μέχρι τότε ανεξόφλητο κεφάλαιο (βλ. σχετ. ΑΠ 144/2021 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 923/2021 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1203/2019 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1185/2019 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΕφΘεσ 110/2008 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΜΕφΠατρ 376/2021 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, καταγγελία, επιδιδόμενη με εξώδικη δήλωση, είναι η μονομερής δικαιοπρακτική δήλωση βούλησης, η οποία απευθύνεται σε ορισμένο πρόσωπο, στο οποίο αυτή αφορά, τέτοιο δε δικαίωμα καταγγελίας είναι δυνατό να προβλέπεται είτε στο νόμο είτε στη σύμβαση. Ειδικότερα, η καταγγελία της σύμβασης είναι το δικαίωμα του δικαιούχου, που ασκείται με μονομερή πράξη/δήλωσή του, απευθύνεται προς τον αντισυμβαλλόμενο, έχει δε ως σκοπό τη λύση μίας διαρκούς ενοχικής σχέσης για κάποιο νόμιμο λόγο και ενεργεί ex nunc (για το μέλλον). Όσο υφίσταται και λειτουργεί μία σύμβαση, παράγει τα έννομα αποτελέσματά της μέχρι να καταγγελθεί. Επομένως, το εν λόγω δικαίωμα προς καταγγελία είναι διαπλαστικό, αφού χορηγείται η εξουσία, με μονομερή δήλωση, η οποία αποκτά νομική ενέργεια μόλις περιέλθει στον αντισυμβαλλόμενο (άρθρο 167 ΑΚ), να προκαλέσει την άρση (λύση) της σύμβασης για το μέλλον, δηλαδή την κατάργησή της, δημιουργεί δε εφεξής μία νέα έννομη κατάσταση (βλ. σχετ. ΜΕφΘεσ 1318/2020 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΜΕφΘεσ 1317/2020 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Τέλος, από το συνδυασμό των άρθρων 118, 119 παρ. 1, 623 και 626 παρ. 2 ΚΠολΔ συνάγεται ότι διαταγή πληρωμής μπορεί να εκδοθεί, βάσει ληφθέντος δανείου που συμφωνήθηκε να εξοφληθεί σε τοκοχρεωλυτικές δόσεις και το οποίο έχει καταστεί στο σύνολό του ληξιπρόθεσμο και απαιτητό λόγω καταγγελίας της δανειακής σύμβασης, σύμφωνα με σχετικό όρο αυτής, με την οποία συμφωνήθηκε ότι τα εμπορικά βιβλία της τράπεζας θα αποτελούν μέσο απόδειξης της απορρέουσας από τη σύμβαση απαίτησης κατά του οφειλέτη, εφόσον στην αίτηση για την έκδοσή της διαλαμβάνεται η σύναψη έγγραφης σύμβασης παροχής τοκοχρεωλυτικού δανείου με τον προαναφερθέντα όρο και την ως άνω αποδεικτική συμφωνία, η χορήγηση του δανείου στο δανειολήπτη, το κλείσιμο του λογαριασμού, που τηρήθηκε για την παρακολούθηση του δανείου, κατόπιν σχετικής, σύμφωνης με τους όρους της δανειακής σύμβασης, καταγγελίας από τη δανείστρια τράπεζα, το ύψος του υπέρ της τελευταίας υπολοίπου του λογαριασμού και το ύψος του συμφωνηθέντος επιτοκίου για την εύρεση των τυχόν αξιούμενων συμβατικών τόκων, και αποδεικνύονται εγγράφως τα προαναφερόμενα περιστατικά (βλ. σχετ. ΜΕφΑΘ 140/2018 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΜΕφΘεσ 1635/2020 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΜΕφΘεσ 473/2017 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΜΕφΠατρ 490/2021 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΕφΔωδ 229/2018 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΕφΔωδ 12/2016 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση, με τον ενδέκατο λόγο της κρινόμενης ανακοπής, οι ανακότττοντες διώκουν την ακύρωση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής και της ανακοπτόμενης επιταγής προς πληρωμή, διατεινόμενοι ότι η διαταγή πληρωμής, επί τη βάσει της οποίας επισπεύδεται η προκειμένη σε βάρος τους εκτελεστική διαδικασία, είναι άκυρη, καθόσον αναγκαία προϋπόθεση για την έκδοση διαταγής πληρωμής κατά οφειλέτη για απαίτηση, απορρέουσα από δανειακή σύμβαση, είναι η προηγούμενη καταγγελία της σύμβασης, πλην, όμως, η καθ’ ης δεν προσκόμισε για την έκδοσή της καταγγελία της επίδικης δανειακής σύμβασης, καθώς η επικαλούμενη και προσκομιζόμενη από την τελευταία εξώδικη δήλωση – καταγγελία αφορούσε σε έτερη σύμβαση στεγαστικού δανείου. Ο λόγος αυτός, ως λόγος που βάλλει κατά του κύρους της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής, επί της οποίας στηρίζεται η προκειμένη εκτελεστική διαδικασία, για έλλειψη διαδικαστικής προϋπόθεσης και δη της έγγραφης απόδειξης του οφειλόμενου από τους ανακόπτοντες προς την καθ’ ης ποσού, ήτοι ολόκληρου του οφειλόμενου κεφαλαίου του επίμαχου δανείου λόγω καταγγελίας της δανειακής σύμβασης, είναι νόμιμος, στηριζόμενος στις διατάξεις των άρθρων 623 και 626 παρ. 3 ΚΠολΔ, και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική του βασιμότητα.
Από όλα τα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα αποδεικνύεται ότι δυνάμει της υπ’ αριθμ. ………………. σύμβασης στεγαστικού δανείου η πρώην ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία “……………………………………….” χορήγησε στον πρώτο ανακόπτοντα δανειολήπτη έντοκο τοκοχρεωλυτικό δάνειο ποσού 15.000.000 δρχ., ήτοι 44.020,54 ευρώ, για αγορά κατοικίας, καταβλητέο σε 180 μηνιαίες δόσεις, με σταθερό επιτόκιο, τη δε ολοσχερή και προσήκουσα εκπλήρωση κάθε απορρέουσας από την εν λόγω σύμβαση υποχρέωσης ή οφειλής του δανειολήπτη εγγυήθηκε η δεύτερη ανακόπτουσα, ενεχόμενη ως πρωτοφειλέτρια, αδιαίρετα και εις ολόκληρο με τον πρώτο ανακόπτοντα. Σύμφωνα δε με τον υπ’ αριθμ. 5 όρο της σύμβασης αυτής ρητά συνομολογήθηκε ότι η δανείστρια τράπεζα δικαιούται σε άμεση καιαπρόθεσμη καταγγελία της σύμβασης, μεταξύ άλλων περιπτώσεων, και επί καθυστέρησης καταβολής έστω και μίας δόσης ή τμήματός της ή οποιουδήποτε ποσού από τόκους, προμήθειες, αποζημιώσεις, φόρους, έξοδα, ζημίες ή από οποιαδήποτε άλλη αιτία που συνδέεται με το δάνειο ή σε περίπτωση παράβασης, έστω και ανυπαίτιας, οποιουδήποτε όρου της σύμβασης, ως αποτέλεσμα δε της καταγγελίας θα καθίσταται ληξιπρόθεσμο και απαιτητό το σύνολο της οφειλής του οφειλέτη από το δάνειο και η τράπεζα θα δικαιούται να απαιτήσει για τη συνολική αυτή οφειλή τόκο υπερημερίας. Επακολούθησε η κατάρτιση αρχικά της υπ’ 不. …………………. πρόσθετης πράξης της ανωτέρω δανειακής σύμβασης, με την οποία συμφωνήθηκε η τροπή του συμβατικού επιτοκίου σε κυμαινόμενο, και, στη συνέχεια, η υπ’ 不. ……………………. πρόσθετη πράξη, στην οποία συμβλήθηκε ως δανείστρια τράπεζα η ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία “……………………………………………….”, μετά τη συγχώνευσή της με την προαναφερόμενη τραπεζική εταιρία δια απορρόφησης της τελευταίας από αυτήν και την υπεισέλευσή της, λόγω καθολικής διαδοχής, στο σύνολο των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων αυτής που απέρρεαν από την ως άνω σύμβαση. Με την πρόσθετη αυτή πράξη οι ανακόπτοντες συνομολόγησαν ότι το ανεξόφλητο υπόλοιπο του δανείου ανερχόταν στο ποσό των 32,583,20 ευρώ πλέον τόκων από 8-8-2004 και τροποποιήθηκαν όροι της σύμβασης αναφορικά με το επιτόκιο αυτής και τη σύναψη ασφάλισης πυρός/σεισμού και ζωής/μόνιμης ολικής ανικανότητας και καταβολή ασφαλίστρων για τις παραπάνω αιτίες. Για την παρακολούθηση και εξυπηρέτηση της σύμβασης τηρήθηκε ο υπ’ 不. ……………………. λογαριασμός, ο οποίος, ενόψει μη καταβολής από τον πρώτο ανακόπτοντα ήδη από το έτος 2012 των συμφωνημένων δόσεων, εμφάνιζε στις 7-8-2019 χρεωστικό σε βάρος του υπόλοιπο ποσού 22.967,76 ευρώ, οπότε η ως άνω τραπεζική εταιρία έκλεισε το λογαριασμό και μετέφερε το υπόλοιπό του στον υπ’ 不. …………………………λογαριασμό οριστικής καθυστέρησης. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η καθ’ ης, επικαλούμενη την ιδιότητά της ως διαχειρίστρια της απορρέoυσας από την παραπάνω δανειακή σύμβαση απαίτησης, δικαιούχος της οποίας τυγχάνει η αλλοδαπή εταιρία ειδικού σκοπού με την επωνυμία “……………………………………”, στην οποία μεταβιβάστηκε από την αρχική δικαιούχο αυτής προαναφερόμενη ανώνυμη τραπεζική εταιρία, με την από 5-3-2022 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……………………………… αίτησή της, υπό την περαιτέρω επίκληση σύναψης της ως άνω δανειακής σύμβασης και των πρόσθετων πράξεων αυτής, την εκ μέρους των ανακοπτόντων καθυστέρηση της εμπρόθεσμης και τακτικής εξυπηρέτησης του δανείου, το οριστικό κλείσιμο του λογαριασμού εξυπηρέτησης της σύμβασης, τη μεταφορά του ανεξόφλητου χρεωστικού υπολοίπου του σε λογαριασμό οριστικής καθυστέρησης και την καταγγελία της σύμβασης και κήρυξης ολόκληρου του ανεξόφλητου υπολοίπου του δανείου ληξιπρόθεσμου και απαιτητού, ζήτησε την έκδοση διαταγής πληρωμής σε βάρος των ανακοπτόντων, ευθυνόμενων εις ολόκληρο, για το ποσό των 22.967,76 ευρώ, έντοκα από την επόμενη ημέρα από την επίδοση σ’ αυτούς της καταγγελίας της σύμβασης, ήτοι από τις 21-8-2019, και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση. Επί της αίτησης αυτής εκδόθηκε η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής της Δικαστού του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, με την οποία επιδικάστηκε υπέρ της καθ’ ης το ως άνω αιτούμενο από αυτήν ποσό, επί τη βάσει των προσκομισθέντων από αυτήν εγγράφων προς απόδειξη της απαίτησής της κατά των ανακοπτόντων και δη, αναφορικά με την καταγγελία της σύμβασης, των υπ’ 不. ΣΤ6419 και ΣΤ6418/20-8-2019 εκθέσεων επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα στο Πρωτοδικείο Αθηνών …………………………………., αντίστοιχα, με τις οποίες επιδόθηκε σ’ αυτούς η από 14-8-2019 εξώδικη δήλωσή της – καταγγελία. Από το περιεχόμενο, όμως, των εν λόγω εγγράφων ουδόλως αποδεικνύεται η εκ μέρους της προαναφερόμενης δανείστριας τράπεζας καταγγελία της επίδικης δανειακής σύμβασης, δοθέντος ότι με τις ως άνω εξώδικες δηλώσεις γνωστοποιήθηκε στους ανακόπτοντες η από 7-8-2019 καταγγελία της υπ’ 不. …………………………..σύμβασης στεγαστικού δανείου και των τυχόν πρόσθετων πράξεων αυτής, με ημερομηνία εκταμίευσης 8-2-1999, δυνάμει της οποίας χορηγήθηκε στον πρώτο ανακόπτοντα δάνειο ποσού 22.000.000 δρχ., ήτοι 64.563,46 ευρώ.Ο προβαλλόμενος με τις έγγραφες προτάσεις της ισχυρισμός της καθ’ ης περί εμφιλοχώρησης στις ανωτέρω δηλώσεις της αριθμητικού λάθους ως προς την καταγγελθείσα σύμβαση, δοθέντος ότι το αναφερόμενο χρεωστικό υπόλοιπο αυτής, όπως, επίσης, και ο αναφερόμενος λογαριασμός οριστικής καθυστέρησης, είναι ορθοί, χωρίς, μάλιστα, να αρνείται ότι πράγματι είχε συναφθεί και η αμέσως ανωτέρω έτερη δανειακή σύμβαση με τους ανακόπτοντες, δεν ασκεί οποιαδήποτε έννομη επιρροή. Προσθέτως, η, καταχωρημένη κάτω από το προσκομιζόμενο με επίκληση από την καθ’ ης απόσπασμα της κίνησης του υπ1 不. ………………………. λογαριασμού εξυπηρέτησης της σύμβασης, δήλωση της ως άνω τράπεζας περί καταγγελίας της επίδικης δανειακής σύμβασης, κλεισίματος του λογαριασμού αυτού και μεταφοράς του χρεωστικού του υπολοίπου σε βάρος του πιστούχου σε λογαριασμό οριστικής καθυστέρησης, δεν συνιστά απόδειξη της καταγγελίας της δανειακής αυτής σύμβασης, ακόμη και αν αυτή πράγματι έλαβε χώρα, δοθέντος ότι, σύμφωνα και με τα διαλαμβανόμενα στην παραπάνω νομική σκέψη, η καταγγελία, ως μονομερής απευθυντέα δήλωση βούλησης, προκειμένου να αναπτύξει νομική ενέργεια και να παράγει τα έννομα αποτελέσματά της και δη εν προκειμένω τη λύση της επίδικης δανειακής σύμβασης και την κήρυξη ληξιπρόθεσμου και απαιτητού ολόκληρου του ανεξόφλητου υπολοίπου του κεφαλαίου της, πρέπει να περιέλθει στο πρόσωπο προς το οποίο απευθύνεται, ήτοι στους ανακόπτοντες. Ουδόλως, όμως, προσκομίστηκαν από την καθ’ ης, για την έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής, σχετικές εκθέσεις επίδοσης στους ανακόπτοντες καταγγελίας της επίδικης σύμβασης στεγαστικού δανείου.
Κατόπιν τούτων, εφόσον, κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής, δεν αποδεικνυόταν η καταγγελία της επίδικης δανειακής σύμβασης και η ως εκ τούτου κήρυξη ληξιπρόθεσμου και απαιτητού ολόκληρου του ανεξόφλητου υπολοίπου του κεφαλαίου της, που επιδικάστηκε μ’ αυτήν, η εν λόγω διαταγή πληρωμής εκδόθηκε παρά το νόμο και δη κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 623, 626 παρ. 3 και 628 ΚΠολΔ, λόγω έλλειψης της διαδικαστικής προϋπόθεσης της έγγραφης απόδειξης του οφειλόμενου από τους ανακόπτοντες ποσού, το δε διαδικαστικό αυτό απαράδεκτο του παραπάνω εκτελεστού τίτλου δεν δύναται να επιστηρίξει την επισπευδόμενη σε βάρος των ανακοπττόντων με την προσβαλλόμενη πράξη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης. Επομένως, ο ενδέκατος λόγος της κρινόμενης ανακοπής πρέπει να γίνει δεκτός και ως ουσιαστικά βάσιμος.
Συνακόλουθα, η κρινόμενη ανακοπή πρέπει να γίνει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη και να ακυρωθούν η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής και η ανακοπτόμενη επιταγή προς πληρωμή κάτω από αντίγραφο πρώτου εκτελεστού απογράφου της παραπάνω διαταγής πληρωμής, ενώ παρέλκει η εξέταση των λοιπών, πλην του ανωτέρω που εξετάστηκε από το Δικαστήριο, λόγων της ανακοπής, καθώς από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 68, 216, 218, 583, 585, 632 και 933 ΚΠολΔ σαφώς συνάγεται ότι, όταν υπάρχουν περισσότεροι λόγοι, νομικοί ή πραγματικοί, που όλοι μαζί ή καθένας χωριστά αποβλέπουν στο ίδιο αποτέλεσμα, δηλαδή στην ακύρωση της διαταγής πληρωμής ή της πράξης εκτέλεσης, τότε αν το δικαστήριο κάνει δεκτό ένα λόγο και ικανοποιώντας το αίτημα της ανακοπής ακυρώσει τη διαταγή πληρωμής ή την πράξη, δεν πρέπει να προχωρήσει στην έρευνα των λοιπών λόγων, καθώς μετά την ακύρωση της διαταγής πληρωμής ή της πράξης θεωρείται ότι έχει ικανοποιηθεί πλήρως το έννομο συμφέρον του ανακόπτοντος (βλ. σχετ. ΕφΑΘ 260/2001 ΕλλΔνη 2001,1372, ΕφΔυτΜακ 3/2019 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ).
Τέλος, πρέπει να καταδικαστεί η καθ’ ης η ανακοπή, λόγω της ήττας της, στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των ανακοπτόντων, κατά το νόμιμο αίτημα των τελευταίων (άρθρα 176 ΚΠολΔ, 63 παρ. Ια, 65, 66 και 68 παρ. 1 Ν. 4194/2013 «Κώδικας Δικηγόρων»), προσδιοριζόμενων βάσει του ποσού της απαίτησης για το οποίο επισπεύστηκε η εκτέλεση (βλ. σχετ. ΑΠ 905/2011 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 328/2003 ΧρΙΔ 2003,547), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.
由于这些原因
法官反对各方。
公认 την ανακοπή.
ΑΚΥΡΩΝΕΙ την υπ’ αριθμ. 12505/2022 διαταγή πληρωμής της Δικαστού του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης και την από 12-10-2022 επιταγή προς πληρωμή κάτω από αντίγραφο πρώτου εκτελεστού απογράου της παραπάνω διαταγής πληρωμής
谴责 την καθ1 ης η ανακοπή στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των ανακοπτόντων, τα οποία ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων πενήντα (450) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίστηκε στις 24 Φεβρουάριου 2023
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ στη Θεσσαλονίκη, στο ακροατήριό του, και σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση αυτού, στις 24 Φεβρουάριου 2023, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, με την παρουσία και της Γραμματέως, Kαι θεωρήθηκε αυθημερόν.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
托马斯·斯蒂芬.夏天
MDE律师